Μνήμες κρίσης στα Ίμια από έναν απόστρατο

Του Μαρίνου ΡιτσούδηΑπόστρατου Μάχιμου ΥποπλοίαρχουΣΝΔ τάξεως 1990

Μνήμες κρίσης στα Ίμια από έναν απόστρατο
15'

"Μου ζητήθηκε να εκφράσω τα προσωπικά βιώματα, τη ψυχική φόρτιση και τη συναισθηματική έκρηξη, «το κροτάλισμα της καρδιάς των Ελλήνων ανδρών του Π.Ν.» που έζησα εμπλεκόμενος ή μάλλον μαχόμενος κατά την διάρκεια του «θερμού επεισοδίου»• ως Έλληνας Μάχιμος Αξιωματικός του Π.Ν. στο νεοαποκτηθέν Α/Γ ΣΑΜΟΣ και ταυτόχρονα υπερασπιστής της Πατρίδος μας και της Σημαίας μας στα Ιμια το 1996. Δημοσιεύματα υπήρξανε πάρα πολλά με αναφορά και ενδελεχή ανάλυση στις τακτικές και στα σχέδια, αλλά και στις πολιτικές ευθύνες και στις προεκτάσεις, στα παρασκηνιακά πολιτικά «παιχνίδια» και στο ρόλο που παίξανε οι «σύμμαχοί μας».

Πέραν αυτού όμως υπήρξε ελάχιστη η αναφορά στο ηθικό φρόνιμα των ανδρών που λάβανε μέρος, στην ψυχική δοκιμασία, στην εναλλαγή συναισθημάτων που κυριάρχησε και τούτο αποτελεί παράλειψη αναφοράς, μπορεί και αδικία για όλους τους Έλληνες, που ζήσανε έστω και με την σκέψη τους και την προσευχή τους την αγωνία, για την έκβαση, για την ντροπή και τον αποτροπιασμό, για την προδοσία και τον φόρο τιμής των Εθνομαρτύρων πεσόντων χειριστών του Ε/Π Π.Ν. 21. Αυτή η βιωματική αγωνία με την ένταση, τη σκέψη και την προσευχή, μάς έκανε κοινωνούς της παλαιάς λεβέντικης Ελλάδας, των Γιγάντων Εθνομαρτύρων μας, που θυσιάστηκαν για τα «Ιερά και τα Όσιά μας» για την Ελευθερία και το ξέπλυμα της ντροπής και της σκλαβιάς, για την νίκη του θανάτου και την Ανάσταση.

Πολλά θαυμαστά γεγονότα λάβανε χώρα τις ημέρες εκείνες, απίστευτα για τα μάτια τα δικά μας, αλλά ακόμη περισσότερο απίστευτα και για τα αυτιά εκείνων που ζητήσανε αργότερα να μοιραστούν τις εμπειρίες μας, τις εντυπώσεις μας, τις αγωνίες μας. Άξιον Θαυμασμού αποτελεί σήμερα στις μέρες μας να βλέπουμε στιγμές μεγάλης λεβεντιάς, ζηλευτής ρωμιοσύνης και παλικαριάς, τέτοιες που ούτε στα πιο αισιόδοξα όνειρα των αγαπόντων την Πατρίδα ονειροπόλων Ελλήνων, δεν θα μπορούσαν να υπάρξουν• εκείνων που απογοητεύονται για την «κατάντια του νεοέλληνα της καφετέριας και της τεμπελιάς».

Άξιον θαυμασμού και συγκινήσεως βλέποντας το βράδυ εκείνο της έντασης, τα φορτηγά του Ν.Σ., ολονύκτια να πηγαινοέρχονται στο Ναύσταθμο με βοή και ταχύτητα, χωρίς φρένα η και χωρίς φώτα, γεμάτα πυρομαχικά η και καύσιμα από τους ναύτες του Ν.Σ. -που άλλοτε τεμπελιάζανε και άλλοτε κοιμόντουσαν στις βάρδιες η και την κοπανούσανε ακόμη,- με σβελτάδα, επιδεξιότητα και άκαμπτο φρόνημα κούρασης ψυχής και σώματος. Διαταχθήκανε να μεταφέρουν ολονύκτια πυρομαχικά, υλικά και καύσιμα για την ανάληψη πλήρης επιχειρησιακής ετοιμότητας απόπλου της φρεγάτας ΑΙΓΑΙΟΝ που διέκοψε τις εργασίες επισκευής ΠΕΑΚ για να αποπλεύσει στις 0300 την 31 ΙΑΝ 1996, «ανοίγοντας» τα σχέδια επιχειρήσεων που είχαν διαταχθεί και να ενσωματωθεί στή θέση «ακροβολισμού».

