Φοβικοί κυβερνήτες – Το σενάριο εκτός ευρώ
Η ψήφος της 6ης Μαΐου είχε και έχει ένα σαφές μήνυμα από την πλευρά των Ελλήνων.
Το Μνημόνιο 2 και τα μέτρα τα προβλεπόμενα για τον Ιούνιο ή οι εφαρμοστικοί νόμοι, που έχουν ψηφισθεί από το προηγούμενο Κοινοβούλιο, δεν μπορούν να εφαρμοσθούν. Δεν γίνονται αποδεκτά. Δεν νομιμοποιούνται!
Ακριβώς επειδή το μήνυμα των εκλογών ήταν σαφές και δεσμεύει ακόμη και τους Σαμαρά - Βενιζέλο πολύ περισσότερο από τις υπογραφές τους προς τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο, περί εφαρμογής των Μνημονίων έχει μπει μπροστά μια διαδικασία εν τοις πράγμασι εκφοβισμού των Ελλήνων, με παρατεταμένη ακυβερνησία και διαδοχικές εκλογές. Ο στόχος είναι να υπάρξει διόρθωση της ψήφου και συσχετισμός τέτοιος που να επικρατήσουν οι Μνημονικές δυνάμεις, που θα θέσουν για μια ακόμη φορά το γνωστό δίλημμα, που ισχύει όμως από πλευράς Ευρώπης, με πολύ πιο σαφή τρόπο από ότι παρουσιάζεται στο εσωτερικό της Ελλάδας. Μνημόνια ή διαδικασία εξόδου από το ευρώ.
Οι Ελληνικές κυβερνήσεις των προηγούμενων ετών πούλησαν τους Έλληνες πρώτον γιατί ήταν φοβικές και δεύτερον γιατί ήταν εξαρτημένες από τις προσεγγίσεις ότι η Ελλάδα έχει τελειώσει και το μόνο μέλλον είναι να παραδοθεί χωρίς όρους στην Γερμανική Ευρώπη του νέου ευρώ και της δημοσιονομικής πειθαρχίας. Η Ελλάδα στην Ευρώπη αυτή θα ήταν και θα είναι σύμφωνα με το σχέδιο του Βερολίνου και περισσότερο της Φρανκφούρτης μια χώρα στηριγμένη στον τουρισμό και την ναυτιλία με τη μισή και λιγότερο ιδιωτική περιουσία, σπίτια και χωράφια, από την υπάρχουσα. Οι Έλληνες θα εργάζονται με μέσους μισθούς της τάξης των Βαλκανίων, όπου ανήκουν, κοντά δηλαδή σε αυτούς της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας, πριν τις αυξήσεις στην τελευταία.
Η ψήφος στις κάλπες της 6ης Μαΐου δίνει σχήμα διακυβέρνησης με τη συμμετοχή ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ. Οι τρεις αυτές δυνάμεις αρνούνται να κυβερνήσουν φοβούμενες τη μη συμμετοχή του ΣΥΡΙΖΑ και του Τσίπρα στην κυβέρνηση. Φοβούνται όπως είπε χαρακτηριστικά ο Κουβέλης σε τηλεοπτική εκπομπή, τον «δρόμο». Μα οι φοβικοί αυτοί κυβερνήτες μπορούν να διαπραγματευθούν τα Μνημόνια με τη Μέρκελ και τον Σόιμπλε; Και αν τελικά πράγματι θέλουν να επαναδιαπραγματευθούν τα Μνημόνια γιατί δεν σχηματίζουν κυβέρνηση συνασπισμού, να δημιουργήσουν μια εθνική πρόταση για την αναθεώρηση των Μνημονίων και να πάνε στις Βρυξέλλες να συζητήσουν; Αν τους πουν την γνωστή θέση του όλα ή τίποτα, θα γυρίσουν στην Ελλάδα και θα θέσουν το πρόβλημα και το δίλημμα σε επίπεδο σύσκεψης πολιτικών αρχηγών. Οι αντιμνημονιακές δυνάμεις που θα κυριαρχούν στην αντιπολίτευση ΣΥΡΙΖΑ, Ανεξάρτητοι Έλληνες, ΚΚΕ και Χρυσή Αυγή, δεν θα αρνηθούν, δεν μπορούν να αρνηθούν, τη συμμετοχή τους στην στρατηγική αυτή συζήτηση για την πορεία της χώρας.
