Πώς το εγκληματικό swap του Σημίτη έστειλε την Ελλάδα στο «δόκανο» των Μνημονίων
Ένας από τους πλέον γνωστούς γνωμικογράφους της Πολωνίας, ο Αντρέι Μαζέφσκι (Andrzej Majewski 1966-) είχε γράψει κάποτε έναν αφορισμό για την Πολιτική, χαρακτηρίζοντάς την ως «μεγάλη τέχνη, επειδή πείθει τους ανθρώπους να πληρώσουν γι’ αυτά που τους κλέψανε».
ΜΙΑ ΘΛΙΒΕΡΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΥ ΟΔΗΓΗΣΕ ΣΕ ΜΙΑ ΠΡΩΤΟΦΑΝΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΧΟΥΝΤΑ ΜΕ ΘΥΜΑΤΑ 11 ΕΚΑΤ. ΕΛΛΗΝΕΣ
Αυτή η οπτική φαίνεται πως ταιριάζει «γάντι» στην εποχή μας, κι ενώ βρισκόμαστε περίπου 20 μέρες πριν από τη νέα συμφωνία Αθήνας – δανειστών (σ.σ. όλοι την τοποθετούν στις 22 Μαΐου 2017), που κανείς, ούτε ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας, δεν θέλει να ονομάσει «Μνημόνιο 4», αν και ως τέτοιο λογίζεται πρακτικά.
Τι συμβαίνει, όμως, όταν αρχίζει κανείς να καταπιάνεται με αρκετά θολές και περίεργες ιστορίες που στιγμάτισαν την πολιτική και οικονομική ζωή του τόπου, χρόνια πριν από τη μαύρη επταετία των Goldman Sachs;
Σε αυτές τις σκοτεινές υποθέσεις εντάσσεται, για παράδειγμα, το περιβόητο «αμαρτωλό» swap του πρώην πρωθυπουργού, Κώστα Σημίτη, που «φέσωσε» την Ελλάδα με 16 δισ. ευρώ, έδωσε χάρισμα 600 εκατ. ευρώ στον τραπεζικό «κολοσσό» της Goldman Sachs και αποτέλεσε το θλιβερό πρελούδιο για την ομιλία του Γιώργου Παπανδρέου στις 23 Μαΐου 2010 από το Καστελλόριζο, η οποία αποτέλεσε το σημείο της οριστικής εισόδου της χώρας στα «πέτρινα χρόνια» μιας οικονομικής χούντας.
Τι ήταν, όμως, αυτό το swap;
Για να καταλάβει κανείς, θα πρέπει να γυρίσει το καλαντάρι πίσω κατά 16 περίπου χρόνια, σε μια εποχή πολύ προτού ξεσπάσει η οικονομική κρίση, την περίοδο των «παχιών αγελάδων», όταν η Κομισιόν επευφημούσε την Ελλάδα για τους υψηλούς δείκτες ανάπτυξής της.
Κάπου μέσα στο 2001, ανάμεσα στην πρώτη και τη δεύτερη κυβέρνηση του Κώστα Σημίτη και λίγο προτού η χώρα μπει στο ευρώ, ένα περίεργο δίστηλο κάνει την εμφάνισή του στον ελληνικό έντυπο Τύπο και αναφέρει ότι βάσει μιας έκθεσης του Ελεγκτικού Συνεδρίου «πληρώθηκαν 775 εκατ. ευρώ για έξοδα για το κρυφό swap του Σημίτη».
Ιδού τι είχε γίνει: Ένα χρόνο νωρίτερα, το 2000, κι ενώ η Ελλάδα βρισκόταν σε τροχιά ένταξης στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ), η τότε κυβέρνηση συνήψε μια σύμβαση ανταλλαγής (swap) ύψους 2,8 δισ. ευρώ με αντισυμβαλλόμενο την Deutsche Bank και διαμεσολαβητή την Goldman Sachs. Αυτή η κίνηση έγινε επειδή το ύψος του δημοσίου χρέους τη συγκεκριμένη χρονιά υπολογιζόταν στο 103,5% του ΑΕΠ, ένα ποσοστό απαγορευτικό για την είσοδο της χώρας στο ευρώ.