Άξιον Θαυμασμού αποτελεί το γεγονός ότι παρά την απειλή του πολέμου οι άνδρες Αξιωματικοί, Υπαξιωματικοί, και στρατευμένοι, κατόπιν πολεμικής ανακλήσεως επιστρέφανε στα πλοία του στόλου, όσο γρηγορότερα μπορούσαν, με οποιοδήποτε μέσον, άλλοι δακρυσμένοι και άλλοι χαρούμενοι, προφέροντας στα χείλη τους και στην καρδιά τους το «πόλεμος, πόλεμος, θα τους τσακίσουμε…» και βέβαια όχι από μίσος ούτε από εκδικητικότητα, αλλά από αγανάκτηση και ενθουσιασμό, από περηφάνια και λεβεντιά, γιατί ο Έλληνας δεν θέλει να αδικεί, αλλά δεν επιτρέπει και την αδικία, ούτε για σπιθαμή γής αλλά ούτε και για απομακρυσμένο άγονο κατσάβραχο της θάλασσας.

Το θαυμαστό είναι ότι κανείς δεν απουσίασε, κανείς δεν διαμαρτυρήθηκε, κανείς δεν δείλιασε, αλλά πληροφορήθηκα ακόμη ότι και κάποιοι που είχανε αναρρωτική άδεια για διάφορες ελαφρές ασθένειες, δώσανε το πολεμικό παρόν στο πολεμικό σάλπισμα, και προκαλέσανε τον θαυμασμό και τη ρίγη συγκινήσεως των ανωτέρων τους. Άλλοι πάλι διακόψανε από μόνοι τους τις κανονικές άδειές τους και επιστρέφανε στην υπηρεσία τους από τον τόπο των διακοπών τους, πριν ακόμη φτάσει η διαταγή της ανάκλησής τους.

Τούτη η πύρωση της καρδιάς και η ανάφλεξη της λεβεντιάς, δεν οφείλονταν σε έκρηξη παρορμιτισμού η και άγονου επιφανειακού ενθουσιασμού, αλλά στην χρόνια θρασύδειλη τακτική παραβιάσεων και ενοχλήσεων των Τούρκων στο Αιγαίο, είτε με σκάφη θαλασσίων ερευνών, είτε με ακταιωρούς, είτε με τους θρασύδειλους ψαράδες τους, αλλά και με τα μαχητικά τους ακόμη τα οποία τα ζούσαμε χρόνια «στο πετσί μας», με αγανάκτηση και αποστροφή και δεν τα ανεχόμαστε, διότι για μας είναι υποχώρηση και παράδοση Εθνικών δικαιωμάτων και ιδανικών στους Τούρκους• και πάντοτε αναρωτιόμασταν πότε θα έρθει η ώρα, να τους δείξουμε ότι είμαστε άξιοι απόγονοι των εθνομαρτύρων πατέρων μας του Μιαούλη, του Κουντουριώτη, του Κανάρη και όλων των αγνώστων αφανών Ελλήνων ηρώων μας.

Διότι θαυμαστή παράδοση ανδρείας και λεβεντιάς κουβαλάμε και δεν είναι τυχαίο γεγονός που κάθε πολεμικό πλοίο, φέρει όνομα λαμπρής ιστορίας, νίκης, θυσίας, πατριωτισμού και ηρωισμού, και τούτο αποτελεί ξεχείλισμα ιστορίας ξεχείλισμα ανδρείας, υπέρβαση λεβεντιάς διότι πάντοτε οι «μια φούχτα Έλληνες» με την Πίστη τους σε Αληθινό Θεό κάνανε το θαύμα, το απίστευτο, το αναπάντεχο, θαύμα μόνο για εκείνους βέβαια που είναι ορθολογιστές και μετράνε τις αξίες και τις δυνάμεις με τα νούμερα και τους εξοπλισμούς και όχι με την παλικαριά το ανδρείο φρόνημα και την ελεύθερη ψυχή που αψηφά, περι! γελά αλλά και κοροϊδεύει και τον ίδιο το θάνατο.

