Η αλήθεια για το Άστρο της Βηθλεέμ: Υπήρξε πράγματι ή ήταν θρησκευτικό σύμβολο;
Τελικά υπάρχει το άστρο της Βηθλεέμ; O αστροφυσικός, Στράτος Θεοδοσίου, μιλώντας στο Newsbomb.gr, ανέλυσε με ενδιαφέρον το μυστήριο που περιβάλλει «το άστρο της Βηθλεέμ» και την πιθανή αστρονομική του εξήγηση.
Μέσα από αυτήν, ο Στράτος Θεοδοσίου παρέχει μια νέα οπτική σχετικά με την αναφορά στον αστέρα που καθοδήγησε τους μάγους στη γέννηση του Ιησού Χριστού. Όπως ο ίδιος σημειώνει το άστρο της Βηθλεέμ είχε συμβολικό χαρακτήρα.
Το Άστρο της Βηθλεέμ, ή Άστρο των Χριστουγέννων, αποτελεί το σύμβολο της γέννησης του Ιησού και φυσικά της νέας θρησκείας, που καθιερώθηκε στη συνέχεια ως επικρατούσα στον δυτικό και όχι μόνο κόσμο. Σύμφωνα με την παράδοση και τις γραφές, ήταν ένα ουράνιο φαινόμενο το οποίο κατέδειξε στους τρεις Μάγους τον τόπο γέννησης του Ιησού, και σηματοδότησε έτσι με αυτόν τον υπερφυσικό τρόπο την εποχή του Χριστιανισμού.
Δείτε τη συνέντευξη του Στράτου Θεοδοσίου στο Newsbomb.gr:
Αρχικά, ο καθηγητής διευκρινίζει ότι οι πρώτες αναφορές στο άστρο της Βηθλεέμ προέρχονται από το Ευαγγέλιο του Ματθαίου, το οποίο είναι και η μοναδική βασική πηγή που αναφέρεται στο φαινόμενο αυτό. Ο Ματθαίος περιγράφει πως «ιδού μάγοι από Ανατολών» ακολούθησαν έναν αστέρα για να φτάσουν στη Βηθλεέμ και να προσκυνήσουν τον νεογέννητο Χριστό. Η περιγραφή αυτή έχει εμπνεύσει αιώνες αστρονομικών και ιστορικών αναζητήσεων για την ταυτότητα αυτού του «αστέρος».
«Το αστέρι αποτελεί ένα «συμβολικό σημάδι»
Ο Στράτος Θεοδοσίου εξηγεί ότι η επιστημονική κοινότητα προσπάθησε πολλές φορές να εντοπίσει μια φυσική εξήγηση για το άστρο αυτό. Αστρονόμοι όπως ο Γιοχάνες Κέπλερ καθώς και σύγχρονοι επιστήμονες, έχουν αναζητήσει το φαινόμενο μέσα από τη χρήση των σύγχρονων αστρονομικών εργαλείων. «Ο Κέπλερ, για παράδειγμα, είχε προτείνει ότι το άστρο ήταν ένα καινοφανές αστέρι ή μια σύνοδος πλανητών, που συνέβη περίπου το 7 π.Χ., αλλά η θεωρία αυτή παραμένει αμφιλεγόμενη», ανέφερε.
Αξιοσημείωτο είναι ότι ο Θεοδοσίου καταρρίπτει την υπόθεση ότι το άστρο της Βηθλεέμ ήταν ένας κανονικός αστέρας ή πλανήτης, δεδομένου ότι ένας αστέρας δεν μπορεί να σταθεί «πάνω από μία οικία» ή να ακολουθήσει μια πορεία που να οδηγεί ακριβώς σε ένα συγκεκριμένο σημείο στη Γη. Επισημαίνει, μάλιστα, πως η παρουσία ενός αστέρος στον ουρανό, αν πλησίαζε τη Γη, θα είχε καταστρέψει τη ζωή μας λόγω της τεράστιας θερμότητας και της ηλιακής ακτινοβολίας.
