Πώς πρέπει να οδηγώ όταν βρέχει…
Του Γιάννη Σκουφή
Γενικά, από πλευράς οδήγησης, μια γερή βροχή που θα «ξεπλύνει» καλά το δρόμο είναι σαφώς λιγότερο επικίνδυνη από εκείνη που απλώς θα τον μουσκέψει, ενώ τα πραγματικά μεγάλα προβήματα προκαλούνται στις πολύ έντονες βροχοπτώσεις, στις οποίες τα νερά είναι τόσα που δεν προλαβαίνουν να απομακρυνθούν έγκαιρα.
Γενικά όταν βρέχει πρέπει να είμαστε ακόμα πιο προσεκτικοί στο δρόμο, να οδηγούμε σαφώς λιγότερο επιθετικά, να μπορούμε να διαβάζουμε το οδόστρωμα και να προβλέπουμε, όσο το δυνατόν, καταστάσεις, ώστε να αντιδράσουμε και έγκαιρα και σωστά.
Βασικό στοιχείο ασφάλειας είναι το να βλέπεις καλά, αλλά και να σε βλέπουν καλά. Για αυτό όταν βρέχει, ακόμα και αν είναι μέρα μεσημέρι, καλό είναι να ανάβουμε τα φώτα μας. Αν είναι πολύ βρώμικα, π.χ. από λάσπες, τα καθαρίζουμε με χαρτί ή πανό, ενώ παράλληλα θα πρέπει να ρυθμίσουμε σωστά το σύστημα θέρμανσης του αυτοκινήτου μας ώστε τα παρμπρίζ και τα παράθυρα να μην θαμπώνουν και να παραμένουν καθαρά. Εδώ σημαντική βοήθεια είναι η χρήση του κλιματισμού, ο οποίος έχει τη δυνατότητα να απορροφά την υγρασία.
Η ορατότητα εξαρτάται φυσικά και από την καλή λειτουργία των καθαριστήρων. Αν δεν απομακρύνουν καλά το νερό της βροχής αλλάξτε τα μάκτρα -σε πολλές περιπτώσεις αρκεί να αλλάξετε μόνο τα λάστιχα, γεγονός που θα σας κοστίζει πολύ λιγότερο- ενώ υπάρχουν και προϊόντα, σπρέι συγκεκριμένα, που ψεκάζοντάς τα στα τζάμια του αυτοκινήτου μας δημιουργούν ένα (αόρατο) φιλμ που βοηθά στην πιο γρήγορη απομάκρυνση των σταγόνων του νερού.
Στο βρεγμένο οδόστρωμα αυτό που μειώνεται είναι η πρόσφυση, η οποία βασίζεται σχεδόν καθολικά στα λάστιχά μας. Εννοείται πως αν η κατάστασή τους δεν είναι καλή (φθαρμένο πέλμα, πολυκαιρισμένα κ.λπ.) τα αντικαθιστούμε, ενώ ακόμα και να έχουμε καινούργια λάστιχα, υιοθετούμε ένα πιο στρωτό και «χυτό» στιλ οδήγησης, αποφεύγοντας τις απότομες κινήσεις με το τιμόνι, αλλά και τα έντονα φρεναρίσματα. Πόσο μάλλον αυτά του πανικού... Εννοείται, μιας και αυτό ισχύει για όλες τις περιπτώσεις, ότι πρέπει να οδηγούμε και με τα δύο χέρια στο τιμόνι...
Φυσικά οι αποστάσεις μας από τα προπορευόμενα οχήματα, ειδικά δε αν είναι μοτοσυκλέτες, θα πρέπει να είναι μεγαλύτερα από ό,τι συνήθως, καθώς οι αποστάσεις ακινητοποίησης αυξάνονται, ενώ θα πρέπει να αποφεύγουμε, αν φυσικά έχουμε τη δυνατότητα, σημεία του δρόμου που έχουν κρατήσει νερά.
Ο ένας λόγος για αυτό είναι ότι κάτω από το νερό μπορεί να κρύβεται μια λακούβα μεγάλων διαστάσεων που, αν πέσουμε μέσα, μπορεί να προκαλέσει ζημιά στα λάστιχα ή και στη ανάρτησή μας. Ο δεύτερος λόγος ότι αν το νερό είναι πολύ μπορεί να το πετάξουμε σε άλλα διερχόμενα οχήματα και να «τυφλώσουμε» για λίγο τους οδηγούς τους -για αυτό πρέπει και εμείς να αποφεύγουμε να βρισκόμαστε δίπλα σε άλλα αυτοκίνητα, ειδικά φορτηγά ή λεωφορεία σε λιμνάζοντα ύδατα- και ο τρίτος είναι η υδρολίσθηση, την οποία θα καταλάβετε από το ελάφρωμα του τιμονιού. Στην πράξη σημαίνει πως δεν έχετε τιμόνι, καθώς λόγω της ταχύτητας το αυτοκίνητο δεν πατά στην άσφαλτο αλλά για λίγα χιλιοστά «πλανάρει». Αν σας συμβεί τυχόν κάτι τέτοιο δεν φρενάρετε, κρατάτε το τιμόνι στην ευθεία και παίρνετε το πόδι σας από το γκάζι, προκειμένου το αυτοκίνητο να χάσει ταχύτητα και να αποκτήσει πάλι την απαιτούμενη πρόσφυση.
H υδρολίσθηση, η οποία εμφανίζεται τόσο πιο εύκολα όσο πιο φαρδιά είναι τα λάστιχα του αυτοκινήτου μας, είναι ο βασικός λόγος που όταν βρέχει θα πρέπει να μην χρησιμοποιούμε το cruise control.
Ανεξάρτητα πάντως από την υδρολίσθηση πρέπει να προσαρμόζουμε την ταχύτητα του αυτοκινήτου μας στις εκάστοτε συνθήκες, προκειμένου να περιορίσουμε την όποια έκθεση σε κίνδυνο, ενώ σε αυτές τις περιπτώσεις είναι έξυπνο να λαμβάνουμε περισσότερο από κάθε άλλη φορά υπόψη τα όρια ταχύτητας.
Παράλληλα, αν βλέπουμε μερικά μήκη αυτοκινήτου πιο μπροστά και «διαβάζουμε» σωστά το δρόμο, είναι βέβαιο πως θα αποφύγουμε πιο αποτελεσματικά δυσάρεστες καταστάσεις. Αυτό έχει ακόμα μεγαλύτερη σημασία αν οδηγούμε μοτοσυκλέτα, που είναι ακόμα πιο ευαίσθητη στην απώλεια πρόσφυσης.