Το πρόβλημα του πολιτικού και κομματικού συστήματος της χώρας, στο επίπεδο των μέχρι πριν λίγες μέρες μεγάλων κομμάτων του δικομματισμού είναι ότι αρνούνται να αναλάβουν τις ευθύνες τους από την πλευρά των Ελλήνων. Θέλουν και αντέχουν να είναι απλοί διαχειριστές της ευρωπαϊκής υπερδομής. Κάτι σαν πολιτικοί υπάλληλοι της τρόικας. Ο δοσιλογισμός τους προκύπτει από την φοβικότητα και την έλλειψη ικανοτήτων να αναλάβουν την ευθύνη της διακυβέρνησης μιας ανεξάρτητης χώρας. Δεν μπορούν να κάνουν εθνική πολιτική.
Σε σχέση με την χθεσινή πρόταση της στήλης για κυβέρνηση εκ προσωπικοτήτων, που κάποιοι αναγνώστες έσπευσαν να την σχολιάσουν αρνητικά, θα ήθελα να σημειώσω τα εξής: Πρώτον είναι λάθος να πηγαίνουμε σε συνεχείς εκλογές. Αν για παράδειγμα στις εκλογές της 10ης ή το πιθανότερο της 17ης Ιουνίου, το παζλ που θα προκύψει, ακόμη και αν ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πρώτο κόμμα και πάρει το μπόνους των 50 εδρών, δεν βγάζει κυβέρνηση συνασπισμού, υπό καθεστώς κραχ και χρεοκοπίας οι μνημονιακές δυνάμεις μπορεί να πάρουν την πρωτοβουλία των κινήσεων, υποστηριζόμενες από την Τρόικα και ειδικά την Γερμανική υπερδομή και να θέσουν τους όρους τους στο πολιτικό παίγνιο της διακυβέρνησης ή να οργανώσουν σε συνθήκες τεχνητής υστερίας, κυβέρνηση τεχνοκρατών αντίστοιχου προσανατολισμού με του Παπαδήμου. Γιατί στα τέλη Ιουνίου δεν θα μπορούμε να μιλάμε και πάλι για τρίτες στη σειρά εκλογές, περί τα τέλη Ιουλίου.
Δεύτερον ο ΣΥΡΙΖΑ ειδικά και εν γένει η Αριστερά χρειάζεται κάποιο χρόνο για να οργανωθεί ως κόμμα διακυβέρνησης, αυτή τη στιγμή είναι ένα μείγμα από συνιστώσες άγνωστες στο ευρύ κοινό και με διαφορετικές θέσεις μεταξύ τους. Η δυνατότητα κυβερνησιμότητας της Αριστεράς σε συνθήκες κραχ για την Ελλάδα –και όχι φυσιολογική περίοδο- ελέγχεται και πρέπει να αποφευχθεί η παγίδα, που έχει μελετήσει το ευρωπαϊκό παρασκήνιο, για μια καταστροφή στην Ελλάδα, που θα δώσει το μήνυμα τρόμου στους λαούς της Ιταλίας, της Ισπανίας, της Ιρλανδίας ή και της Γαλλίας, να μην αποστατήσουν μέσω της ψήφου τους και της Δημοκρατίας, από τον δρόμο της δημοσιονομικής ορθοδοξίας και της εξαθλίωσης της ζωής τους, που θέλουν το Βερολίνο, η Φρανκφούρτη και οι τράπεζες και οι εταιρείες –πολυεθνικές του κεντρικού πυρήνα. Επίσης το αντιμνημονιακό μέτωπο Αριστεράς-Δεξιάς, έτσι όπως συνίσταται στο σχήμα ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ δεν μπορεί να λειτουργήσει και αντιμετωπίζεται με καχυποψία από τους πολίτες, γιατί πέρα της αντίστασης στα Μνημόνια και έναν παθητικό ευρωσκεπτικισμό, δεν συμπίπτει ιδεολογικά και πολιτικά σε βασικές παραμέτρους της διακυβέρνησης.
