Πέγκυ Τρικαλιώτη: H συνάντηση με την Κιουρί, η τηλεόραση και η φθορά
Η Πέγκυ Τρικαλιώτη μιλάει στο Newsbomb.gr για τη «συνάντηση» με τη Μαρί Κιουρί, εκφράζει την επιθυμία να επιστρέψει στην τηλεόραση και μοιράζεται τις σκέψεις της για τον χρόνο που περνά...
Η φετινή θεατρική σεζόν βρίσκει την Πέγκυ Τρικαλιώτη στο Θέατρο Αποθήκη, με ένα έργο που η ίδια θεωρεί καλλιτεχνικό της «παιδί» και με μία ηρωίδα που συνδέεται βαθιά και εσωτερικά μαζί της.
Η Πέγκυ Τρικαλιώτη ως Μαρί Κιουρί αποδεικνύει ξανά ότι το δώρο-ταλέντο που της δόθηκε το «χρησιμοποιεί» με τον καλύτερο δυνατό τρόπο για να συνεπάρει σε ένα ταξίδι συναισθημάτων τους θεατές.
Πριν τέσσερα χρόνια, φανταζόσασταν ότι φέτος το έργο θα «άνοιγε τα φτερά του» σε ένα μεγαλύτερο θέατρο και θα λάμβανε τόσο μεγάλη αποδοχή;
«Είναι η τέταρτη φορά που ανεβάζουμε το έργο Η Απολογία της Μαρί Κιουρί. Τις προηγούμενες φορές, όμως, ήταν από δύο-τρεις μήνες. Ήταν δηλαδή ή στην αρχή ή στο τελείωμα της σεζόν, ανάμεσα σε άλλες παραστάσεις που έκανα. Είχαμε 2-3 παραστάσεις την εβδομάδα, τώρα κάνουμε τέσσερις και αυτή η μία επιπλέον ημέρα για εμάς είναι σημαντική και σίγουρα δυσκολεύει περισσότερο το "παιχνίδι". Είναι μία παράσταση που απαιτεί το 100% της σωματικής και φωνητικής μου υγείας, μία παράσταση με έντονες συναισθηματικές εναλλαγές. Είπαμε φέτος, μιλώντας με την Κίρκη Καραλή που υπογράφει τη σκηνοθεσία, να το προβάλλουμε περισσότερο το έργο. Του αξίζει. Έτσι, έχουμε ξεκινήσει στο θέατρο Αποθήκη με τα Αθηναϊκά Θέατρα και αρέσει πολύ στον κόσμο. Είναι μία παράσταση φτιαγμένη από το μηδέν. Είναι μία χειροποίητη παράσταση, που ανεβάσαμε αρχικά σε δική μας παραγωγή και ξαφνικά έγινε κάτι που δεν το φανταζόμασταν».
Το αισθάνεστε ως καλλιτεχνικό σας παιδί;
«Το νιώθω πολύ! Είναι ένα έργο ισότιμα φτιαγμένο από όλους μας, από την Ευσταθία που υπογράφει το θεατρικό κείμενο, την Κίρκη Καραλή που είχε πάντα τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο, εμένα, τον χορογράφο και χορευτή Κωνσταντίνο Παπανικολάου ο οποίος παίζει και στην παράσταση. Τις προηγούμενες χρονιές είχαμε κοντά μας την ηθοποιό Αγγελική Πασπαλιάρη, ενώ φέτος έχουμε την εκλεκτή συνάδελφο Ιζαμπέλλα Μπαλτσαβιά».
Στην παράσταση δεν υπάρχουν σκηνικά. Είναι ένα στοιχείο που παρέχει μία ελευθερία στον θεατή να δημιουργήσει τις δικές του εικόνες;
«Ναι, ισχύει αυτό. Όταν φεύγει ο κόσμος μάς λέει ότι νόμιζαν πως έβλεπαν δάση, κήπους, ολόκληρες εικόνες».