Μετά τον απόπλου των πλοίων και την έξοδό τους από την Ψυτάλλεια, ο Εθνικός μας Ύμνος ηχούσε από τα μεγάφωνα, όπου τον υποδεχόμασταν με ρίγη συγκινήσεως και δάκρυα χαράς και με χαμόγελο στα πρόσωπά μας, αλλά και κάποιοι με σιγανή φωνή και μεγάλη κατάνυξη ψάλανε το «Υπερμάχω Στρατηγώ τα νικητήρια…» προς την Προστάτιδα Παναγία μας, που πάντοτε υπερασπιζόταν την Ελλάδα μας.

Μετά αυτού πολεμικός συναγερμός στα μεγάφωνα και όλοι στις θέσεις τους με εγρήγορση, με συγκίνηση, με καρδιοχτύπι αλλά και νηφαλιότητα και καθαρό μυαλό, χαμογελαστοί και λεβέντες, επεξεργαζόμασταν όλες τις πληροφορίες και τις εξελίξεις όλες τις υποκλοπές και το εξελισσόμενο σχέδιο δράσης. Το πολεμικό σήμα που «πέρασε» από την Κ-11 του Γ.Ε.Ν. με την ευχή του ΑΓΕΝ και την προσδοκία να φανούμε αντάξιοι της ένδοξης ιστορίας του Π.Ν. καθώς και την ευχή για την Βοήθεια του Θεού στις εξελισσόμενες επιχειρήσεις, μάς έφερε δάκρυα, τρέμουλο στα πόδια, ρίγος πατριωτισμού, λεβεντιά, Χάρη Θεού, αλλά και αγανάκτηση και αποστροφή για το Τούρκικο θράσος.

Ήμασταν πλέον σίγουροι ότι πάμε για πόλεμο, γνωρίζαμε ότι γράφαμε ιστορία, αλλά το ηθικό των ανδρών γινόταν ακόμη πιο υψηλό και ακόμη πιο άκαμπτο. Τούτες οι στιγμές ήτανε φοβερές και θαυμαστές διότι ώρες ολόκληρες παραμέναμε πανφυλακή στις θέσεις συναγερμού, ακούραστα χωρίς διόλου ραθυμία και τεμπελιά. Αλλά και οι τεμπέληδες οι ναύτες και οι «κοπανατζήδες του καφέ και του τσιγάρου», οι μέχρι πρότινος αδιάφοροι για τα πολεμικά συστήματα και τις τακτικές πολέμου, παρέδωσαν όλον τον εαυτόν τους ως «θυσία ευάρεστη» ενώπιον Θεού και Έθνους στο πολεμικό κάλεσμα της Πατρίδας μας και με συνοπτικές διαδικασίες ενημερώνονταν στα οποιοδήποτε πόστα τους, είτε πύργο πυροβόλων, είτε Κέντρο Παρακολούθησης Μάχης, είτε Οπτήρες στη Γέφυρα, είτε Μηχανικοί στα Μηχανοστάσια, αλλά και στο Μαγειρείο ακόμη η βάρδια και η προσφορά γινόταν με σβελτάδα, με παλικαριά, με μεγάλη κατάνυξη και Ύμνους προς την Παναγία μας και την Ελλάδα μας.

Η γεμάτη ρίγη, ζωηρή, κοφτή, παλικαρίσια αναφορά των στόχων, πρόδιδε τα σκιρτήματα της καρδιάς τους, πρόδιδε την θέλησή τους να βοηθήσουν όσο καλύτερα μπορούσαν το έργο του πλοίου. Το άξιον θαυμασμού, που μέχρι το επόμενο πρωί, όσα τα πληρώματα σε θέσεις πολεμικού συναγερμού, ήταν με ξηρά τροφή και ακούραστα, παρά την ολονύκτια αγρυπνία και αν για οποιονδήποτε υπήρχε λόγος να «κατέβει για λίγο από το πόστο του για λόγους ανθρώπινης φύσεως», η επαναφορά του ήτανε αστραπιαία και αποφασιστική.

