MEETING POINT

Η Μαρία Καρυστιανού, ο ροζ Δήμος και οι sugar daddies του Δημήτρη Κουτσούμπα

Ημέρα της Γυναίκας
Συγκέντρωση με αφορμή την Ημέρα της Γυναίκας
INTIME NEWS

Κάθε χρόνο γιορτάζουμε τη μέρα της Γυναίκας: Στις περισσότερες περιπτώσεις με σεβασμό, με ευαισθησία, με ειλικρινή αγωνία για τη συνεχιζόμενη ανισότητα.

Σε κάποιες άλλες διεκπεραιωτικά, με ξύλινο λόγο και βαριεστημένες διαπιστώσεις για τη διαχρονική αδικία. Εφέτος ειδικά φαίνεται ότι υπήρξαν και παραφωνίες. Θα σταθώ σε τρία γεγονότα.

Πρώτο. Ο Δημήτρης Κουτσούμπας μιλώντας στη Βουλή κατά του νομοσχεδίου για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια και κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για τα υψηλά δίδακτρα, αναφέρθηκε μεταξύ άλλων στο φαινόμενο των sugar daddies, δηλαδή των κυρίων μιας άλφα ηλικίας που δέχονται ασμένως να αναλάβουν το κόστος σπουδών νεαρών φοιτητριών… με το αζημίωτο φυσικά. Προσκόμισε, μάλιστα, και ανάλογες αγγελίες. Κάηκε ο τόπος. Του καταλογίσθηκε έλλειψη σεβασμού προς το γυναικείο φύλο, σεξιστική αντίληψη ενώ υπήρξε και ένας οξύτατος διάλογός του με τον πρωθυπουργό στη διάρκεια του οποίου ο Κυριάκο Μητσοτάκης χαρακτήρισε το ΚΚΕ ως την πιο αναχρονιστική δύναμη στο κοινοβούλιο! Και όλα αυτά γιατί; Επειδή ο κ. Κουτσούμπας αναφέρθηκε σε μια πικρή πραγματικότητα που συζητείται ευρύτατα, αλλά ως τώρα δεν είχε διαβεί το κατώφλι της Βουλής; Ή μήπως η συγκεκριμένη αναφορά παραπέμπει στη διαπίστωση ότι γινόμαστε όλο και περισσότερο κοινωνία ανισοτήτων, με αποτέλεσμα οι νέοι που προέρχονται από λιγότερο εύπορες οικογένειες να δυσκολεύονται να αλλάξουν τη ζωή τους –γιατί η παιδεία είναι ο δεύτερος ισχυρότερος αναδιανεμητικός μηχανισμός μετά τη φορολογία- και έτσι ορισμένοι φθάνουν στο σημείο να έλκονται από ακραίες λύσεις; Η υπεραντίδραση μάλλον συνιστά ταύτιση με το «μη μου τους κύκλους τάραττε», συνιστά υπεράσπιση του «δικαιώματος» να εθελοτυφλούμε απέναντι σε ένα υπαρκτό πρόβλημα για το οποίο όλοι μας θα έπρεπε να ντρεπόμαστε τουλάχιστον.

Δεύτερο. Ο Χάρης Δούκας σκέφθηκε ότι ο υπέρτατος συμβολισμός των αγώνων του γυναικείου κινήματος για την ισότητα υπηρετείται με την ανάρτηση στο Δημαρχείο της «ροζ σημαίας», του έργου της καλλιτέχνιδος Γεωργίας Λαλέ, που προκάλεσε ευρύτατη συζήτηση. Από πού και ως πού; Ξεμείναμε σήμερα από σύμβολα ή μήπως οι κορυφαίες γυναίκες που ξεχώρισαν στο παρελθόν για το έργο τους, για τη δράση τους δεν έχουν επαρκές «γκλίτερ»; Προσπερνώντας την αντιπαράθεση για το αν πρόκειται ή όχι για προσβολή της ελληνικής σημαίας, ζήτησα τη γνώμη ειδικών της τέχνης προκειμένου να κατανοήσω την εικαστική σημασία της δημιουργίας. Κατάλαβα ότι αδυνατώ να συσχετίσω την έμφυλη βία με τη σημαία οποιασδήποτε χώρας. Και κατάλαβα επίσης ότι πιστεύω, πως αν η έμφυλη βία είχε χρώμα, δεν θα ήταν σίγουρα ροζ. Θα ήταν ή μαύρο ή το κόκκινο του αίματος. Διέκρινα δηλαδή μια αμφιβολία ως προς την ύπαρξη καλλιτεχνικής έμπνευσης. Αν, όντως, ισχύει αυτό έχουμε να κάνουμε απλώς με ένα ψυχρό marketing, για να γίνει ντόρος. Και όντως η καλλιτέχνης προκάλεσε περιστασιακά μεγαλύτερο ντόρο απ’ ό,τι ο Πάμπλο Πικάσο, ο θεωρούμενος ως ο μεγαλύτερος ζωγράφος του 20ου αιώνα. Άραγε στην ίδια λογική κινήθηκε ο Δήμαρχος, παρότι υποστηρίχθηκε από έναν βαθύτατα πολιτικοποιημένο χώρο; Στη λογική ότι το περιτύλιγμα είναι σημαντικότερο από την ουσία; Κάτι τέτοιο πάντως δεν τιμά ούτε τον ίδιο, ούτε το Δήμο, κυρίως όμως δεν τιμά τις γυναίκες. Δεν τιμά εκείνες που σε καθημερινή βάση και σε βάθος χρόνου τραβούν πολύ περισσότερα δεινά από την κυρία Λαλέ αλλά δεν γίνονται πρωτοσέλιδο, εκτός και αν μεταφερθούν αιμόφυρτες στο νοσοκομείο. Δεν τιμά εκείνες που έδωσαν σκληρή και πολύχρονη μάχη για να υπερβούν τα στερεότυπα και το έκαναν χωρίς να αναζητήσουν ποτέ «σημαία ευκαιρίας». Κρίμα!

Τρίτο. Η Εστία, στο φύλλο της 8ης Μαρτίου αφιέρωσε την «Ημέρα της Γυναίκας» στη «μητέρα» των Τεμπών, τη Μαρία Καρυστιανού που «κατάφερε να κινήσει και βουνά για να αποδοθεί δικαιοσύνη στη μνήμη της κόρης της». Ο τίτλος του πρωτοσέλιδου δημοσιεύματος ήταν: «Μια γυναίκα μπορεί να χαράξει καινούρια αρχή». Και αποδείχθηκε ότι πράγματι μπορεί, γιατί όπως επισημαίνει η εφημερίδα: «Έχει μετατρέψει τη θλίψη της και τη δικαιολογημένη οργή της σε ασυγκράτητη ορμή για δικαίωση. Μια ορμή που κατάφερε να συμπαρασύρει την ελληνική κοινωνία συγκεντρώνοντας πάνω από 1,3 εκατ. υπογραφές στο ψήφισμά της για το νόμο «περί ευθύνης υπουργών». Και προσθέτω από την πλευρά μου ότι υπήρξε ο καταλύτης της συλλογικής αφύπνισης. Για του λόγου το αληθές παραθέτω ένα σχετικό στοιχείο από την τελευταία έρευνα της ALCO. Στο ερώτημα «θεωρείτε ότι δεν υπάρχουν πολιτικές ευθύνες ή υπάρχουν και γίνεται προσπάθεια συγκάλυψης;», το 77% των ερωτηθέντων απαντά: «Γίνεται προσπάθεια συγκάλυψης».

Τα συμπεράσματα δικά σας.

Σχετικές ειδήσεις