Δεξιές και Αριστερές (συν)κυβερνήσεις
Η προτελευταία εβδομάδα πριν από τις κάλπες μπορεί να ξεκινάει με την Χρυσή Αυγή, στο επίκεντρο των μίντια, εξαιτίας του επεισοδίου με τον Ευθυμίου, στο Μαρούσι, αλλά τα κρίσιμα θέματα, τα έχει βάλει η Ν.Δ και ο Σαμαράς στο τραπέζι.
Παρουσιάζει ένα κυβερνητικό πρόγραμμα, επαρκώς ορθολογικό, που επικεντρώνεται στη μείωση των δημοσίων δαπανών, τη μείωση της φορολογίας, ένα εθνικό επίπεδο συντάξεων και μισθών που θα κρατηθεί στα 700 ευρώ και μια στήριξη της επιχειρηματικότητας ειδικά αυτής που συνδέεται με την πρωτογενή παραγωγή, στο επίκεντρο.
Επίσης το πρόγραμμα διακυβέρνησης που παρουσίασε ο Σαμαράς, χωρίς πολλές εκπλήξεις και ανατροπές, μένει στην ανάγκη να επιστραφούν στην αγορά και τις επιχειρήσεις τα 6, 5 δισ. που τους χρωστά το κράτος, σε έναν και μόνον φόρο για τα ακίνητα, στην αξιοποίηση των διαδικασιών του fast track για τις επενδύσεις, στην στήριξη της μεσαίας τάξης, στην αποπληρωμή των δανείων της προηγούμενης δεκαετίας, με δόσεις που θα περιορίζονται στο 30% των σημερινών εισοδημάτων, χωρίς «κούρεμα» όμως στους τόκους.
Η Ν.Δ επιμένει στην ευρωπαϊκή μονομέρεια, δεν αμφισβητεί την βάση των Μνημονίων, τόσο ως προς τον υπολογισμό του χρέους όσο και των ελλειμμάτων, δεν μιλά για ακύρωση πράξεων ή επιλογών της προηγούμενης περιόδου.
Διαφορετική πολιτική από το ΠΑΣΟΚ δείχνει στα θέματα λαθρομετανάστευσης , εγκληματικότητας, που κηρύσσει «μηδενική ανοχή» και μεγαλύτερη αποφασιστικότητα στο ζήτημα των ΑΟΖ, της σχέσης με το Ισραήλ και τον ενεργειακό άξονα μέσω Κύπρου, την προώθηση ιδιωτικοποιήσεων, αλλά όχι «τυφλών», αλλά προς όφελος της Ελλάδας και όχι μόνον των ευρωπαίων πιστωτών.
Ο Σαμαράς επιμένει στην αυτοδυναμία. Ως αίτημα του κυρίαρχου πλέον κόμματος εξουσίας, αφού κανένας, δεν αμφισβητεί επί της ουσίας την πρόβλεψη ότι η Ν.Δ θα είναι πρώτο κόμμα, με μεγάλη διαφορά από το καταρρέον ΠΑΣΟΚ, είναι λογικό. Ως προς τις πιθανότητες όμως να υπάρξει κάτι τέτοιο τη νύχτα της 6ης Μαΐου, δεν είναι πολύ περισσότερες από το ενδεχόμενο της νίκης του ΠΑΣΟΚ, που ζητά ο Βενιζέλος.
Το πρόβλημα που έχει ο Σαμαράς και η Ν.Δ είναι ότι και αυτοί ως μέτοχοι, αλλά όχι υπόλογοι, για την Ελλάδα των Μνημονίων υπό γερμανική κατοχή, δεν έχουν αξιοπιστία. Δεν εκφράζουν τη μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων, που επιζητούν μια αντίδραση στη ύφεση, την καταστροφή των εισοδημάτων και την απεθνικοποίηση της Ελλάδας, που οδηγεί η υπακοή στην τρόικα.
Η Ν.Δ έχει έλλειμμα αξιοπιστίας ακριβώς γιατί έχει δεσμευθεί και με προσωπική υπογραφή Σαμαρά, απέναντι στον Σόιμπλε και τη Μέρκελ, ότι εφόσον κυβερνήσει θα ακολουθήσει τον συμφωνημένο «οδικό χάρτη», ως προς τις δημοσιονομικές προσαρμογές του Μνημονίου 2 και της δανειακής σύμβασης που το συνοδεύει. Επίσης δεν έχει αξιοπιστία γιατί το κυρίαρχο σενάριο για τις 7 Μαΐου είναι ότι θα προχωρήσει σε συγκυβέρνηση με το ΠΑΣΟΚ, στο οποίο μάλιστα αποφεύγει να κάνει ουσιώδη κριτική για τα εγκλήματα του. Προτιμά να κάνει ασκήσεις συσπείρωσης χαρακτηρίζοντας «δούρειους ίππους» τα νεότερα κόμματα, αντιμνημονιακού χαρακτήρα, που δημιουργήθηκαν στα δεξιά της Ν.Δ ή το ΛΑΟΣ και την Χρυσή Αυγή.
Τις επόμενες μέρες όμως θα έχει ενδιαφέρον να παρακολουθήσουμε το κατά πόσον θα συνεχίσει να παγιοποιείται μια τάση που υπάρχει να ενθαρρύνονται σενάρια κεντροδεξιάς ή κεντροαριστερής συγκυβέρνησης, αντί του αρχικού «μεγάλου συνασπισμού» Ν.Δ-ΠΑΣΟΚ.