Είναι ένα ολόκληρο «ταξίδι» αυτή η παράσταση;
«Ναι, ένα καθημερινό ταξίδι στη ζωή αυτής της γυναίκας, την νιώθω σαν αδερφή μου ή καλύτερή μου φίλη. Μέσα σε 90 λεπτά περιγράφουμε όλη της τη ζωή χωρίς σταματημό. Καλπάζει το κείμενο, συγχρόνως υπάρχει μία κίνηση που δεν σταματά δευτερόλεπτο».
Τι κερδίζει τον θεατή;
«Αυτό που κερδίζει τον θεατή είναι οι γρήγορες και έντονες εναλλαγές που βλέπει σε σχέση με τη ζωή της. Από τον πρώτο έρωτα στη Σορβόννη και τις σπουδές, στους χορούς και το Παρίσι, στο γάμο, στα παιδιά, στις απώλειες, στη διδασκαλία στη Σορβόννη, μέχρι και το τέλος της. Ό,τι υπάρχει σε μία ζωή το βλέπουμε σε 90 λεπτά. Μάλιστα, ακουμπάμε τη ζωή μιας γυναίκας-της πρώτης που πήρε Νόμπελ και μάλιστα δύο. Ηταν μία γυναίκα που γεννήθηκε το 1867, επί ρωσικής κατοχής στην Πολωνία. Μεγάλωσε εκεί, κατάφερε να μπει στη Σορβόννη, να πάρει τρία πτυχία, είναι η πρώτη γυναίκα που δίδαξε στη Σορβόννη, πήρε Νόμπελ. Έζησε όμως και τον έρωτα, την αγάπη, έκανε δύο παιδιά, είχε μία ζωή γεμάτη. Μαθαίνει ο θεατής στοιχεία ζωής που δεν γνωρίζει. Μέσα από τη ζωή της περνά όλη η γυναικεία πορεία, είναι τρομερό αυτό το στοιχείο. Είναι μια γυναίκα που έπεσε 15 φορές κάτω και σηκώθηκε 18. Μία γυναίκα που πέρασε μέσα από την κατάθλιψη και βγήκε από αυτήν. Μία γυναίκα που, ενώ πέρναγε πολύ δύσκολα, την ίδια στιγμή μπορούσε να χαρεί και να συνεχίσει τη ζωή της. Βλέπουμε πράγματα που σήμερα τα κατανοούμε, αλλά τότε ήταν πρωτόγνωρα».
Έχετε βρει κοινά στοιχεία με τη γυναίκα αυτή;
«Την έχω λατρέψει τη γυναίκα αυτή. Βρίσκω σε κάθε της ατάκα κομμάτια δικά μου. Νιώθω ότι κάθε μέρα συναντιόμαστε και συνομιλούμε. Είναι μία προσωπική συνάντηση τολμώ να πω».
Συμπορεύεστε πάντα με τους ρόλους σας;
«Ναι, ακόμη και αν κάποια ηρωίδα δεν μου είναι συμπαθής, προσπαθώ να βρω κοινά μας στοιχεία. Με όλες τις ηρωίδες μου προσπαθώ να γίνω ένα. Είναι κομμάτια δικά μου οι ρόλοι».
Νιώθετε γεμάτη, όπως αντιλαμβάνομαι, για την καλλιτεχνική αυτή στιγμή…
«Ναι, λέγονται λόγια σε αυτή την παράσταση τα οποία είναι αξίες που ακόμη κι αν δεν τις έχω αγγίξει, θα ήθελα να τις ακολουθήσω στη ζωή μου. Νιώθω ότι αυτή η παράσταση μπορεί να κάνει τον άνθρωπο να δει τον εαυτό του με άλλο μάτι. Όταν βλέπω να συμβαίνει αυτό το πράγμα με τις δουλειές μου, νιώθω τρισευτυχισμένη. Γιατί τελικά ποιος είναι ο στόχος; Η τέχνη έχει ένα σκοπό. Όταν τελειώσει το κομμάτι της ματαιοδοξίας, του κατά πόσο είμαι καλή, που είναι φυσικό να το περάσει κάποιος, μετά μένεις εσύ και ο εαυτός σου, ο σκοπός σου».