Παγερές οι νύχτες εκείνες του χειμώνα, αλλά δεν μας άγγιξε το κρύο, ούτε η αϋπνία, ούτε η πείνα, ούτε η απουσία από τα σπίτια μας, ούτε οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες• παρά μόνο η προδοσία για την υποστολή της σημαίας μας στα Ίμια, η προδοσία για την «λάθος τακτική των Ο.Υ.Κ.» η προδοσία για την παράδοση δικαιωμάτων στους Τούρκους, η προδοσία για τίς αμφισβητούμενες πλέον «γκρίζες ζώνες» στο Αιγαίο και στις βραχονησίδες• που μπορεί να είναι ακατοίκητες, αλλά όχι αχώριστες από την λαμπρή ιστορία μας, διότι χύθηκε πολύ δάκρυ και πολύ αίμα από τους αδελφούς μας και πατέρες μας Εθνομάρτυρες, για να είναι σήμερα Ελληνικά και Ελεύθερα.

Πληροφορούμασταν από τα τακτικά δίκτυα επικοινωνιών την τακτική κατάσταση και διαπιστώναμε ότι είχαμε το τακτικό πλεονέκτημα αιφνιδιασμού στο Αιγαίο, αφού η βόρεια ομάδα κρούσεως είχε στοχοποιήση την βόρεια ομάδα των Τούρκικων Α/Τ που κινούνταν προς τα Νότια. Μάταια περιμέναμε να δοθεί εντολή από το δίκτυο για βολή των βλημάτων και καταστροφή της βόρειας ομάδας. Εμείς ως ομάδα Α/Γ κινηθήκαμε νότια Ύδρας και περιμέναμε διαταγή για πλεύση, σύμφωνα με το σχέδιο «Ε», για επιβίβαση και μεταφορά πεζοναυτών, σε περιοχή για ανακατάληψη ΝήσοÏ! … από τις Τούρκικες δυνάμεις.

Η νότια ομάδα κρούσεως κινήθηκε προς τα Ιμια όπου είχε ανακτήσει πλήρη τακτική εικόνα και πλήρη στοχοποίηση και μετά αυτού, έτοιμοι για βολή βλήματος. Κάποια μικρότερα σκάφη, πυραυλάκατες, κανονιοφόροι, περιπολικά, είχανε αναπτύξει περιπολία γύρω από τα Ιμια επειδή υπήρχε η πληροφορία για πιθανή απόβαση Τούρκων κομάντο στις βραχονησίδες. Μέσα στο κρύο και στη νύχτα, ώρες ατέλειωτες, αγήματα οπλισμένα ναυτών και υπαξιωματικών, παραμένανε με τα παγωμένα G3 και με το χέρι στην σκανδάλη στα ρέλια των πλοίων για οπουδήποτε απαιτηθεί να ρίξουν.


Κάποια στιγμή μέσα στην προχωρημένη νύχτα, και ενώ εκτελούσα καθήκοντα Αξιωματικού Φυλακής Γέφυρας, ο Κυβερνήτης του πλοίου, με πλησίασε ιδιαιτέρως και με σπασμένη, ραγισμένη φωνή, μπορεί και με δάκρυα, -δεν είδα λόγω απουσίας φωτισμού,- μού είπε• «Μαρίνο..…μας πήραν το νησί.....», και χάθηκε από μπροστά μου γρήγορα, βγαίνοντας στην δεξιά βαρδιόλα… προφανώς να μείνει μόνος. Αστραπιαία κρύος ιδρώτας με έλουσε και με διαπέρασε ρίγος σε όλο μου το σώμα, ταυτόχρονα ένα βουβό κλάμα με αναφιλητά, με ανάγκασε να τραβηχτώ προς τα πίσω, στη σκοτεινή γέφυρα του πλοίου για να μην με δούνε, να μην με καταλάβουν.

Κάλυψα το πρόσωπό μου με τα χέρια μου και έκλαιγα, έκλαιγα, έκλαιγα, γοερά και με αναφιλητά. Τα πόδια μου τρεμάμενα, οχι από φόβο αλλά από το πνίξιμο της αγανάκτησης, της αδικίας της κατάντιας και της ντροπής, πώς μέσα από τα χέρια μας, πήραν το νησί... Δεν το είπα σε κανέναν φοβούμενος την «πτώση» του υψηλού ηθικού. Μαθεύτηκε όμως λίγο αργότερα…

Δεν θυμάμαι μετά πόση ώρα με ενημερώσανε για την πτώση του Ε/Π Π.Ν.21 άλλοι λέγανε ότι μας το ρίξανε, άλλοι ατύχημα, όλοι προσπαθούσαμε να καταλάβουμε από την ακρόαση των δικτύων την κατάσταση που επικρατούσε και τις πιθανές εκδοχές. Αισθανόμασταν την ευθύνη και την αγωνία όλων των Ελλήνων στο «πετσί μας», αισθανόμασταν την αγωνία, το καρδιοχτύπι, τα δάκρυα αλλά και το πείσμα και την απογοήτευση• και οι σκέψεις δεν αφήνανε περιθώρια ούτε για χαλάρωση ούτε για ψυχική ξεκούραση.

