Το Οικουμενικό Πατριαρχείο προειδοποιεί πως θα διακόψει κοινωνία με δύο Μητροπολίτες της Ελλάδας
Σοβαρές εκκλησιαστικές εξελίξεις δρομολογούνται στην Εκκλησία της Ελλάδος λόγω της αντίστασης μέχρι σημείου απόρριψης εκ μέρους μερικών ιεραρχών και ιερέων της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου η οποία, ως γνωστόν, συνήλθε τον περασμένο Ιούνιο στην Κρήτη.
Συγκεκριμένα ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος με επίσημη επιστολή του με ημερομηνία 18 Νοεμβρίου 2016 και αριθμό πρωτοκόλλου 1153 προς τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο, προειδοποιεί ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο θα προβεί σε διακοπή κοινωνίας με τους Μητροπολίτες Πειραιώς κ. Σεραφείμ και Καλαβρύτων κ. Αμβρόσιο εάν δεν ανανήψουν και σταματήσουν την πολεμική τους εναντίον της Μεγάλης Συνόδου της Κρήτης.
Στην Πατριαρχική επιστολή γίνεται επίσης αναφορά στον Πρωτοπρεσβύτερο Θεόδωρο Ζήση, ο οποίος με μία μικρή ομάδα κληρικών και μοναχών περιφέρονται ανά την επικράτεια της Ελλάδος, αλλά και σε χώρες του εξωτερικού θέτοντας εν αμφιβόλω την Μεγάλη Σύνοδο, προκαλώντας σε «ανταρσία» και απόρριψη της Συνόδου.
Υπογραμμίζεται ότι ο ιερέας Θεόδωρος Ζήσης ήταν καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ενώ τον χειροτόνησε σε ιερέα ο σημερινός Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος όταν ήταν Μητροπολίτης Χαλκηδόνος.
Στην επιστολή του ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος προς τον Αρχιεπίσκοπο κ. Ιερώνυμο ανάμεσα στα άλλα αναφέρει ότι «περιέρχονται καθ’ ημέραν εις το καθ’ ημάς Οικουμενικόν Πατριαρχείον και εις την ημετέραν Μετριότητα προσωπικώς εκ διαφόρων πηγών πληροφορίας ότι ο Πρωτοπρεσβύτερος κ. Θεόδωρος Ζήσης και οι συν αυτώ ομόφρονες κληρικοί και λαϊκοί, δια του διαδικτύου και των διαφόρων μέσων γενικής ενημερώσεως, περιερχόμενοι δε και διαφόρους αδελφάς Όρθοδόξους Εκκλησίας, προσκαλούσι τους αδελφούς Προκαθημένους και τους ποιμένας, αλλ’ ιδιαιτέρως τον ευσεβή Ορθόδοξον Λαόν, εις ανταρσίαν και αμφισβήτησιν των αποφάσεων της εν Κρήτη εν ευλογίαις και εν επιτυχίαις συνελθούσης Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου ημών Εκκλησίας, η εις τας εργασίας της οποίας συμβολή της Υμετέρας προσφιλούς Μακαριότητος και της Αντιπροσωπείας της Αγιωτάτης Εκκλησίας της Ελλάδος υπήρξεν οικοδομητική και συντελεστική της σημειωθείσης επιτυχίας».
Ο Πατριάρχης χαρακτηρίζει την τακτική της πολεμικής του π. Θεοδώρου Ζήση «διαβρωτική και ανίερη».
Αναφέρει επί λέξει πως «και ως να μη ήρκει το διαβρωτικόν συνειδήσεων και προκαλούν σκανδαλισμόν ανίερον έργον των ευαρίθμων τούτων κληρικών και λαϊκών εν τω κλίματι της Αγιωτάτης εκκλησίας της Ελλάδος, αι πληροφορίαι αύται, μη διαψευσθείσαι μέχρι σήμερον υπό τινος, αναφέρουσιν ότι ήδη αντιπροσωπεία υπό τον μνημονευθέντα ανωτέρω κληρικόν επεσκέφθη τας Αγιωτάτας Ορθοδόξους Εκκλησίας της Βουλγαρίας και της Γεωργίας, καθώς και την εκκλησιαστικήν Επαρχίαν της Μολδαβίας, και προέβη εις αναστάτωσιν του εκείσε πληρώματος, γενομένη ατυχώς δεκτή και υπό αδελφών Προκαθημένων και Ιεραρχών των ειρημένων Εκκλησιών. Επί πλέον, η ομάς αυτή, κατά τας αυτάς πληροφορίας πάντοτε ενεφάνισεν εαυτήν κατά την παρουσίαν αυτής εν Γεωργία ως μεταφέρουσαν την συνείδησιν του πληρώματος της Εκκλησίας της Ελλάδος. Συμμερίζεται ασφαλώς και η Υμετέρα Μακαριότης και η Ιερά Σύνοδος της Αγιωτάτης Εκκλησίας της Ελλάδος, ότι τα σκοπίμως και ανιέρως διαθρυλούμενα και διαδιδόμενα υπό των εν λόγω κληρικών και λαϊκών αποτελούσι, κατά τον Μέγαν Βασίλειον, «ψυχών δηλητήρια [...] άπερ αι [...] μήνιγγες» των ειρημένων «εκβοώσι πολυφάνταστοι ούσαι δια το πάθος» (Επιστολή 210, Τοις κατά Νεοκαισάρειαν λογιωτάτοις] R.G. 32] 777Α). Άλλωστε, «το σχίσαι Εκκλησίαν, και φιλονείκως διατεθήναι, και διχοστασίας εμποιείν και της συνόδου διηνεκώς εαυτόν αποστερείν, ασύγγνωστον και κατηγορίας άξιον, και πολλήν έχει την τιμωρίαν» (Ιερού Χρυσοστόμου, Κατά Ιουδαίων Γ’, R.G., 48, 872)».