Γιατί αυτή η προοπτική είναι πολύ ενδιαφέρουσα. Αν για παράδειγμα η Ν.Δ στην πρώτη διερευνητική εντολή ή στην τέταρτη διερευνητική εντολή, που θα της δώσει μια επόμενη ευκαιρία, σχημάτιζε κυβέρνηση συνασπισμού με τους Ανεξάρτητους Έλληνες, το ΛΑΟΣ και τη Δημοκρατική Συμμαχία της Ντόρας, εφόσον έμπαινε στη Βουλή ή τη «Δράση» του Μάνου, τότε αντιμνημονιακές δυνάμεις, ειδικά το κόμμα του Καμμένου που προβλέπεται να έχει υψηλά ποσοστά, θα συμμετείχαν στη διακυβέρνηση. Τα κόμματα αυτά, που δεν έχουν την έγγραφή δέσμευση και κάποια δεν έχουν αντιδρούν στο Μνημόνιο 2, θα έδιναν τα περιθώρια στην επόμενη ελληνική κυβέρνηση να διαπραγματευθεί την εφαρμογή του Μνημονίου, με λιγότερο υφεσιακά μέτρα κι περισσότερο ρεαλισμό ως προς τον στόχο της ανάκαμψης, χωρίς να οδηγηθεί η Ελλάδα, του τουλάχιστον σε πρώτη φάση σε σύγκρουση με τη Γερμανία και τον «σκληρό πυρήνα» της ευρωζώνης.
Αντίστοιχα στη δεύτερη και πέμπτη κατά σειρά διερευνητική θα μπορούσε το ΠΑΣΟΚ, να έρθει σε συμφωνία και προγραμματική σύγκλιση με την Δημοκρατική Αριστερά του Κουβέλη και τον αναμενόμενο πολύ ισχυρό ΣΥΡΙΖΑ, ακόμη και το ΚΚΕ, αλλά και χωρίς το ΚΚΕ, αλλά και τους Οικολόγους ή την ΑΝΤΑΡΣΥΑ που να φθάνει στο 36-38%, άρα να έχει δεδηλωμένη. Και στην περίπτωση αυτή της Αριστερής διακυβέρνησης, οι δεσμεύσεις που έχει εγγράφως αναλάβει ο Βενιζέλος, δεν μπορεί να ισχύσουν στο έπακρο και θα δημιουργούνταν περιθώρια επαναδιαπραγμάτευσης, στη βάση των Μνημονίων, αλλά πέραν των οριζόμενων σήμερα εφαρμοστικών νόμων. Φυσικά και εδώ έχουμε κόμματα που δεν έχουν υπογράψει τη δήλωση Σόιμπλε και είναι καθαρά αντιμνημονιακά όπως ο ΣΥΡΙΖΑ.
Στα παραπάνω θα πρέπει να συνυπολογίσουμε και το ενδεχόμενο η «Κοινωνική Συμφωνία» της Λούκας Κατσέλη και Καστανίδη, να κατορθώσουν μέχρι το «φίνις» να οργανωθούν και να ενισχύσουν τη θέση τους, πετυχαίνοντας να συγκεντρώσουν στη κάλπη το κρίσιμο 3% και να μπουν στο επόμενο Κοινοβούλιο. Στην περίπτωση αυτή θα έχουμε ένα κόμμα «μπαλαντέρ», που θα μπορούσε να συμμετάσχει τόσο σε συγκυβέρνηση με τη Ν.Δ όσο και με το ΠΑΣΟΚ.
Στην παρούσα φάση κανείς δεν θέλει να συνεργασθεί με κανέναν, ούτε στα Δεξιά, ούτε στα Αριστερά. Αλλά μετά τις εκλογές και με δεδομένο ότι θα υπάρξει απαγορευτικό από την Ευρώπη για επαναληπτικές εκλογές , ενώ τα ενδεχόμενα ακύρωσης του Μνημονίου 2 και της ανακεφαλοποίησης των τραπεζών θα είναι ανοιχτά, όλα τα σενάρια θα μπουν στο τραπέζι.
Σημαντικό ρόλο σε ένα τέτοιο σκηνικό θα παίξει και το τρίτο σε ισχύ κόμμα, από τις κάλπες της 6ης Μαίου. Γιατί αυτό θα έχει την ευχέρεια της τρίτης διερευνητικής εντολής και γιατί όχι και της έκτης, εφόσον δεν μπορούν να σχηματίσουν κυβέρνηση η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ. Και η τρίτη εντολή θα είναι σε αντιμνημονιακό κόμμα. ΚΚΕ, ΣΥΡΙΖΑ ή Ανεξάρτητους Έλληνες σύμφωνα με τις δημοσιοποιημένες δημοσκοπήσεις της προηγούμενης Παρασκευής. Και η Τρίτη αυτή εντολή, ανάλογα με την δύναμη των αντιμνημονιακών δυνάμεων, θα αγχώσει πολύ τη Ν.Δ και το ΠΑΣΟΚ, θα δημιουργήσει ενδεχομένως συνθήκες «τόμπολας» για ολόκληρο το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα και περιθώρια παρασκηνικών χειρισμών από το Βερολίνο και τις Βρυξέλες, που θα παρακολουθούν το αποτέλεσμα των Ελληνικών εκλογών, παράλληλα με τις Γαλλικές ...