Κάποια στιγμή κοντά στις πρώτες πρωινές ώρες, δόθηκε απομάκρυνση όλων των αγημάτων από τις βραχονησίδες με την ταυτόχρονη διαταγή για υποστολή της Ένδοξης Ελληνικής Σημαίας από την Ελληνική Βραχονησίδα .Ήταν τόσο απίστευτο το άκουσμα στο δίκτυο, που οι τακτικοί διοικητές και κυβερνήτες πλοίων ζητούσαν ξανά την επιβεβαίωση και την αξιοπιστία της πηγής και της διαταγής από το δίκτυο. Μείναμε άφωνοι, μείναμε εκστατικοί, σαστισμένοι, παγωμένοι, απορημένοι, προδομένοι, ντροπιασμένοι, απίστευτη η εξέλιξη, απίστευτη υποχώρηση και αμφισβήτηση των Ελληνικών αιματοβαμμένων βραχονησίδων. Μονομιάς σκύψαμε το κεφάλι ντροπιασμένοι, και άκρα σιωπή ξεκίνησε από το φωνητικά δίκτυα και απλώθηκε στις γέφυρες των πλοίων, στα Κ.Π.Μ., στα Καρρέ Αξιωματικών, Υπαξιωματικών, στην τραπεζαρία Πληρώματος. Δεν μας άγγιξε η κούραση της αϋπνίας και μας «τσάκισε» μονομιάς η προδοσία της παράδοσης Ελληνικής γης στους Τούρκους. Δεν μας άγγιξε το ότι πηγαίναμε για πόλεμο, και μας «γκρέμισε» η προδοσία από τους «ηγέτες» μας.

Δεν μας άγγιξε η παγωνιά της νύχτας και η υπερένταση και μας «ισοπέδωσε» μονομιάς η προδοσία της υποστολής της Ένδοξης Ελληνικής Σημαίας. Αστραπιαία, ασήκωτο βάρος πλάκωσε τις ψυχές μας, τις καρδιές, τις συνειδήσεις μας. Θυμάμαι χαρακτηριστικά και έντονα το ξημέρωμα εκείνης της ημέρας• ήτανε έντονα γκρίζο, βαθύ νεφελώδες, χωρίς ήλιο, η θλίψη απλωνότανε παντού στη φύση, στα δέντρα στα πουλιά.

Όλοι οι άνδρες του Π.Ν. ήμασταν σκυθρωποί, αμίλητοι, μελαγχολικοί, ντροπιασμένοι, ήτανε μία Μεγάλη Παρασκευή του Έθνους και της Ιστορίας μας. Ήμασταν σταυρωμένοι και εγκλωβισμένοι στην προδοσία. Δεν σκεφτόμασταν ποίοι φταίνε, ποιοι μας «πουλήσανε», παρά μόνο την ντροπή και την αγανάκτηση. Καμαρώναμε στο παρελθόν ότι το Π.Ν. δεν είχε ποτέ υποστείλει την Ένδοξη Σημαία του, αλλά το πράξαμε τότε. Αισθανόμασταν ότι προδώσαμε την Ελλάδα, το Έθνος μας τους Ήρωες εθνομάρτυρές μας.

Μετά τόσα χρόνια έχοντας καταλαγιάσει τα συναισθήματα, οι σκέψεις, οι εντάσεις, αισθάνομαι περήφανος που με αξίωσε ο Θεός να είμαι Έλληνας και Χριστιανός και που συμμετείχα στην πολεμική επιχείρηση στα Ιμια, όπου ήμασταν αποφασισμένοι να υπερασπιστούμε την Πατρίδα μας. Εκείνα τα «σπασίματα της καρδιάς μας» αποδειχθήκανε κατά πολύ ανώτερα από όλη τη χλιδή του κόσμου τούτου, διότι υπηρετήσαμε ύψιστα, αθάνατα, αιώνια ιδανικά και ιδεώδη Αληθούς Πίστεως, Πατρίδος, παραδόσεως και λαμπρής ιστορίας.

