Newsbomb.gr
Άλωση της Κωνσταντινούπολης: Τι θα είχε συμβεί αν οι Βυζαντινοί είχαν αντέξει το 1453;

Άλωση της Κωνσταντινούπολης:
Τι θα είχε συμβεί αν οι Βυζαντινοί είχαν αντέξει το 1453;

Του Κώστα Μαυραγάνη

Τα σενάρια «what if» (γνωστά και ως «εναλλακτικής ιστορίας») είναι ιδιαίτερα δημοφιλή σε φιλίστορες και μη, δεδομένου ότι παρουσιάζουν υποθέσεις σχετικά με πορείες γεγονότων διαφορετικές από τις γνωστές που βρίσκει κάποιος στην πραγματική ιστορία: Στην ουσία πρόκειται για τους ίδιους «πρωταγωνιστές» σε διαφορετικό πλαίσιο - κάτι που εκ των πραγμάτων «ιντριγκάρει» μεγάλη μερίδα του κοινού που εκφράζει ενδιαφέρον για την ιστορία…

Η ελληνική ιστορία είναι γεμάτη δυνατότητες για τέτοια σενάρια: Τι θα είχε γίνει εάν ο Αλέξανδρος δεν είχε πεθάνει τόσο νέος, τι θα είχε γίνει εάν η Μικρασιατική Εκστρατεία ήταν επιτυχής, τι θα είχε γίνει εάν ο Ιωάννης Μεταξάς δεν είχε πει το «ΟΧΙ» το 1940. Σε αυτό το πλαίσιο, το Newsbomb.gr εξετάζει το ίδιο ερώτημα σε σχέση με το γεγονός που σηματοδοτεί πρακτικά το τέλος της μεσαιωνικής πορείας του Ελληνισμού- την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, στις 29 Μαΐου 1453- με τη βοήθεια δύο διακεκριμένων ιστορικών, του Θάνου Βερέμη, ομότιμου καθηγητή Πολιτικής Ιστορίας στο ΕΚΠΑ και του Σωτήρη Ριζά, διευθυντή ερευνών στο Κέντρο Έρευνας της Ιστορίας του Νεώτερου Ελληνισμού της Ακαδημίας Αθηνών.

Μπορούσε να αντέξει η Κωνσταντινούπολη;

Αν και είναι σίγουρα γοητευτικό να φαντάζεται κανείς - ειδικά λαμβάνοντας υπόψη τις εξιστορήσεις του αγώνα των υπερασπιστών κατά την πολιορκία, την ηρωική φιγούρα του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου και τις παραδόσεις περί της Κερκόπορτας- πως, εάν η Κωνσταντινούπολη, παρά τη συντριπτική στρατιωτική υπεροχή των Οθωμανών, είχε καταφέρει να τους αποκρούσει τον Μάιο του 1453, θα μπορούσε να είχε ανοίξει ο δρόμος προς μια «ανάσταση/ σωτηρία», η πραγματικότητα φαίνεται πως είναι διαφορετική, δεδομένου ότι η Βυζαντινή Αυτοκρατορία- το Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος, με το οποίο συνδέθηκαν άρρηκτα η μοίρα και η ιστορία του Ελληνισμού για αιώνες- ήταν ένα κεφάλαιο της ιστορίας το οποίο στην πράξη είχε «σφραγιστεί» πολύ καιρό πριν το 1453.

Όπως εκτιμά ο κ. Βερέμης, η άλωση ήταν «αναπόφευκτη και μη μεταθέσιμη».