Στην πορεία σας, είπατε «ναι» για το κομμάτι της δημοφιλίας και της αναγνωρισιμότητας;
«Όχι, προσπαθώ να κάνω δουλειές που με γεμίζουν ουσιαστικά και είχα την τύχη να βρεθώ με τους κατάλληλους ανθρώπους την κατάλληλη στιγμή. Έτσι, μπόρεσα με πολλή δουλειά και με ένα δώρο, που φαντάζομαι ότι μου έχει δοθεί από κάπου, να τα καταφέρω. Το να έχεις ένα ταλέντο είναι δώρο. Εμένα μου δόθηκε και δεν το άφησα να "μουχλιάσει". Το δώρο πρέπει να μοιράζεται. Αν μία ερμηνεία σου έχει μετακινήσει έναν άνθρωπο και τον έχει κάνει καλύτερο, είναι σπουδαία υπόθεση. Αυτός είναι ο σκοπός».
Η ζυγαριά σας έγερνε πάντα προς το θέατρο. Η τηλεόραση είναι ένα μέσο που αγαπήσατε;
«Πάρα πολύ, όταν πρωτοβγήκα έκανα αρκετή τηλεόραση. Στην αρχή της ιδιωτικής τηλεόρασης έκανα αυτοτελή επεισόδια και μετά τρεις συνεχόμενες σειρές με τον Κουτσομύτη. Ήταν δουλειές που τις επέλεξα και με επέλεξαν, γιατί πέρασα από κάστινγκ. Αργότερα δεν ήρθαν αντίστοιχες προτάσεις, οπότε επειδή λάτρευα το θέατρο, αφοσιώθηκα εκεί».
Πώς βλέπετε τη στροφή που γίνεται στη μυθοπλασία;
«Το γεγονός ότι τόσο καιρό δεν είχαμε μυθοπλασία, ήταν το πρόβλημα. Τα τελευταία χρόνια, από τις "Άγριες Μέλισσες" και μετά, οι τηλεθεατές που μπορεί να μην πήγαιναν θέατρο, είχαν τη δυνατότητα να δουν εξαιρετικούς Έλληνες ηθοποιούς. Δεν μπορούσαν να φανταστούν ότι υπάρχουν και στη χώρα μας σπουδαίοι ηθοποιοί όπως αυτοί που βλέπουμε στον κινηματογράφο ή στις διάφορες πλατφόρμες. Το ότι η Μαρία Κίτσου είναι τόσο σπουδαία, δεν το ήξερε ο κόσμος που δεν πάει θέατρο. Μετά συνειδητοποιούσαν ότι υπάρχουν κι άλλοι κι άλλοι. Ανακαλύψαν τη Μαρία Πρωτόπαππα, την εκπληκτική αυτή ηθοποιό. Βλέπουν ερμηνείες που δεν φαντάζονταν ότι υπάρχουν στην Ελλάδα. Αυτό είναι συναρπαστικό που συμβαίνει».
Θα σας ενδιέφερε να επιστρέψετε στη μικρή οθόνη;
«Ναι... Τώρα βέβαια με τη συνθήκη της ζωής μου, με το παιδί, με το θέατρο, χρονικά δεν ξέρω αν θα μπορούσα να κάνω θέατρο και τηλεόραση την ίδια περίοδο. Δεν ξέρω αν οι δυνάμεις μου με κρατούν, μεγαλώνουμε κιόλας (γέλια)».
Πώς είναι ο χρόνος που περνά; Είστε μία γυναίκα γεμάτη;
«Είμαι πλήρης, ευγνώμων, όμως θέλω να ζήσω κι άλλα, θέλω να προχωρήσω!».
Σας φοβίζει η φθορά του;
«Μόνο τα θέματα υγείας με τρελαίνουν. Δεν με ενοχλεί που περνάει ο χρόνος από πάνω μου, όμως με στεναχωρεί που βλέπω τη φθορά στους ανθρώπους που αγαπώ».
Ακολουθήστε το Newsbomb και στο κανάλι μας στο YouTube.
Διαβάστε επίσης
Ο «Παγιδευμένος» Σόλων Τσούνης μας ξεναγεί στο «καταφύγιο» του
Αιμιλιανός Σταματάκης: Η συνάντηση με τον Καζαντζάκη, ο «Γλυκάνισος», οι κακοποιητικές συμπεριφορές