Στην αποθήκευση ενέργειας μετατοπίζεται το επενδυτικό ενδιαφέρον
Οπως μάλιστα συνέβη στο παρελθόν με τα αιολικά και πολύ πρόσφατα με τα φωτοβολταϊκά, το ενδιαφέρον που εκδηλώνεται από πλευράς επενδυτών είναι πολλαπλάσιο των στόχων που θέτει το υπό αναθεώρηση Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ).
Μέχρι και τις πρώτες ημέρες του Απριλίου η ΡΑΕ ενέκρινε άδειες για συστήματα αποθήκευσης ενέργειας συνολικής ισχύος 26,64 GW, όταν ο αναβαθμισμένος στόχος του ΕΣΕΚ προβλέπει για το 2030 ισχύ 8,1 GW (5,6 GW από μπαταρίες και 2,5 GW από έργα αντλησιοταμίευσης). Για έργα συνολικής ισχύος 5,3 GW έχει κατατεθεί ήδη αίτημα στον ΑΔΜΗΕ για σύνδεση με το δίκτυο και προπορεύεται στην... κούρσα της επενδυτικής και λειτουργικής ενίσχυσης.
Οι στόχοι του ΕΣΕΚ μεταφράζονται σε επενδύσεις της τάξης των 5 δισ. ευρώ, ποσό που υπερκαλύπτεται τουλάχιστον κατά τρεις φορές από τις αδειοδοτημένες επενδύσεις, το κόστος των οποίων υπολογίζεται σε πάνω από 16 δισ. ευρώ.
Η αποθήκευση είναι η τεχνολογία που θα δώσει λύση στο πρόβλημα της στοχαστικότητας των ΑΠΕ, της συνάρτησης δηλαδή της παραγωγής τους με τις καιρικές συνθήκες. Η ενέργεια που δεν καταναλώνεται όταν υπάρχει πλεονάζουσα παραγωγή αποθηκεύεται και διοχετεύεται στο σύστημα όταν δεν φυσάει ή δεν έχει ήλιο.
Αρμόδιοι φορείς και επενδυτές διαπιστώνουν στην πράξη εδώ και περίπου δύο χρόνια το σοβαρό πρόβλημα που δημιουργείται για την ευστάθεια του συστήματος από τη μεγάλη διείσδυση πράσινης ενέργειας χωρίς δυνατότητα αποθήκευσης. Πρόκειται για μια κοινή πρόκληση για τους διαχειριστές ηλεκτρικών συστημάτων όλης της Ευρώπης, που ελλείψει του εργαλείου της αποθήκευσης καταφεύγουν σε περικοπές πράσινης παραγωγής προκειμένου να αποτρέψουν τον κίνδυνο μπλακ άουτ. Η περαιτέρω διείσδυση των ΑΠΕ συναρτάται πλέον σε πολύ μεγάλο βαθμό από την ταχύτητα ανάπτυξης συστημάτων αποθήκευσης.
Για τους επενδυτές με σημαντική παραγωγή ΑΠΕ, η αποθήκευση θα δώσει τη δυνατότητα καλύτερης αξιοποίησης του χαρτοφυλακίου τους και προβλεψιμότητας για τη συμμετοχή τους στη χονδρεμπορική αγορά και παράλληλα μεγαλύτερη ευελιξία στη σύναψη πράσινων διμερών συμβολαίων (PPAS) με μεγάλους καταναλωτές ή προμηθευτές ρεύματος. Υπό αυτή την έννοια η στροφή προς την αποθήκευση είναι μονόδρομος για τους επενδυτές που έχουν αναπτύξει ήδη σημαντικά χαρτοφυλάκια ΑΠΕ.
Στην πρώτη γραμμή της κούρσας για τη νέα τεχνολογία της αποθήκευσης βρίσκονται η ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή με έργα συνολικής ισχύος άνω των 3 GW, η πορτογαλική EDPR με ισχύ 1,3 GW, η Mytilineos με ισχύ 1,1 GW και η ΔΕΗ Ανανεώσιμες με ισχύ άνω του 1 GW. Η λίστα των αδειών της ΡΑΕ περιλαμβάνει επίσης έργα ισχύος άνω των 300 MW και έως 880 MW από τους ομίλους Motor Oil, Ιntrakat, Ρόκας, Ελλάκτωρ, Κοπελούζος, Kiffer, Green Progressive, τις γαλλικές εταιρείες EDF, ΑKUO Εnergy και Voltalia, την ιταλική Enel, ενώ συμμετέχει και ένας μεγάλος ακόμη αριθμός ελληνικών και ξένων εταιρειών με μικρότερης ισχύος έργα.
Οι επενδυτές βρίσκονται εν αναμονή της πρώτης δημοπρασίας για έργα ισχύος 450 MW που θα λάβουν επενδυτική αλλά και ετήσια λειτουργική ενίσχυση για τα πρώτα δέκα χρόνια λειτουργίας τους. Πρόκειται για τον πρώτο διαγωνισμό για επιδοτούμενα έργα, ενώ θα ακολουθήσει περί τα τέλη του έτους ο δεύτερος για έργα αντίστοιχης ισχύος.
Οι διαγωνισμοί εντάσσονται στο πλαίσιο της έγκρισης που διασφάλισε η Ελλάδα από την Ε.Ε. για τη στήριξη έργων αποθήκευσης 900 MW, με ένα κονδύλι της τάξης των 341 εκατ. ευρώ. Η ανάθεση των συμβάσεων στα επιλεγμένα έργα, σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση της Κομισιόν, θα πρέπει να πραγματοποιηθεί πριν από το τέλος του 2023 και η εγκατάσταση των συστημάτων αποθήκευσης να έχει ολοκληρωθεί έως το τέλος του 2025. Από το Ταμείο Ανάκαμψης έχουν διασφαλιστεί πόροι 200 εκατ. ευρώ για έργα αποθήκευσης, ενώ πρόσθετη χρηματοδότηση 250 εκατ. ευρώ διασφαλίστηκε για το έργο αντλησιοταμίευσης της ΤΕΡΝΑ στην Αμφιλοχία, δυναμικότητας 680 MW, που κατασκευάζεται ήδη.