Ακόμα και αν κατάφερνε ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος να κρατήσει για λίγο την Κωνσταντινούπολη, η συνέχεια ήταν εξίσου ζοφερή. Δεν υπήρχε περίπτωση σταυροφορίας γιατί ήδη το 1444 είχε υπάρξει μια σταυροφορία, την οποία αντιμετώπισε ο Μουράτ Β’, ο πατέρας του Μωάμεθ του Πορθητή, στη Βάρνα, όπου νίκησε κατά κράτος τον Λαδίσλαο, βασιλιά της Ουγγαρίας, και τον Ουνιάδη, ο οποίος ήταν στρατηγός του. Ο Ουνιάδης επέστρεψε, ο Λαδίσλαος πέθανε στο πεδίο της μάχης. Δεν υπήρχε συνεπώς μεγάλη πιθανότητα μελλοντικής σταυροφορίας- αλλά ακόμα και αν υπήρχε σταυροφορία, μιλάμε για ένα πεδίο πλέον το οποίο το έχει καταλάβει σχεδόν ολοκληρωτικά το Ισλάμ. Οι Οθωμανοί - με τους Σελτζούκους πρώτα, και στη συνέχεια οι Οθωμανοί- έχουν εξισλαμίσει όλη τη Μ. Ασία σημειώνει ο διακεκριμένος ιστορικός.

Σε παρόμοιο πλαίσιο κινείται και η εκτίμηση του κ. Ριζά: Στην πραγματικότητα τα γεγονότα αυτού του είδους υπακούν ή αποτελούν μέρος μιας διαδικασίας που καθορίζεται από ευρύτερους συσχετισμούς δυνάμεων. Στην περίπτωση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας μπορεί να ειπωθεί με βεβαιότητα ότι το τέλος ήταν προδιαγεγραμμένο. Η Βυζαντινή αυτοκρατορία που έχουμε στο νου μας όταν συζητάμε συνήθως για αυτήν είναι μια μεγάλη αυτοκρατορία- είναι η αυτοκρατορία του Μεγάλου Κωνσταντίνου, που κληρονομεί τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, είναι η αυτοκρατορία του Ιουστινιανού, είναι το ανατολικό ρωμαϊκό κράτος του βασιλέως Ηρακλείου που εκστρατεύει στην Περσία. Είναι το κράτος της δυναστείας των Μακεδόνων.

Το 1453 δεν υπάρχει τίποτα τέτοιο, υπάρχουν μόνο κατακερματισμένα εδάφη στον ελληνικό χώρο, με τη στενή έννοια. Αυτή είναι η βυζαντινή αυτοκρατορία της εποχής. Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι τα άλλα ελληνικά/ βυζαντινά ελληνικά κράτη, όπως η αυτοκρατορία της Τραπεζούντας και το Δεσποτάτο του Μυστρά πέφτουν το 1460 και το 1461. Λίγο πολύ δηλαδή η τύχη του ελληνικού χώρου είναι αυτή συμπληρώνει ο κ. Ριζάς.

Οι προσπάθειες ανάσχεσης της πλημμυρίδας

Όπως σημειώνει ο κ. Βερέμης, η πίεση εξ ανατολών, με τον σταδιακό εξισλαμισμό της Μικράς Ασίας ήταν ένα πλήγμα από το οποίο η Βυζαντινή Αυτοκρατορία δεν είχε τη δυνατότητα να ανακάμψει: «Μιλάμε για έναν πληθυσμό πολύ μεγάλο πλέον από εξισλαμισμένους ανθρώπους, που σκέφτονται πια όχι ως Έλληνες ή χριστιανοί ή Δυτικοί, μα σκέφτονται κατά τη λογική των κατακτητών, των Οθωμανών. Οι Οθωμανοί είναι στην πραγματικότητα μια δυναστεία- αλλά μια δυναστεία που βρίσκεται επικεφαλής ενός τεράστιου πληθυσμιακού στοιχείου. Το Βυζάντιο δεν μπορούσε με τις κουκκίδες που του είχαν απομείνει στον χάρτη να αντιμετωπίσει αυτή την πλημμυρίδα. Η Θεσσαλονίκη είχε πέσει. Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, ως αυθέντης του Μυστρά έκανε μια προσπάθεια πριν γίνει αυτοκράτορας του Βυζαντίου, δηλαδή πριν πάρει τη θέση του αδελφού του, Ιωάννη Παλαιολόγου, οποίος πέθανε κάνοντας προσπάθειες για την Ένωση των Εκκλησιών- την υπέγραψε με τον Πάπα, αλλά μεγάλο μέρος του λαού της εποχής, ήταν εναντίον της ένωσης των εκκλησιών. Και τελικά δεν πραγματοποιήθηκε στην πράξη».

