Φόροι: Η «λυπητερή» του Σεπτεμβρίου - Τι πρέπει να πληρώσετε
Ξεκινά ο φορολογικός «Γολγοθάς» πληρωμών για χιλιάδες φορολογούμενους και επιχειρήσεις. Οι φορολογούμενοι που δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν στις παραπάνω φορολογικές υποχρεώσεις έχουν στη διάθεσή τους διάφορες επιλογές προκειμένου να αποφύγουν την ενεργοποίηση μέτρων αναγκαστικής είσπραξης, όπως είναι οι κατασχέσεις.
Τα «ραβασάκια»
Φόρος Εισοδήματος: Μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου περίπου 2,5 εκατομμύρια νοικοκυριά θα πρέπει να καταβάλλουν τη δεύτερη δόση των φόρων που έχουν βεβαιωθεί από την εκκαθάριση των φετινών δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος. Το ποσό που πρέπει να πληρώσουν υπερβαίνει το 1,1 δισ. ευρώ. Επιπλέον, έως το τέλος Σεπτεμβρίου πάνω από 100.000 εταιρείες και λοιπά νομικά πρόσωπα θα πρέπει να έχουν εξοφλήσει την τρίτη δόση του φόρου εισοδήματος και του τέλους επιτηδεύματος για τη χρήση του 2017. Έπονται άλλες 3 μηνιαίες δόσεις, οι οποίες λήγουν στα τέλη των μηνών Οκτωβρίου, Νοεμβρίου και Δεκεμβρίου 2018.
ΕΝΦΙΑ: Έως το τέλος Σεπτεμβρίου περίπου 6,3 εκατομμύρια φυσικά και νομικά πρόσωπα θα πρέπει να έχουν πληρώσει την πρώτη δόση του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ENΦIA).
Όσοι καθυστερήσουν να εξοφλήσουν τις φορολογικές τους υποχρεώσεων και η οφειλή τους υπερβαίνει τα 500 ευρώ μπαίνουν στην μαύρη λίστα της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) και στα περίπου 4,1 εκατ. φορολογούμενων που έχουν οφειλές στην εφορία και κινδυνεύουν με κατασχέσεις των τραπεζικών τους λογαριασμών. Τα συνηθέστερα μέτρα αναγκαστικής είσπραξης είναι η έκδοση κατασχετηρίου για τους τραπεζικούς λογαριασμούς του φορολογούμενοι και η κατάσχεση εισοδημάτων στα χέρια τρίτων όπως είναι τα ενοίκια και οι απαιτήσεις από πελάτες. Ισχύει ακατάσχετο όριο 1.000 ευρώ από μισθούς και συντάξεις (για το τμήμα του ποσού από 1.000 έως 1.500 ευρώ μπορεί να κατασχεθεί το 50%) και 1.250 ευρώ από έναν τραπεζικό λογαριασμό.
Οι φορολογούμενοι που δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν στις φορολογικές υποχρεώσεις τους έχουν στη διάθεσή τους διάφορες επιλογές προκειμένου να αποφύγουν το σκληρό πρόσωπο της εφορίας, δηλαδή την ενεργοποίηση μέτρων αναγκαστικής είσπραξης, όπως είναι οι κατασχέσεις. Ειδικότερα μπορούν:
-να προχωρήσουν στη ρύθμιση των φορολογικών τους οφειλών, του συνόλου ή ακόμη και κάθε δόσης συγκεκριμένου φόρου, με την πάγια ρύθμιση των 12 ή 24 δόσεων (για έκτακτες φορολογικές υποχρεώσεις όπως είναι ο φόρος κληρονομιάς). Η ρύθμιση γίνεται αποκλειστικά με ηλεκτρονικό τρόπο μέσω του taxisnet και ο φορολογούμενους επιβαρύνεται με ετήσιο επιτόκιο 8,51%. Η δυνατότητα της ρύθμισης υπάρχει ακόμη και για τις οφειλές που δεν έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες. Για να ενεργοποιηθεί η ρύθμιση θα πρέπει ο φορολογούμενος εντός τριών εργάσιμων ημερών από την υποβολή της σχετικής αίτησης να πληρώσει την πρώτη δόση της ρύθμισης.
-να μη ρυθμίσουν την φορολογική τους οφειλή αλλά να πληρώνουν κάθε μήνα το ποσό που μπορούν να πληρώσουν. Στην περίπτωση αυτή η διάθεση συνεργασίας του φορολογούμενου εκτιμάται από τη φορολογική διοίκηση και σπανίως επιβάλλονται μέτρα αναγκαστικής είσπραξης. Αυτό ισχύει βέβαια στις περιπτώσεις μικρών οφειλών και όχι μεγάλων οφειλών και οφειλών που έχουν προκύψει από φορολογικούς ελέγχους (π.χ. πρόστιμα, προσαυξήσεις).
-να κάνουν χρήση των προγραμμάτων άτοκων δόσεων που προσφέρουν οι τράπεζες στους κατόχους πιστωτικών καρτών. Εφόσον ο κάτοχος της πιστωτικής κάρτας διαθέτει επαρκές πιστωτικό όριο μπορεί να πληρώσει τη φορολογική του οφειλή μέσω της κάρτας και να την εξοφλήσει σε έως 12 άτοκες δόσεις. Θα πρέπει, όμως, να είναι συνεπής στην πληρωμή των δόσεων διότι σε διαφορετική περίπτωση επιβαρύνεται με το τσουχτερό επιτόκιο της πιστωτικής κάρτας το οποίο συνήθως ξεπερνά το 15%.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι εφόσον η φορολογική οφειλή που είναι ληξιπρόθεσμη δεν ξεπερνά τα 500 ευρώ η φορολογική διοίκηση, συνήθως, δεν προχωρά στη λήψη μέτρων αναγκαστικής είσπραξης. Τα συνηθέστερα μέτρα αναγκαστικής είσπραξης είναι η έκδοση κατασχετηρίου για τους τραπεζικούς λογαριασμούς του φορολογούμενοι και η κατάσχεση εισοδημάτων στα χέρια τρίτων όπως είναι τα ενοίκια και οι απαιτήσεις από πελάτες. Ισχύει ακατάσχετο όριο 1.000 ευρώ από μισθούς και συντάξεις (για το τμήμα του ποσού από 1.000 έως 1.500 ευρώ μπορεί να κατασχεθεί το 50%) και 1.250 ευρώ από έναν τραπεζικό λογαριασμό.