Κρήτη: Το δράμα ενός 16χρονου παιδιού - Μια ζωή... βασανιστική!
Στα 16 του χρόνια έχει γυρίσει όλη την Ευρώπη, αφήνοντας πίσω τη μητέρα και τα αδέρφια του...
Στην Κραιόβα, από όπου ξεκίνησε το μεγάλο ταξίδι της επιβίωσης, ζουν τα άλλα τρία αδέλφια του ηλικίας 6, 9 και 15 χρόνων αλλά και η μάνα του. Ο πατέρας του σκοτώθηκε σε τροχαίο δυστύχημα στην πατρίδα του... Ο νεαρός ταξιδευτής όλες τις μέρες χωρίς στέγη και τροφή, διανυκτερεύει στο δρόμο και τρέφεται από τα σκουπίδια!
Με έγγραφα νόμιμης παραμονής, βρίσκεται στην Ελλάδα περίπου τρία χρόνια και από τότε ταξιδεύει συνέχεια, αναζητώντας δουλειά που θα του δώσει τον επιούσιο. Και πού δεν έχει ταξιδέψει ο 16χρονος...
Πήγε και έμεινε για λίγο καιρό και «για όσο είχε δουλειά», στην Κόρινθο, στη Λαμία, στη Λάρισα, στην Αθήνα, στον Πύργο, στο Κιάτο, στην Τρίπολη, στο Άργος, στην Καλαμάτα, στη Σπάρτη, στο Αίγιο, στο Ρίο, και στη Θεσσαλονίκη. Τώρα ο δρόμος τον έφερε νοτιότερα, στην Κρήτη, στα Χανιά, στο Ρέθυμνο και στο Ηράκλειο. Κάνει όλες τις χειρωνακτικές δουλειές, φτάνει να υπάρξουν «αφεντικά που θα τον ζητήσουν».
Η κατάσταση του είναι απελπιστική. Σπίτι του... κάθε βολικό σημείο του δρόμου και τροφή, οτιδήποτε υπάρχει στους κάδους, φτάνει να είναι φαγώσιμο! Θα βρει οτιδήποτε τρώγεται, έστω κι αν έχει παρέλθει η ημερομηνία κατανάλωσης του και θα πρέπει να αποσυρθεί από τα ράφια των καταστημάτων. Αν ωστόσο, βρεθεί κάποιος και του προσφέρει ένα πιάτο φαγητό, θα πετά στα ουράνια. Η πείνα γι'αυτόν δεν έχει ημερομηνία λήξης!
«Μένω στο δρόμο κι όπου με βρει η νύχτα. Κι αν δεν έχω 5 ευρώ για να φάω ή κάτι να βάλω στο στόμα μου, ψάχνω στα σκουπίδια και στους σκουπιδοτενεκέδες που είναι κοντά στα μεγάλα μαγαζιά», λέει με σπαστά ελληνικά στο madeincreta.gr, φανερά καταβεβλημένος και χωρίς να γνωρίζει το αύριο...
«Ήλθα στην Ελλάδα για να δουλέψω και να στείλω λεφτά στη μάνα και στα αδέλφια μου. Δεν υπάρχουν, όμως, δουλειές και γυρίζω με το φίλο από την ίδια πατρίδα, μήπως και βρεθεί κανένας καλός άνθρωπος και μας δώσει να του κάνουμε μια μικρή δουλειά. Δεν μπορείς να καταλάβεις πόσο ντρέπομαι που ζητιανεύω και ψάχνω στα σκουπίδια!»