«Ο Παλαιολόγος έκανε μια απόπειρα από τον Μυστρά να ανακαταλάβει την ενδοχώρα της σημερινής Ελλάδας περίπου. Στην Αθήνα βρέθηκε μπροστά σε μια οχυρωμένη Ακρόπολη, και οι ένα Αθήναις ευρισκόμενοι κάλεσαν τους Οθωμανούς του Μουράτ σε βοήθεια. Σιγά σιγά απωθήθηκε πάλι, και ο Μουράτ κατέλαβε τη μισή Πελοπόννησο. Οπότε ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος αναγκάστηκε να υπογράψει συνθήκη. Σε αυτό το σημείο να πούμε ότι ο Μουράτ δεν ήταν ο χειρότερος για τους Έλληνες από τους σουλτάνους- αντιθέτως ήταν μάλλον ανοιχτός στις προτάσεις που του εγένοντο. Άλλωστε είχε και τη βεβαιότητα της δύναμης που κατείχε. Κι έτσι από εκεί και πέρα η εξέλιξη, ακόμα και αν κατάφερνε ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος να απωθήσει τις δυνάμεις του Μωάμεθ του Πορθητή θα κέρδιζε λίγο χρόνο ως την επόμενη προσπάθεια, που θα ήταν πολύ κοντινή. Κι έτσι δεν βλέπω καμία τέτοια πιθανότητα σωτηρίας για την Κωνσταντινούπολη» προσθέτει ο κ. Βερέμης- συμπληρώνοντας παράλληλα πως η υποστήριξη από τους Δυτικούς ήταν μικρή και ανεπαρκής απέναντι σε έναν εχθρό σαν τους Οθωμανούς, δεδομένου ότι κινδύνευαν και οι ίδιοι:

«Η μία περιοχή μετά την άλλη έπεφταν στα χέρια των Οθωμανών. Κινδύνεψε αργότερα η Βιέννη, έφτασαν ως εκεί οι Οθωμανοί δύο φορές, πήραν μέρος της Ιταλίας... και από εκεί και πέρα οι Δυτικοί κατάφεραν σιγά σιγά, χάρη στην τεχνολογία, χάρη στο καλύτερο πυροβολικό που διέθεταν να επανακτήσουν τα χαμένα εδάφη. Μα άργησαν όλα αυτά να γίνουν, και στο μεταξύ ο χώρος ο δικός μας ήταν κατειλημμένος».

Τα σημεία καμπής για την πτώση

Πριν το 1453 είχε προηγηθεί μια μακρά πορεία παρακμής της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας- ωστόσο πάντα υπάρχουν κάποια συγκεκριμένα, κομβικά σημεία καμπής που μπορεί να υποδείξει κανείς ως καθοριστικής σημασίας για την εξέλιξη των πραγμάτων. Τόσο ο κ. Ριζάς, όσο και ο κ. Βερέμης, υποδεικνύουν την άλωση του 1204 από τους Σταυροφόρους της Δ’ Σταυροφορίας ως καθοριστικής σημασίας.

Συγκεκριμένα, ο κ. Ριζάς αναφέρει: «Πότε είναι λοιπόν το σημείο αυτής της ανεπίστρεπτης παρακμής; Μάλλον θα πρέπει να το τοποθετήσουμε στο 1204: Είναι η πρώτη πτώση της Κωνσταντινούπολης, όταν η αυτοκρατορία υποκύπτει στα πλήγματα των σταυροφόρων. Παρά το γεγονός ότι θα ανασυσταθεί το 1261, δεν πρόκειται για το ίδιο συμπαγές κράτος, την ίδια μεγάλη αυτοκρατορία για την οποία μιλούσαμε ως τότε. Υπάρχει μια πορεία παρακμής την οποία παρατηρούμε σε όλες τις κρατικές οντότητες. Δεν σημαίνει ότι συμβαίνει με τον ίδιο τρόπο και στον ίδιο χρόνο για όλα τα κράτη, όμως συμβαίνει».

