Γράμμα σε ένα χιμπατζή

Αξιότιμε κύριε χιμπατζή,


Δεν σας γνωρίζω, δεν σας έχω συναντήσει ποτέ παρότι κι εγώ ζω σε μία ζούγκλα, όπως κι εσείς. Η διαφορά μας είναι ότι εγώ έχω μία τρόικα που μου τρώει τη ζωή, ενώ εσείς είσαστε ελεύθερος να κάνετε ό,τι θέλετε.

Ίσως και να μην με απασχολούσατε ποτέ, αν ένας άλλος χιμπατζής της δικής μας ζούγκλας, ένας τύπος που νοσταλγεί να ανοίξουν πάλι οι φούρνοι του Άουσβιτς και να ψήνουν ανθρώπους, δεν με έκανε να σας αγαπήσω.

Γιατί αξιότιμε χιμπατζή μου αυτός ο τύπος, ο δικός μας χιμπατζής, που κηρύσσει το μίσος, τον όλεθρο του ναζισμού και την κτηνωδία στις ανθρώπινες σχέσεις, μέσα στην απέραντη κακία του και βλακεία του, σας παρομοίασε με ένα παιδί που μας έδωσε ένα χαμόγελο, μας έδωσε πάλι την ελπίδα ότι η καλή Ελλάδα που αγωνίζεται υπάρχει. Σας παρομοίασε με ένα γνήσιο Ελληνάκι, που ύψωσε περήφανο την ελληνική σημαία μέσα στη φωλιά του αμερικανικού μπάσκετ και μας έκανε να δακρύσουμε από συγκίνηση.

Είναι ένα 17χρονο παιδί που το λένε Γιάννη Αντετοκούμπο, που είναι σίγουρα πιο Έλληνας από τον δικό μας χιμπατζή του μίσους και των φούρνων για ανθρώπους.

Αν λοιπόν εσείς, αξιότιμε κύριε χιμπατζή, έχετε έστω και ένα στοιχείο αυτού του 17χρονου παιδιού, που έζησε την πιο μεγάλη στιγμή της ζωής του έχοντας στην αγκαλιά του την ελληνική σημαία, τότε αξίζετε και την αγάπη μας και την εκτίμησή μας.

Όσο για τον άλλο, τον δικό μας φασίστα χιμπατζή, τον αφήνουμε στα σκοτάδια του, στα συμπλέγματά του και στη δυστυχία του. Δεν αξίζει να ζει μαζί μας (έστω στη ζούγκλα της σημερινής Ελλάδας).