Ο Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος σε άλλο σημείο της επιστολή του τονίζει πως «ατυχώς, την συμπήξασαν μέτωπον κατά της κανονικής Εκκλησίας και των αποφάσεων της εν Κρήτη συνελθούσης Αγίας και Μεγάλης Συνόδου γνωστήν ομάδα ενισχύουσι, δια της στάσεως αυτών, και αδελφοί Ιεράρχαι της Αγιωτάτης Εκκλησίας της Ελλάδος, δια της γραφίδος και του ευκαίρως – ακαίρως εκφερομένου, προ και μετά την σύγκλησιν της Μεγάλης Συνόδου, επί παντός του επιστητού ακρίτου λόγου αυτών, ως επί παραδείγματι οι Ιερώτατοι Μητροπολίται Καλαβρύτων και Αιγιαλείας κ. Αμβρόσιος και Πειραιώς κ. Σεραφείμ.
Οι ούτως ενεργούντες λησμονούσιν ασφαλώς ότι «τα συνοδικώς σκεπτόμενα και διαγινωσκώμενα, των κατά μόνας γνωματευομένων κρείττονα εισι και επικρατέστερα» (Ιωάννου του Κίτρου, Αποκρίσεις προς Κωνσταντίνον αρχιεπίσκοπον Δυρραχίου τον Καβάσιλαν, Ράλλη – Ποτλή, Σύνταγμα των Θείων και Ιερών κανόνων» Ε’ τόμος, σελ. 403)».
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης ζητά από τον Αρχιεπίσκοπο κ. Ιερώνυμο να λάβει «τα προσήκοντα μέτρα και προβήτε εις τας δεούσας συστάσεις προς τους ειρημένους κληρικούς και προς τα συγκεκριμένα στελέχη ίνα παύσωσι να ενεργώσιν αντιεκκλησιαστικώς και αντικανονικώς, να σκανδαλίζωσι ψυχάς, «υπέρ ων Χριστός απέθανε», και να προκαλώσι προβλήματα εις την ενιαίαν Ορθόδοξον Εκκλησίαν».
Προειδοποιεί πως σε περίπτωση που δεν ανανήψουν θα προχωρήσει σε κυρώσεις σε βέρος τους. Απευθυνόμενος στον Μακαριότατο Αρχιεπίσκοπο κ. Ιερώνυμο λέγει πως «προς τούτοις, ωσαύτως παρακαλούμεν θερμώς την Ύμετέραν Μακαριότητα όπως επιστήση ιδιαιτέρως την προσοχήν των προκαλούντων δια δηλώσεων και εγκυκλίων αυτών αναστάτωσιν εις τον λαόν του Θεού αδελφών Ιεραρχών της Αγιωτάτης Εκκλησίας της Ελλάδος, ως των ανωτέρω ρηθέντων Μητροπολιτών Καλαβρύτων και Αιγιαλείας και Πειραιώς, συν τη δηλώσει ότι εάν δεν ανανήψωσι και δεν έλθωσιν εις εαυτούς το Οικουμενικόν Πατριαρχείον θέλει αντιμετωπίσει το δημιουργούμενον πρόβλημα δια της διακοπής της εκκλησιαστικής και μυστηριακής κοινωνίας μετ’ αυτών, ως προκαλούντων την κοινήν ευθύνην και το χρέος πάντων των Ορθοδόξων Ποιμένων προς διασφάλισιν της ενότητος, της ειρήνης και της ενιαίας μαρτυρίας της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Τα ανωτέρω, εν πόνω ψυχής και άλγει καρδίας καταγγέλλοντες υπευθύνως, πριν ή το υπερβαίνον το δικαίωμα ελευθέρας εκφράσεως οικοδομητικής γνώμης ανίερον τούτο έργον λάβη μείζονας και δυσθεραπεύτους διαστάσεις, επαφιέμεθα τα περαιτέρω τη συνέσει της Υμετέρας Αγάπης και της σεβασμίας Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, και διατελούμεν μετά βαθείας της εν Κυρίω αγάπης και τιμής εξιδιασμένης».
Υπενθυμίζεται ότι αμφότεροι οι Μητροπολίτες Πειραιώς κ. Σεραφείμ και Καλαβρύτων κ. Αμβρόσιος ανήκουν στην Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ελλάδος.
πηγη ΕΘΝΙΚΟΣ ΚΗΡΥΞ ΝΕΑΣ ΥΟΡΚΗΣ/Θεόδωρος Καλμούκος