«Στην περίπτωση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας μπορεί να υποθέσει κανείς ότι από τις αρχές του 11ου αιώνα δέχεται πλήγματα, πιέσεις και από ανατολικά και από δυτικά. Ένα πρώτο μεγάλο πλήγμα το δέχεται στη Μικρά Ασία το 1071 με τη μάχη στο Μαντζικέρτ, από τους Σελτζούκους, και από το 1096 και μετά υφίσταται συνεχώς πιέσεις, με διαλείμματα μεν, αλλά σε ιστορικό βάθος. Δεν έχει τη δυνατότητα να δημιουργεί τον ίδιο πλούτο που δημιουργούσε παλαιότερα. Η οικονομική βάση έχει πολύ μεγάλη σημασία για να μπορέσεις να δημιουργήσεις την αναγκαία στρατιωτική ισχύ- και η οικονομική βάση σιγά σιγά κάμπτεται.

Δημογραφικά η βυζαντινή αυτοκρατορία συρρικνώνεται, τα εδάφη της συρρικνώνονται. Στην εποχή εκείνη, με τον τρόπο που είναι δομημένη η οικονομία, η οποία βασίζεται σε πολύ σημαντικό βαθμό στην εκμετάλλευση της γης, η συρρίκνωση του εδάφους έχει πολύ μεγάλη σημασία. Επίσης έχει μεγάλη σημασία το γεγονός ότι η Βυζαντινή Αυτοκρατορία και εν προκειμένω η Κωνσταντινούπολη ως διοικητικό της κέντρο, δεν εί αποτελεί πλέον εμπορικό κέντρο, με την έννοια ότι οι ίδιοι οι Βυζαντινοί δεν επιδίδονται ιδιαιτέρως στο εμπόριο. Επιδίδονται περισσότερο σε δραστηριότητες που έχουν σχέση με την κρατική γραφειοκρατία, και με τον στρατό. Το εμπόριο σιγά σιγά περνά στις ιταλικές πόλεις. Αυτό έχει μακροπρόθεσμες συνέπειες γιατί εφόσον παραχωρείται μία πηγή πλούτου η οποία δυνητικά είναι πολύ σημαντική, το βυζαντινό κράτος σταδιακά στερείται εσόδων που θα του ήταν ιδιαίτερα χρήσιμα για να αντιμετωπίσει αυτές τις προκλήσεις».

Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης, έργο του Ευγένιου Ντελακρουά

Ο κ. Βερέμης χαρακτηρίζει την Δ’ Σταυροφορία ως την πρώτη μεγάλη καμπή για το Βυζάντιο- το πρώτο πολύ μεγάλο χτύπημα για τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. «Ναι μεν ανακαταλαμβάνεται η Κωνσταντινούπολη από τους Παλαιολόγους αλλά δεν είναι πια ίδια η κατάσταση, έχει αδυνατίσει από την επίθεση από τη δυτική πλέον πλευρά και έχει προχωρήσει η κατάκτηση από την ανατολική πλευρά. Το Βυζάντιο βρίσκεται στη μέση ανάμεσα σε δύο πυρά...Το βέβαιο είναι ότι οι δυνατότητες πλέον της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μειώνονται διαρκώς, το εμπόριο εξαφανίζεται, η θάλασσα χάνει πλέον τη σημασία της για τους Βυζαντινούς- έχουν ήδη άλλωστε καταλάβει το μεγαλύτερο μέρος του Αιγαίου και της Μεσογείου οι Ενετοί ώσπου σιγά σιγά βέβαια μπαίνουν αργότερα και οι Τούρκοι, οι πειρατές, οι αδελφοί Μπαρμπαρόσα... το τέλος είναι βέβαιο και εκεί».