Αντίθετα, ο Στράτος Θεοδοσίου προτείνει ότι το «αστέρι» που περιγράφει ο Ευαγγελιστής Ματθαίος δεν ήταν ένας φυσικός αστέρας, αλλά ένα μεταφυσικό φαινόμενο, που είχε στόχο να συμβολίσει την έλευση του Υιού του Θεού. Ο ίδιος τονίζει ότι «η σημασία αυτού του φαινομένου δεν ήταν να εξηγηθεί επιστημονικά, αλλά να αποδώσει την υπερφυσική διάσταση της γέννησης του Χριστού. Το αστέρι αποτελεί, κατά τον Θεοδοσίου, ένα «συμβολικό σημάδι» που υποδηλώνει την έλευση του Σωτήρα της ανθρωπότητας και αποδίδει μια μεταφυσική έννοια στη γέννηση του Ιησού, μια ιδέα που είναι παρούσα σε πολλές θρησκευτικές παραδόσεις, όπως στη γέννηση του Μωυσή και άλλων μεγάλων προφητών».
Όταν η επιστήμη συναντά τη θρησκεία
Οι επιφανείς και ιδιαίτερα γνωστοί στο ελληνικό κοινό από τις τηλεοπτικές εκπομπές, τις διαλέξεις και τα βιβλία τους, αστροφυσικοί και καθηγητές στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Στράτος Θεοδοσίου και Μάνος Δανέζης πριν από μερικά χρόνια εκπόνησαν μια ολοκληρωμένη μελέτη γύρω από το ζήτημα, την οποία ενέταξαν στο βιβλίο τους με τίτλο «Στα ίχνη του Ι.Χ.Θ.Υ.Σ.» (Εκδόσεις Δίαυλος).
Οι επιστήμονες προσέγγισαν το ζήτημα μελετώντας όλες τις διαθέσιμες πρωτότυπες πηγές, συμβουλευόμενοι και εκατοντάδες άλλα κείμενα και αναλύσεις, όλων των θεωρητικών τάσεων (θεολογικών, φιλοσοφικών, επιστημονικών). Η έρευνα τους διήρκεσε επτά χρόνια, και περιλάμβανε ακόμα και αποστολές σε βιβλιοθήκες του εξωτερικού.
Ο καθηγητής εξηγεί επίσης ότι «η επιστήμη και η θρησκεία μπορούν να συνυπάρξουν αρμονικά όταν ερευνάται το πεδίο των θρησκευτικών φαινομένων, αρκεί να γίνεται με σεβασμό και συνεργασία». Αναφέρει ότι στη συγγραφή των βιβλίων του, όπως και με τον συνεργάτη του Μάνο Δανέζη, δεν αντέγραψαν άλλες έτοιμες απόψεις, αλλά επιστράτευσαν την πρωτογενή βιβλιογραφία και συμβουλεύτηκαν θεολόγους και ιερωμένους, προκειμένου να διασφαλίσουν την ακρίβεια των αναλύσεών τους.
Η συνεργασία μεταξύ επιστήμης και θρησκείας αποδεικνύει, σύμφωνα με τον Στράτο Θεοδοσίου, ότι τα θρησκευτικά φαινόμενα δεν πρέπει να απορρίπτονται ως απλές μυθολογίες, αλλά ότι μπορούν να ερμηνευτούν και να συνδεθούν με την ανθρώπινη ανάγκη να κατανοήσει το θείο και το θαυμαστό. Αυτό είναι το σημαντικότερο μάθημα που εξάγεται από τη μελέτη του άστρου της Βηθλεέμ: Ένα φαινόμενο που, παρά την έλλειψη επιστημονικής εξήγησης, συνεχίζει να προκαλεί θαυμασμό και πνευματική αναζήτηση.