MEETING POINT

Ευρωεκλογές: Η παρακμάζουσα Ευρώπη, το ράλι της ακροδεξιάς και το πιθανό εγχώριο μήνυμα… του καναπέ

Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν
Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν στην Αθήνα (αρχείου)
INTIME NEWS

Τι ακριβώς κρίνεται στην Ευρωκάλπη της 9ης Ιουνίου; Μήπως το μέλλον της Ευρώπης;

Ενδεχομένως η σύγκρουση ανάμεσα στη δημοκρατία και το φασισμό; Ίσως η παράταξη εσωτερικών πολιτικών ισορροπιών σε ορισμένα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης -της Ελλάδας περιλαμβανομένης; Ας τα πάρουμε με τη σειρά.

Πρώτον: Τα τελευταία χρόνια παρακολουθούμε ανήμποροι (;) μία συστηματική υποβάθμιση του ρόλου της ΕΕ. Οι ηγετικές προσωπικότητες του παρελθόντος σταδιακά αντικαταστάθηκαν από διαχειριστές περιορισμένων δυνατοτήτων και ενδεχομένως ιδιοτελών προθέσεων. Το γεγονός εξηγεί σε μεγάλο βαθμό την αρνητική αξιολόγηση των πολιτών σε πανευρωπαϊκό επίπεδο (όπως προκύπτει δημοσκοπικά) για «τα έργα και τις ημέρες» των ευρωπαϊκών θεσμών. Μέσα σε κλίμα ακραίας αντιρωσικής προπαγάνδας, οι πολίτες της Γηραιάς Ηπείρου υποδεικνύουν ως την υπ’ αριθμόν μία υπεύθυνη την ίδια την Κομισιόν και τους συν αυτής, για τα δεινά που υφίστανται λόγω της ενεργειακής κρίσης. Εδώ που τα λέμε, άδικο δεν μπορεί να τους καταλογιστεί. Ακόμη και ο πλέον αδαής αντιλαμβάνεται - εκ του αποτελέσματος- ότι η άκριτη ταύτιση της Ευρώπης με την αμερικανική στρατηγική της επιβολής αυστηρών οικονομικών κυρώσεων στη Μόσχα, ανέδειξε ως θύμα των κυρώσεων την ίδια την ΕΕ, ενώ ενίσχυσε τόσο την οικονομία της Ρωσίας όσο και την οικονομία των ΗΠΑ -γεγονός απολύτως παράδοξο, αν όχι σουρεαλιστικό.

Θα αλλάξει άραγε η πορεία της Ευρώπης τον ερχόμενο Ιούνιο; Ζωηρώς αμφιβάλλω, αν κρίνω από το γεγονός ότι το παρασκήνιο για την επιλογή της ευρωπαϊκής ηγεσίας κινείται στη λογική της νέας αλλαγής σκυτάλης μεταξύ μετριοτήτων (από την φον ντερ Λάιεν στη Μέτσολα). Κατά συνέπεια ναι μεν ξέρουμε ποια Ευρώπη θέλουμε, ξέρουμε όμως ταυτόχρονα ότι αυτήν την Ευρώπη δεν μπορούμε να την έχουμε από τη στιγμή που οι κρατούντες υποστηρίζουν σθεναρά δεν «αρμενίζουν στραβά» απλώς είναι «στραβό το λιμάνι».

Δεύτερο: Η ορμητική άνοδος της ακροδεξιάς αντιμετωπίζεται κυρίως με λογική δαιμονοποίησης που συμπυκνώνεται στο δίλημμα «Δημοκρατία ή φασισμός». Το δοκίμασε ο Εμανουέλ Μακρόν στις τελευταίες γαλλικές προεδρικές εκλογές συστρατεύοντας στο στόχο όλα τα κόμματα του δημοκρατικού τόξου -του ιδιόρρυθμου Μελανσόν περιλαμβανομένου. Τότε, του βγήκε, σήμερα όμως βλέπει απλώς τη… σκόνη της Μαρίν Λεπέν. Άρα η στρατηγική του φόβου είναι συγκυριακά αποτελεσματική, σε βάθος χρόνου όμως χρειάζονται στ’ αλήθεια πιο σύνθετα εργαλεία για την αντιμετώπιση ενός προβλήματος που προφανώς ενισχύθηκε από τα λάθη και τις παραλήψεις του κυρίαρχου συστήματος.