Θάνος Βερέμης: Η δυνατότητα του Βυζαντίου να διατηρηθεί στη ζωή χάθηκε πιο πριν. Χάθηκε από τον 14ο, 13ο αιώνα αιώνα. Δεν υπήρχε πιθανότης να σωθεί αυτή η αυτοκρατορία. Είχε ήδη αρχίσει να καταλαμβάνεται, να τρώγεται, από τα ανατολικά σύνορα και να προχωρούν. Ήταν μια αρρώστια κατά κάποιον τρόπο, η οποία μετέβαλλε τους πληθυσμούς σε ανατολικούς πια. Χάθηκε η γλώσσα, χάθηκε το θρήσκευμα, δεν έμεινε τίποτα από όλα αυτά.

Η ανάκαμψη του Ελληνισμού

Η Άλωση αποτέλεσε ένα από τα μεγαλύτερα «τραύματα» στην ιστορία του Ελληνισμού, καθορίζοντας σε μεγάλο βαθμό την πορεία του στους μετέπειτα αιώνες, από το τέλος της υπερχιλιετούς αυτοκρατορίας μέχρι τη δημιουργία του σύγχρονου ελληνικού κράτους. Σε αυτό το πλαίσιο, πολλά έχουν λεχθεί ως προς το πώς διαμορφώθηκε η ελληνική ταυτότητα από το 1453 και μετά, και πώς έφτασε μέχρι σήμερα.

Ο κ. Βερέμης υπογραμμίζει: «Το ενδιαφέρον για την ανάκαμψη του Ελληνισμού- και εδώ είναι ένα πραγματικό ας το πούμε θαύμα εν μέρει- οφείλεται στους εξής παράγοντες: Ο ένας είναι η ανοχή των οθωμανών προς τους μη μουσουλμάνους της επικράτειάς τους. Εφόσον είναι ειρηνική η συμβίωση, ανέχονται το άλλο θρήσκευμα, εφόσον πληρώνει κανείς και τους επιπλέον φόρους που βαρύνουν τον μη μουσουλμάνο- Και μάλιστα είναι σημαντικοί για τους Οθωμανούς αυτοί οι φόροι. Τώρα, ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι που βρίσκονται στον Ελλαδικό χώρο, στα νησιά, στην Κρήτη, στην Κύπρο, στα Ιόνια νησιά; Αυτοί είναι ελληνόφωνοι χριστιανοί ορθόδοξοι- και αυτό είναι το στοιχείο της ταυτότητας μιας αναδυόμενης κοινωνίας ανθρώπων οι οποίοι μιλάνε ελληνικά. Αυτή η ελληνοφωνία αρχίζει μεν από τους μορφωμένους περισσότερο, έμποροι, ιερείς ιερωμένοι διαφωτιστές- ελληνόφωνοι όλοι. Ο λαός μιλάει ελληνικά, αλλά υπάρχουν και αρβανίτικα, υπάρχουν και βλάχικα και σλάβικα και άλλες γλώσσες, είναι μια ποικιλία- στην οποία όμως επικάθεται η ελληνοφωνία σαν γνήσιο στοιχείο χριστιανικής παράδοσης. Και έτσι αυτά τα δύο, χριστιανισμός και γλώσσα, διαμορφώνουν ένα καινούριο έθνος. Αυτή είναι η παλιγγενεσία- και αυτά είναι τα βασικά συστατικά της νεοελληνικής ταυτότητας».