Η τότε κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ, λοιπόν, για να μειώσει το δημόσιο χρέος και να εκπληρωθεί το κριτήριο της ένταξης, θεώρησε το σύνολο των υποχρεώσεων της Ελλάδας ως ένα νοητό αριθμητικό κεφάλαιο και το αντάλλαξε από δολάρια σε ιαπωνικά γεν. Στη συμφωνία που θα είχε διάρκεια 30 έτη, τέθηκε ως αριθμητική βάση το ποσό του δημοσίου χρέους, με μια πολύ συγκεκριμένη ρήτρα: Εάν το γεν ενισχυόταν έναντι του δολαρίου, τότε το Κράτος θα κέρδιζε, ενώ το αντίστροφο αποτέλεσμα θα σήμαινε οικονομική ζημία για το Δημόσιο.
Όμως σε αυτή τη συμφωνία υπήρξε μια αρκετά σοβαρή παρατυπία ως προς την ρήτρα κι αυτή είχε να κάνει με το ότι ίσχυσαν με αναδρομική ισχύ πενταετίας (1995-2000) οι τιμές του γεν, όταν αυτό κινείτο ακόμη ανοδικά έναντι του δολαρίου.
Κι από εκείνο, ακριβώς, το σημείο ξεκίνησε ένα απίστευτο οικονομικό έγκλημα. Και τούτο, γιατί αν και η Ελλάδα κατόρθωσε να μπει τελικά στον «σκληρό πυρήνα» της Ευρωζώνης, πλήρωσε ένα εξαιρετικά βαρύ τίμημα: Ενδεικτικά, μέσα στο διάστημα από το 2000 μέχρι και το 2009 το γεν υποχώρησε σημαντικά έναντι του δολαρίου, με αποτέλεσμα το ελληνικό κράτος να υποστεί ζημία συνολικού ύψους 21 δισ. ευρώ.
Ο Παπακωνσταντίνου, ο Τόμσεν, ο Τρισέ και ο Γεωργίου
Αρχικά, ο άνθρωπος που φέρεται ότι ήξερε τα πάντα από το 2001 για όλη αυτή την ιστορία με τον ήταν ένα πρόσωπο που εργάστηκε αρχικά ως σύμβουλος του Κώστα Σημίτη και αργότερα διετέλεσε και ο ίδιος υπουργός Οικονομικών: Ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου.
Από τη θέση του υπουργού Οικονομικών χρόνια αργότερα (σ.σ. ανέλαβε καθήκοντα επί κυβέρνησης Γιώργου Παπανδρέου στις 7 Οκτωβρίου 2009) ο ίδιος θα έδινε εντολή για την καταβολή ποσού ύψους 1,5 δισ. ευρώ ως προμήθεια για το «αμαρτωλό» swap και μάλιστα δίχως ποτέ αυτά τα χρήματα να εμφανίζονται πουθενά, ούτε καν σε κάποια εγγραφή του Προϋπολογισμού. Έτσι δόθηκε μια γερή ώθηση προς τα πάνω στο έλλειμμα της χρονιάς εκείνης.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της «Ελευθεροτυπίας», στις 3 Απριλίου του 2009, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) εντόπισε, βάσει σημειώματός της, για πρώτη φορά ασυνήθιστες οικονομικές συναλλαγές της Ελλάδας με χρηματοπιστωτικά ιδρύματα του εξωτερικού και μάλιστα υπό ασυνήθεις όρους.
Την είδηση έφερε στο φως της δημοσιότητας το πρακτορείο Bloomberg, ενώ λίγο αργότερα στις 15 Νοεμβρίου του ίδιου έτους έρχεται και η Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία (Eurostat), να αναφέρει πως κατά το διάστημα 2001-2007 η Ελλάδα είχε συνάψει ιδιωτικές συμβάσεις ανταλλαγής εκτός αγοράς. Κατά την Eurostat, ήταν αυτές ακριβώς οι συμβάσεις που ζημίωσαν το χρέος της χώρας κατά τουλάχιστον 5,3 δισ. ευρώ.
Μάλιστα, το Bloomberg προχώρησε ένα βήμα παραπέρα και στις 21 Δεκεμβρίου 2010 κατέθεσε αγωγή εναντίον της ΕΚΤ, ζητώντας την δημοσιοποίηση εγγράφων που δείχνουν πως η Ελλάδα χρησιμοποίησε παράγωγα προκειμένου να αποκρύψει το δημόσιο έλλειμμά της με αποτέλεσμα να πυροδοτηθεί έτσι η περιφερειακή κρίση κρατικών χρεών στην περιοχή.
