Θέλουμε. Μπορούμε;

Εθνική συσπείρωση και ομόνοια (πρωτοφανές γεγονός τα τελευταία χρόνια) χθες στη βουλή, για το θέμα των γερμανικών οφειλών στην Ελλάδα, για τις καταστροφές στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τη μεγάλη κλοπή του ελληνικού χρυσού την εποχή εκείνη, για το περίφημο κατοχικό (και αγύριστο) δάνειο.


Πλην των γνωστών περιθωριακών μαχαλόμαγκων που είπαν στη βουλή ότι η Ελλάδα δεν θέλει Σαμαράδες αλλά θέλει Μεταξάδες (ναι, τον δικτάτορα) όλα τα άλλα κόμματα ομόφωνα συμφώνησαν σε μία εθνική επιτροπή που θα προχωρήσει το θέμα.

Ωραιότατα και κανείς βέβαια δεν λέει όχι.

Υπάρχει όμως ένα κρίσιμο ερώτημα σε αυτή την ιστορία: μπορεί η Ελλάδα στην κατάσταση που βρίσκεται σήμερα, αδύναμη, απαξιωμένη, στη γωνία, που ζει με τα λεφτά που εγκρίνει και στέλνει το Βερολίνο, να πάει και να τους πει φέρτε αυτά που μου χρωστάτε;

Άντε να χτυπήσεις την πόρτα των Μέρκελ και Σόιμπλε και να τους πεις φέρτε αυτά που μας κλέψατε στην κατοχή και πληρώστε τις καταστροφές που κάνανε στη χώρα μου οι παππούδες σας.

Και θα σε πετάξουν έξω με τις κλωτσιές και θα σε ξεσκίσουν μετά με τρόικες, δόσεις που δεν θα δίνονται και νέα μέτρα εξόντωσης που θα επιβάλλουν μέσω Τόμσεν και Σίας.

Άρα δεν κάνουμε τίποτα; Σκύβουμε για μία ακόμα φορά το κεφάλι; Όχι φυσικά. Εφόσον υπάρχει εθνική ενότητα, να εμφανιστούμε ενωμένοι στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, στο Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο και να ζητήσουμε «τα νόμιμα». Αλλά όλοι μαζί σαν χώρα. Ενωμένοι και καλά προετοιμασμένοι νομικά. Εκεί δεν θα μπορεί καμία Μέρκελ και Σόιμπλε να απαντήσει με μαγκιές και τη δύναμη του ισχυρού.

Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν υπάρχει πολιτική βούληση για μία τέτοια μάχη-σύγκρουση με τους Γερμανούς για τις οφειλές από τον πόλεμο στη χώρα μας ή αν όλα γίνονται ακόμα μία φορά για το θεαθήναι. Κοντός ψαλμός αλληλούια.