Όπως σημειώνει ο κ. Βερέμης, όταν η Κωνσταντινούπολη έπεσε στους Τούρκους, η Μικρά Ασία είχε ήδη χαθεί για τον Ελληνισμό: «Υπήρχε Ελληνισμός μόνο στην Τραπεζούντα, στον Πόντο και μετά άρχισαν να έρχονται Έλληνες από την ελλαδική επικράτεια, ως μετανάστες στη Μ. Ασία. Αυτοί που βρίσκουμε το 1922 στη Μικρά Ασία δεν είναι παλιοί Έλληνες, μα καινούριοι. Όλα τα παράλια, η Σμύρνη, η Ιωνία, είναι μέτοικοι, έχουν έρθει τα τελευταία 100-200 χρόνια και ξέρουν και την καταγωγή τους. Είναι από τη Λέσβο, από τη Χίο, από τα Νησιά, από την Κρήτη, ακόμα και από τα Επτάνησα. Οι Πόντιοι είναι οι μόνοι που μπορούν να έχουν σχέση με ένα παλιό παρελθόν. Οι άλλοι πλέον έχουν αλλάξει, έχουν μεταμορφωθεί σε μουσουλμάνους».

Σύμφωνα με τον διακεκριμένο ιστορικό, η αναγέννηση αυτή του Ελληνισμού οφείλεται κυρίως στην Εκκλησία, στην εκπαίδευση και τη γλώσσα- την καινούρια αυτή ταυτότητα, που διαμορφώνεται μέσα σε 400 χρόνια:

Αν σκεφτόμαστε το ποιοι είμαστε, τη σημερινή μας ταυτότητα, δεν πρέπει να πάμε πάρα πολύ μακριά. Βεβαίως υπάρχει μια βάση στην ελληνοφωνία την αρχαία ελληνική-, αναμφίβολα- και ο Κοραής άλλωστε αυτό θέλει να καταφέρει, να ξαναφέρει αυτή την σπουδαία γλώσσα σε κοινή χρήση, να την ξαναφέρει στη ζωή μας όπως ήταν. Αλλά η πραγματικότητα είναι πιο σύνθετη. Πιστεύω ότι αυτό που είμαστε είναι αυτό που γίναμε κιόλας μέσα σε 400 χρόνια. Είναι μια μετάλλαξη, μια μεταμόρφωση από το παρελθόν σε μια ενιαία ελληνοφωνία, για την οποία βέβαια ευθύνεται και το ελληνικό κράτος, που δημιουργείται με προδιαγραφές τέτοιες- δηλαδή μια ενιαία γλωσσική παιδεία, ελληνική- αρχικά “κοραΐστικη” και μετά σιγά σιγά γίνεται δημοτική. Αυτά όλα δημιουργούν έναν νέο άνθρωπο. Δεν είναι ο βυζαντινός άνθρωπος, πλέον είναι κάτι καινούριο, που αποτελείται από στοιχεία παλαιά, ναι, είναι ορθόδοξος, είναι ελληνόφωνος, αλλά δεν είναι το ίδιο, έχει μια άλλη συνείδηση- και η συνείδηση αυτή είναι εθνική συνείδηση.

Τι θα είχε γίνει εάν είχε αντέξει η Πόλη;

Καταλήγοντας λοιπόν, ποιο είναι το συμπέρασμα που προκύπτει ως προς το ερώτημα τι θα είχε γίνει εάν η Κωνσταντινούπολη είχε αντέξει το 1453; Θα είχε επηρεάσει σημαντικά τις εξελίξεις;

Ο κ. Βερέμης εκτιμά ότι δεν θα είχε αλλάξει κάτι σημαντικά: «Αν είχε καταφέρει να επιζήσει λίγο περισσότερο η Κωνσταντινούπολη και τα λίγα σημεία ύπαρξης βυζαντινού κράτους και ρωμαίικης επικράτειας, αυτό θα άλλαζε το χαρακτήρα των πληθυσμών αργότερα; Όχι, δε νομίζω ότι υπήρχε τέτοιο ενδεχόμενο, η ιστορία είχε τελειώσει πια».