Τρίτον μια κυβέρνηση εκ προσωπικοτήτων, στηριγμένη στις μνημονικές δυνάμεις, μετά τις εκλογές της 6ης Μαΐου, δεν μπορεί να συνεχίσει τον δρόμο της εφαρμογής των Μνημονίων. Δεν μπορεί δηλαδή να αποτελέσει συνέχεια της κυβέρνησης Παπαδήμου. Θα είναι κυβέρνηση εθνικής εντολής και όχι ευρωπαϊκής και τραπεζικής μονομέρειας. Οι μνημονιακές δυνάμεις είναι αναλώσιμες, αλλά πολύ χρήσιμες, από την πλευρά του Βερολίνου, των Βρυξελλών και της Γαλλίας (του Βισύ) του πρώην πλέον προέδρου της Γαλλίας Νικολά Σαρκοζί. Το ίδιο αναλώσιμες θα πρέπει να θεωρηθούν και από την πλευρά των Ελλήνων και να χρησιμοποιηθούν ως «ασπίδα» απέναντι στην επιθετικότητα και την διείσδυση της γερμανικής Ευρώπης. Οι Ευρωπαίοι Φεντεραλιστές δεν μπορούν να αντικαταστήσουν τους φοβικούς λακέδες τους στην Ελλάδα, άρα με έστω προσωρινές ή επιμέρους παραχωρήσεις θα προσπαθήσουν να τους κρατήσουν στο παιχνίδι. Η Ελλάδα στην σημερινή συγκυρία κανονικά χρειάζεται λίγο χρόνο, κάποιους μήνες, με κυβέρνηση εθνικού προσανατολισμού, αλλά φιλική στην Ευρώπη για να δημιουργηθούν δεδομένα Μνημονικής απαγκίστρωσης. Αν βρεθούμε μέσα σε 40 μέρες σε διαδικασία εκτός ευρώ, εξαιτίας του εγκλωβισμού που μας οδήγησαν με τα Μνημόνια οι κυβερνήσεις από το 2009, και χωρίς εμπεδωμένες διεθνείς συμμαχίες εκτός Ευρώπης, θα έχουμε επιπλοκές και δυσχέρειες σημαντικές για τους πλέον αδύναμούς και ειδικά αυτούς, τους πολλούς της μεσαίας τάξης, που βρίσκονται σε μεταίχμιο αξιοπρεπούς διαβίωσης και δεν αντέχουν τον απόλυτο αιφνιδιασμό. Όλα θα τα φορτωθεί η Αριστερά και οι αντιμνημονιακές δυνάμεις της Δεξιάς.
Χρειάζεται ψυχραιμία και αξιοποίηση των φοβικών, ανεπαρκών, πολιτικών προσώπων και σχημάτων της μεταπολίτευσης, ώστε υπό την πίεση του Λαού και τον τρόμο των διαδηλώσεων, να δημιουργήσουν συνθήκες απεγκλωβισμού για τη χώρα.
Ισχύς είναι η δυνατότητα επιλογών. Και στην παρούσα φάση στην Ελλάδα δεν έχει προωθηθεί και μελετηθεί σχέδιο Β, προετοιμασίας εξόδου από το ευρώ. Άρα μια κυβέρνηση εκ προσωπικοτήτων μπορεί και να αποτελέσει λύση. Οι διαδοχικές εκλογές είναι άγνωστος παράγοντας, όχι ως προς το Μνημόνιο – αντιμνημόνιο, αλλά ως προς τις δυνατότητες και τις εκδοχές κυβερνησιμότητας που θα δώσουν.
Βεβαίως αν πάμε, σε αυτές η ψήφος θα πρέπει να είναι κατηγορηματική και να δίνει διέξοδο διακυβέρνησης και χωρίς τη συμμετοχή Μνημονιακών δυνάμεων του κατεστημένου της εξουσίας. Τρίτες εκλογές δεν μπορούν να υπάρξουν. Η μάχη στην περίπτωση αυτή θα είναι γρήγορη και «αντάρτικη» απέναντι στα Ανακτοβούλια της κεντρικής Ευρώπης, που όπως και στην εποχή του Μέττερνιχ θα ζητούν το κεφάλι των Ελλήνων στο πιάτο. Τότε αρχίσαμε τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας για να αποκτήσουμε και πάλι εθνικό κράτος. Τώρα θα αρχίσουμε την διάλυση της Ευρωπαϊκής Αυτοκρατορίας του Ρήνου, του ευρώ, των τραπεζών και των ολιγοπωλίων του χάλυβα, για να ανακτήσουμε το εθνικό κράτος, που μας το πήραν. Η μάχη θα γίνει για να το πετύχουμε. Ο πόλεμος θα κερδηθεί μετά, αφού το ανακτήσουμε, για το αν θα τα πάμε καλύτερα από το 1830. Είμαστε πιο ώριμοι, πιο μορφωμένοι, πιο χορτασμένοι. Είμαστε όμως το ίδιο πατριώτες και φιλότιμοι, με την εθνική και κοινωνική έννοια; Το «χνάρι» μας στην Ιστορία θα το δείξει…