Οι άντρες το κουνάνε καλύτερα απ' όλους
Ο Μάικης είναι μαγικός κι αυτά που λέει γυμνός, μην τα τρως. Σε αυτή την πολύ απλή και μάλλον λαϊκίστικη φράση, θα μπορούσα να συμπυκνώσω την κριτική μου για το «Μagic Mike» τη δραματική κομεντί με τους άντρες στρίπερ που σκηνοθέτησε ο οσκαρικός Στίβεν Σόντερμπεργκ. Τι θέλω να πω; Πως η πολυαναμενόμενη ταινία που ‘έσπασε’ τα ταμεία στην Αμερική και έγινε αντικείμενο ανάλυσης από όλα τα media, προσφέρει και με το παραπάνω αυτό που σου υπόσχεται: Αντρικά βυζιά και κώλους φάτσα κάρτα, ντυμένους πυροσβέστες, οικοδόμους, ναύτες και μπάτσους να τρίβονται πάνω στις κορασίδες που παρακολουθούν το θέαμα. Όμως από κει και πέρα επικρατεί κομματάκι χάος και στις προθέσεις και στο σενάριο και στην εκτέλεση. Κομεντί κομεντί δεν είναι, soft τσόντα με άλλοθι για διανοούμενες στην εμμηνόπαυση μάλλον είναι, αλλά αντί να το χαρεί έχει ενοχικό μπλοκάρισμα. Πως φαίνεται αυτό; Από το γεγονός του ότι τα χορευτικά νούμερα είναι κινηματογραφημένα έξυπνα μεν, κουτσερεμένα δε, με μια περίεργη straight αποστασιοποίηση (για να μη μας πούνε και αδερφές). Κι από το γεγονός του ότι μετά τα τρία τέταρτα διάρκειας της ταινίας, το παραμύθι καταλήγει σε μια ηθικολογική σούπα που την βαριούνται κι αυτή που την παίζουν. Ο Σόντερμπεργκ ήθελε να πετύχει και το έτσι και το γιουβέτσι, χωρίς λιπαρά. Κι ομολογουμένως τα σώματα των ηθοποιών του είναι αξιοθαύμαστα στον λιπομετρητή. Όμως ποιος είναι ο στόχος δεν το κατάλαβα. Βασισμένο υποτίθεται το στόρι στις εμπειρίες του πρωταγωνιστή Τσάνινγκ Τέιτουμ, όταν πριν γίνει σταρούμπας δούλευε σε στριπτιζάδικα, το όλο πακέτο προσφέρει μια ντουζίνα απολαυστικά σέξι χορευτικά νούμερα, μερικές αστείες στιγμές, ένα ηθικό δίδαγμα με μια πρέζα δράμα λαπά, υπέροχη κινηματογράφηση και τον συνήθως βαρετό Μάθιου Μακόναχι στον καλύτερο ρόλο της ζωής του. Όμως πέραν τούτου ουδέν. Δεν καταλαβαίνεις και ούτε σε νοιάζει σεναριακά το ποιος είναι ποιος, και όλος ο κορμός της ιστορίας που αφορά στον πεπειραμένο στρίπερ Μάικ ο οποίος βάζει κάτω από τις φτερούγες του το φωτογενές και τραγανό τσόλι Άλεξ Πέτιφερ μόνο και μόνο για να τον δούμε να τα σκατώνει στο τέλος, είναι πιο προβλέψιμο κι από κολονοσκόπηση. Το ρομάντζο του Μάικ – Τέιτουμ με την αλόγα αδελφή του Πέτιφερ που την υποδύεται η εντελώς ξενέρωτη Κόντι Χορν είναι ο ορισμός του ντεκαβλέ και στο φινάλε πραγματικά δεν σκαμπάζεις γιατί τόσος ντόρος. Οκ, αν είσαι γυναίκα ημιαξιοποίητη σεξουαλικά, θα ερεθιστείς τα μάλα και θα πας να τον παίξεις ντεφάκτο με τόσο ωραίο αντρικό γυμνό. Γι αυτό και η ταινία έσκισε. Αν όμως δεν είσαι, και είσαι ας πούμε απλά οπαδός ενός σκηνοθέτη που λέγεται Στίβεν Σόντερμπεργκ, το βλέπεις σαν μια καλλιγραφική και διασκεδαστική αναμφισβήτητα, ξεπέτα εκ του ασφαλούς, που όμως επ’ ουδενί δεν δικαιώνει το όνομά του συγκεκριμένου σκηνοθέτη. Όσο για τα κουλά των κριτικών που διαβάζω περί "κινηματογραφικού σχολίου απέναντι στην αποχυμωτική καπιταλιστική εκμετάλλευση της σεξουαλικής επιθυμίας στο μπλέντερ του «πληρώνω και το κάνω" τα γράφω πιο βερεσέ κι από τα τσιγάρα μου στο ψιλικαντζίδικο. Γιατί στο τέλος τέλος, κι εγώ πληρώνω για να δω την ταινία, κι αυτοί που την έκαναν πληρώθηκαν και με το παραπάνω και την πουτάνα μπορεί κανείς να μην την εκτίμησε, την πουτανιά όμως, όλοι την πόθησαν σαν ανταποδοτική (και με καλλιτεχνικό άλλοθι) διαδικασία. Πράγμα που δεν είναι απαραίτητα κακό αν το ηθικό δίδαγμα, πέρα από τα προπετάσματα καπνού, δεν ήταν το ότι "Οι άντρες το κουνάνε καλύτερα απ' όλους"¨.
*Η ταινία προβάλεται από την Πέμπτη 2 Αυγούστου στις αίθουσες.