Ο κ. Ριζάς, πάντως, εκτιμά ότι κάποια πράγματα μπορεί να ήταν διαφορετικά εάν το βυζαντινό κράτος είχε καταφέρει να αντέξει, σε έναν βαθμό έστω, τον 15ο, 16ο ή και 17ο αιώνα.

Σωτήρης Ριζάς: «Μπορούμε να προσπαθήσουμε να απαντήσουμε για χάρη της ανάλυσης, κυρίως να δούμε τι συνέβη λόγω της πτώσης και να το παρουσιάσουμε με το αντεστραμμένο του είδωλο. Μπορεί να διαπιστώσει κανείς ότι ο ελληνικός χώρος, στον οποίο είχε περιοριστεί το βυζαντινό κράτος τον 15ο αιώνα, οπωσδήποτε αποκόπηκε από τις εξελίξεις στη δυτική Ευρώπη τον 15ο αιώνα. Η Δύση περνά τη φάση της Αναγέννησης. Περνά επίσης τη φάση των ανακαλύψεων. Ο δυτικός κόσμος επεκτείνεται, πάει πέρα από τους ωκεανούς, δημιουργεί αποικίες, πηγές πλούτου».

Στον αντίποδα, προσθέτει, ο ελληνικός χώρος είναι αποκομμένος από αυτές τις εξελίξεις ως συνέπεια της πτώσης της Κωνσταντινούπολης: «Εντάσσεται θα έλεγε κανείς σε ένα άλλο κοσμοσύστημα που ακμάζει ως το τέλος του 17ου αιώνα- το 1683, όταν οι Οθωμανοί φτάνουν στις πύλες της Βιέννης και κάπου εκεί διακόπτεται η επέκτασή τους στην Ευρώπη και εισέρχονται σε πορεία παρακμής. Ο ελληνισμός θα έχει μεν μια έξοδο, η οποία όμως σαφώς δυσχεραίνεται πολιτικά, οικονομικά υλικά και πνευματικά. Καταβάλλεται μια προσπάθεια η οποία όμως είναι πολλαπλάσια αυτής που θα καταβαλλόταν αν μπορούσες να συμμετάσχεις στις εξελίξεις που λαμβάνουν χώρα στον Δυτικό κόσμο από τον 15ο αιώνα και μετά».

Έργα του Θάνου Βασιλικού

Σημειώνει ο κ. Ριζάς: Αν υποθέσουμε ότι μπορούσε να επιβιώσει ένα μέρος του βυζαντινού κράτους τους επόμενους αιώνες, να διανύσει τον 16ο αιώνα, θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι θα δημιουργούνταν υλικές και πνευματικές προϋποθέσεις για μια άλλη εξέλιξη του Ελληνισμού. Ο Ελληνισμός πέρασε μια φάση σουλτανικού τύπου. Πρόκειται για ένα σύστημα διακυβέρνησης, ένα οικονομικό και ιδεολογικό σύστημα που ανάγεται και εκπορεύεται από κεντρική αρχή. Τι λείπει; Λείπει αυτό που χαρακτήρισε την εξέλιξη του Δυτικού ανθρώπου, των Δυτικών κοινωνιών: Λείπει η ροπή στην έρευνα, ο ατομοκεντρισμός, η ροπή προς τη συσσώρευση πλούτου. Όλα αυτά είναι βασικά στοιχεία για το πώς δομείται η κοινωνική ζωή, εν τέλει η αντίληψη για τον άνθρωπο. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι πράγματι ότι θα χρειαζόταν άλλο είδος αυτοπροσδιορισμού από αυτό που είχαν οι Έλληνες στο τοπικό επίπεδο, στις κοινότητές τους. Χρειαζόταν μια κρατική υπόσταση να μπορεί να υποστηρίξει και να ενισχύσει αυτές τις αντιλήψεις και ροπές. Και αυτό έλειψε από τον ελληνικό χώρο ως συνέπεια της πτώσης της βυζαντινής αυτοκρατορίας.