Πόσο μας λείπει ο Αλέκος
1η Μάη του 1976. Πριν 37 χρόνια. Στη λεωφόρο Βουλιαγμένης. Ένα βάσκανο χέρι παίρνει τη ζωή του Αλέκου Παναγούλη σε αυτοκινητικό ατύχημα (ή μήπως σε μία στυγερή δολοφονία που της έδωσαν το επίχρισμα του «ατυχήματος»;).
1η Μάη του 2013. Μετά 37 χρόνια ένας λαός που λιώνει καθημερινά με τα βάρβαρα μέτρα τρόικας και κυβέρνησης, οργισμένος, τρομαγμένος, αλλά αδρανής, σε παράλυση, όπως τα ποντίκια που τους κάνουν πειράματα στο εργαστήριο.
Και επειδή τον ήξερα, επειδή είχαμε περάσει πολλές ώρες κουβεντιάζοντας, επειδή τον περίμενα να βγει από τη φυλακή μαζί με τη μάνα του, αυτή την Πρωτομαγιά μου έρχεται η σκέψη: πόσο μας λείπει ο Αλέκος. Η οργή του για κάθε τι το σάπιο στο πολιτικό μας σύστημα. Ο αγώνας του και η αγωνία του για δημοκρατία και ελευθερία. Το μίσος του για το φασισμό.
Κορυφαίος Έλληνας αντιστασιακός στη χούντα των συνταγματαρχών, που βασανίστηκε όσο κανείς άλλος, που δεν προσκύνησε ακόμα και όταν του καίγανε τα γεννητικά του όργανα με ηλεκτρόδια, ο Αλέξανδρος Παναγούλης που έγραφε μέσα στο κελί του τα ποιήματά του για μία ελεύθερη και δημοκρατική Ελλάδα με το αίμα του, κόβοντας τις φλέβες του, ο Αλέκος μας, μας λείπει πολύ και όσο κανείς άλλος αυτή την εποχή.
Για να μας ξεσηκώσει, να αποκαλύψει τη μικρότητα της πολιτικής και των πολιτικών, για να μας μαζέψει στο Σύνταγμα ένα, δύο εκατομμύρια για να πούμε το μεγάλο όχι και το «φτάνει πια».
Είναι δυστυχία για τη σημερινή Ελλάδα που ο Αλέκος Παναγούλης δεν είναι ανάμεσά μας και μπροστά μας.