Εκείνα τα «σπασίματα της καρδιάς μας» της νύχτας εκείνης, μας κάνανε ανδρειότερους, γενναιότερους, δυνατότερους, ανίκητους, πιο ελεύθερους, πιο τολμηρούς, να αψηφούμε το θάνατο και να χαιρόμαστε την Ζωή. Αντιληφθήκαμε την ΑΞΙΑ της «ισχύς εν τη ενώσει» και ακόμα σε τέτοιες στιγμές παραμερίζονται τα ανθρώπινα πάθη, οι μεταξύ μας έχθρες και αντιπάθειες και γινόμαστε γροθιά μπρος στην Τούρκικη θρασυδειλία.


Ήμασταν έτοιμη για τόν υπέρτατο σκοπό της ύπαρξής μας, δηλαδή της θυσίας της ζωή μας, για τις οικογένειές μας, για τις οικογένειες όλων των Ελλήνων, για «τα ιερά και τα όσιά μας» ! και για τούτο θεωρούμαστε «τῃ προαίρεση Εθνομάρτυρες», εφόσον κρινόμαστε σύμφωνα με την προαίρεση της καρδιάς μας και όχι σύμφωνα με την έκβαση της πράξεως. Αισθάνομαι περήφανος που ο Θεός μού έδωσε τις αληθινές αξίες του Έλληνα, Αληθινή Πίστη, αξιοπρέπεια και συνείδηση, επίγνωση της αποστολής μου και ανδρείο φρόνημα, ακεραιότητα ήθους και αξιοπρέπεια, αθάνατες αξίες «θρεμμένες με το αντρειωμένο γάλα της παράδοσης και της ανδρειοσύνης» Κόντογλου που μας καθιστούν μοναδικούς στον κόσμο για την λεβεντιά μας και τον ηρωισμό μας.

Αισθάνομαι περήφανος που μέσα από την υπηρεσία μου στην Πατρίδα μου, γνώρισα ότι η αξία του ανθρώπου δεν έγκειται στην οικονομική επιφάνεια, στους τίτλους ευγενείας και στο αξίωμα, αλλά στο ήθος στην ακεραιότητα χαρακτήρα και στην λεβεντιά, βασικά και παραδοσιακά χαρακτηριστικά των προγόνων μας των Ελλήνων, σε εκείνους που χαρακτηριστήκανε ήρωες και που πολεμήσανε και υποτάξανε τον θαυμασμό και την παραδοχή όλου του κόσμου.

Δικαίως ο Πρωθυπουργός UΚ Τsortsil όρισε ότι ¨οι ήρωες πολεμούν σαν τους Έλληνες¨. Τέλος αισθάνομαι περήφανος που κατάλαβα ότι πολλοί ήταν εκείνοι οι μορφωμένοι ηγέτες που προδώσανε όλα τα ιδανικά τους για προσωπικές φιλοδοξίες και κακές σκοπιμότητες και καταντήσανε να ξεφτιλίζονται, να κατακρίνονται και να κολάζονται αιώνια στις συνειδήσεις του κόσμου και στην ιστορία. Πολλοί ήταν και εκείνοι οι αγράμματοι ανώνυμοι, που με την λεβεντιά τους και την αυτοθυσία τους, λαμπρύνανε το Έθνος μας στους απελευθερωτικούς αγώνες και μας χαρίσανε την σημερινή ελεύθερη Ελλάδα και αναπαύονται δικαιωμένοι, απολαμβάνοντας τιμές και δόξες από όλους τους Έλληνες σε όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου και της ιστορίας.

Τούτη η κατάθεση ψυχής, αποτελεί χρέος, φόρος τιμής, αγάπης και αφοσίωσης απέναντι στην Ελλάδα μας, απέναντι στους Ήρωες που θυσιαστήκανε μέχρι της τελευταίας ρανίδας του αίματός τους, για να ζούμε εμείς σήμερα ελεύθεροι.

Τούτη η κατάθεση καρδιάς αποτελεί φόρος τιμής και απέναντι σε όλους τους νεοέλληνες που αγωνιούν για την ιστορία της και εργάζονται με τον δικό τους τρόπο να διατηρηθεί η φλόγα του ανδρειωμένου Έλληνα και να διαδοθεί παντού το μήνυμα της λεβεντιάς, της αρετής, αλλά και της τόλμης, για την αληθινή ελευθερία".

Η επιστολή προέρχεται από το αρχείο της εφημερίδας ΑΘΗΝΑΪΚΗ


Ροή Ειδήσεων Δημοφιλή