Κι εδώ είναι που τα πράγματα αρχίζουν να γίνονται περίεργα: Σε απαντητική επιστολή που απέστειλε στο Bloomberg στις 21/12/2010, ο τότε πρόεδρος της ΕΚΤ Ζαν-Κλοντ Τρισέ απορρίπτει το αίτημα του ειδησεογραφικού πρακτορείου για αποκάλυψη των στοιχείων. «Οι πληροφορίες που περιλαμβάνουν τα δύο έγγραφα θα υπονομεύσουν την εμπιστοσύνη του κόσμου στον τρόπο άσκησης της οικονομικής πολιτικής. Η αποκάλυψη (των εγγράφων) στις παρούσες συνθήκες των πολύ ευάλωτων αγορών ενέχει τον ουσιαστικό και οξύ κίνδυνο να ενισχύσει την μεταβλητότητα και αστάθειά τους», έγραφε χαρακτηριστικά στην επιστολή του ο διοικητής της ΕΚΤ.
Λίγους μήνες νωρίτερα και με την Ελλάδα να βρίσκεται ήδη εντός του «Μνημονίου 1», ο τότε επικεφαλής της Τρόικας και μετέπειτα διευθυντής του Ευρωπαϊκού Τμήματος του ΔΝΤ, Πολ Τόμσεν, μαζί με τον πρώην πρόεδρο της τότε Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας της Ελλάδας (ΕΣΥΕ), Ανδρέα Γεωργίου, υποχρεώνουν την ελληνική κυβέρνηση να συμπεριλάβει στο χρέος και το ποσό των 21 δισ. ευρώ που αντιστοιχούσε στη ζημία από το swap.
Ενδεικτικά, η απαίτηση Τόμσεν υποχρέωνε την Ελλάδα να καταβάλλει σε ετήσια βάση για το διάστημα 2010-2014 ποσό ύψους 5 δισ. ευρώ. Αναφερόμαστε στον ίδιο άνθρωπο που πριν από μία εβδομάδα παραδέχθηκε δημοσίως ότι η «συνταγή» των Μνημονίων ήταν λανθασμένη. (Διαβάστε περισσότερα ΕΔΩ)
Αμέσως το χρέος εκτινάχθηκε στο 115% επί του ΑΕΠ, με αποτέλεσμα να θεωρείται στο εξής ως «μη εξυπηρετήσιμο».
Για την Ιστορία, υπενθυμίζεται, πως μέχρι και σήμερα ο κ. Γεωργίου παραμένει υπόδικος, καθώς εκκρεμεί σε βάρος του ενώπιον του Συμβουλίου Εφετών η υπόθεση των καταγγελιών για τεχνητή διόγκωση του ελλείμματος του 2009 προκειμένου να οδηγηθεί η χώρα στο καθεστώς των Μνημονίων. (Διαβάστε περισσότερα ΕΔΩ)
2010 – 2017: Θλιβερές πρωτιές…
Τη στιγμή που γράφονται τούτες οι γραμμές, βρισκόμαστε ήδη στον έβδομο χρόνο των Μνημονίων. Δυστυχώς, ως χώρα κατέχουμε μια θλιβερή πρωτιά σε δύο βασικές κατηγορίες: η πρώτη αφορά στο γεγονός ότι είμαστε η μοναδική χώρα του ευρώ που πλήρωσε προκαταβολικά τη ζημία από τη σύμβαση ενός swap, το οποίο αναμένεται να λήξει το 2030.
Η δεύτερη, εξίσου σοβαρή έχει να κάνει με την απόδοση ευθυνών στους έμμεσα και άμεσα υπεύθυνους, σε εκείνους που έβαλαν, ο καθένας ξεχωριστά, το δικό του «λιθαράκι», ώστε να περιέλθει η Ελλάδα σε αυτή τη δεινή θέση της μόνιμης επιτροπείας, της φτωχοποίησης και της εξαθλίωσης.
Το μόνο σίγουρο είναι πως όταν ο ιστορικός του μέλλοντος θελήσει να εξετάσει τα όσα διαδραματίζονται στη χώρα μας τα τελευταία περίπου είκοσι χρόνια, τότε θα αποκρυσταλλώσει ως πόρισμα μία και μόνο φράση: έγκλημα εκ προμελέτης.