Το μεταναστευτικό ανήκει σίγουρα στην ατζέντα της ακροδεξιάς. Είναι, όμως, κυρίως το μεταναστευτικό ο λόγος που οδηγεί στο πεδίο της σημαντικό πλέον ποσοστό των Ευρωπαίων πολιτών; Πριν απαντήσουμε, ας σταθούμε σε δύο παραδείγματα. Στη Γερμανία το AFD «πατώνει» σε πλούσιες βιομηχανικές περιοχές με υψηλή μετανάστευση (εργατικά χέρια γαρ) ενώ «σαρώνει» σε φτωχές περιοχές με χαμηλή μετανάστευση. Εν ολίγοις κάνει καριέρα πάνω στις περιφερειακές ανισότητες, δηλαδή στην κολοσιαία διαφορά περιουσιακής κατάστασης ανάμεσα στην πρώην Δυτική και Ανατολική Γερμανία. Πάμε τώρα στην Ολλανδία. Πιστεύετε ότι το μεταναστευτικό τους μάρανε ή το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος του πλούτου είναι συγκεντρωμένο στο 10% του πληθυσμού της χώρας; Συμπέρασμα, η Δημοκρατία έχει ισχυρά επιχειρήματα υπό την προϋπόθεση ότι τα αναζητεί έχοντας εξαντλήσει την αυτοκριτική της.

Τρίτον: Εγχωρίως σηκώθηκε έργο ότι η κυβέρνηση κινδυνεύει με αποσταθεροποίηση, αν στις 9 Ιουνίου πέσει πολύ κάτω από το ποσοστό 33% που είχε γράψει στις ευρωκάλπες του 2019. Υπήρξε η «μπρουτάλ» εκδοχή ότι σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο «η αντιπολίτευση θα προσπαθήσει να την ρίξει με κάθε τρόπο» αλλά και η πιο «σοφιστικέ», ότι δηλαδή θα ανακοπεί η ορμή της μεταρρυθμιστικής της ατζέντας. Κάπως υπερβολικό νομίζω, για ένα κόμμα που προ περίπου ενός χρόνου πήρε 41%, εξέλεξε 158 βουλευτές και έχει απέναντι του μια κατακερματισμένη και αδύναμη αντιπολίτευση. Εν πάση περιπτώσει όμως η «ρελάνς» φαίνεται ότι απέδωσε. Η ΝΔ ανέκοψε τις αμφιτερόπλευρες διαρροές της και αύξησε της συσπείρωση της επενδύοντας στο δόγμα σιγουριά-σταθερότητα-ασφάλεια που τροφοδοτείται από την έλλειψη αξιοπιστίας εναλλακτικής κυβερνητικής λύσης. Ωστόσο εξακολουθεί να υπάρχει ο αστάθμητος παράγοντας που λέγεται αποχή. Στην περίπτωση που είναι σημαντική και ταυτόχρονα όχι αναλογική ενδέχεται να επηρεάσει σημαντικά το τελικό ποσοστό του κυβερνώντος κόμματος και σ’ αυτή την περίπτωση το "μήνυμα" δεν θα σταλεί από την κάλπη αλλά… από τον καναπέ.

Και μια υποσημείωση: το μειονοτικό Κόμμα Ισότητας Ειρήνης και Φιλίας (ΚΙΕΦ) που υπερασπίζεται την «τουρκική ταυτότητα» της μουσουλμανικής μειονότητας ενδέχεται να πρωτεύσει στις Ευρωεκλογές στους νομούς Ροδόπης και Ξάνθης. Με δεδομένο ότι το είχε πετύχει το 2014 και το 2019, ενδέχεται η παρένθεση αυτή να μετατραπεί σε κανόνα και έτσι να «γκριζάρουν» δύο νομοί του εθνικού εκλογικού μας χάρτη. Και αυτό σε μια περίοδο που ο Ταγίπ Ερντογάν εγείρει θέμα τουρκικής μειονότητας στην Ελλάδα συνολικά και ο Νίκος Δένδιας δεν κουράζεται να λέει ότι «είναι επιεικώς απαράδεκτη η διεύρυνση της τουρκικής ατζέντας».

Σχετικές ειδήσεις