Μήπως το "The Master"δεν είναι το αριστούργημα που σου λένε;
Θα μπορούσα να το παίξω εκ του ασφαλούς και να παραδεχτώ, όπως μια μεγάλη πλειοψηφία κριτικών, ότι το «The Master» είναι ένα masterpiece. Δηλαδή ένα αριστούργημα. Δεν μπορώ να το κάνω. Όχι επειδή γουστάρω την κόντρα στην κόντρα (που τη γουστάρω αλλά αυτό είναι άλλο θέμα) αλλά επειδή δεν αναγνώρισα, δεν είδα και δεν αισθάνθηκα το αριστούργημα. Το αν αυτό τώρα οφείλεται στη δική μου, μισερή αντίληψη περί τέχνης, το αφήνω ανοιχτό για κάθε είδους αντίλογο, διαφωνία και πανηγύρι παντός τύπου. Όμως αριστούργημα, προσωπικά, στην αίθουσα δεν είδα. Αριστούργημα, ναι είναι ο «Πολίτης Κέιν» με τον οποίο γνωστός έλληνας κριτικός συνέκρινε το «The Master», όμως ο Κέιν, παρά το "κλειστό" του σύμπαν, δεν ξεχνούσε ποτέ το πώς να το ψευτοανοίγεται στη μορφή μιας ψυχαγωγικής ταινίας που δε σε βιάζει να πας ντουγρού στο υποκείμενο της.
Δεν είδα το αριστούργημα, γιατί αισθάνθηκα, τόσο με το ζόρι, τόσο βεβιασμένη την ανάγκη του Πολ Τόμας Άντερσον να κάνει μια ταινία η οποία θα χαρακτηριστεί αριστούργημα, που στο τέλος η μανία του αυτή και μόνο με απώθησε. Σε συνδυασμό φυσικά, με το ερμητικά κλειστό, αλλά ισχνά σεναριακό, αφαιρετικό διανοητικό του σύμπαν. Μέσα στο οποίο, κολυμπάνε με εξαιρετική ομολογουμένως σκηνοθετική και αισθητική βιρτουοζιτέ, ιστορικές, ψυχολογικές, κοινωνιολογικές, σινεφίλ αλληγορίες και αναφορές, παράγοντας όμως στην τελική, σαν αίσθηση, αυτό που θα αποκόμιζες βλέποντας ένα ενυδρείο στο οποίο περιδιαβαίνουν επαναληπτικά, υπέροχα στη μοναδικότητα και την ιδιομορφία τους, χρυσόψαρα αλλά χωρίς τελικό ιδιαίτερο νόημα στις επαναληπτικές τους κινήσεις.
Αντλώντας έμπνευση από την περσόνα του Λ. Ρον Χάμπαρντ, του ιδρυτή της σαϊεντολογίας και τα πρώτα της βήματα (η οποία εδώ ονομάζεται «Σκοπός») ο Άντερσον επιχειρεί να κάνει την σινεμασκόπ και υπέροχα φωτογραφημένη αναπηρική ανατομία της μεταπολεμικής Αμερικής. Για τον σκοπό αυτό, επιστρατεύει το χαρακτήρα ενός αλκοολικού και με διαταραχή προσωπικότητας βετεράνου του Β Παγκοσμίου πολέμου του Φρέντι Κουέιλ. Η σχέση του με τον "Χάμπαρντ"¨; Μέντορα και μαθητή, εξουσιαστή και εξουσιαζόμενου, πλατωνικών (ή όχι μόνο;) εραστών, σε ένα πλαίσιο αμφισβητούμενης αντικειμενικής πραγματικότητας, εφ’ όσον ποτέ δεν είσαι σίγουρος για το αν αυτό που βλέπεις είναι αυτό που συμβαίνει ή η διαταραγμένη οπτική του Κουέιλ.
Τοποθετώντας απέναντι στους δύο βασικούς ρόλους τον Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν ως ψευδοπροφήτη και τον Χοακίν Φίνιξ (βραβείο αντρικής ερμηνείας στο φεστιβάλ Βενετίας) στο ρόλο του βετεράνου. Με τον δεύτερο, να δίνει πραγματικά ένα ρεσιτάλ «άλλου» εαυτού, που επιφανειακά μπορεί να εντυπωσιάσει αλλά ως εκεί. Γιατί ως εκεί; Γιατί πολύ απλά σαν ρόλος δεν έχει εξέλιξη. Μια μούτα συγχύσεως και νευρώσεως από την αρχή ως το τέλος, αξιοθαύμαστη σαν τεχνική αλλά τελείως μα τελείως στατική. Το ακριβώς αντίθετο δηλαδή από την περίπτωση της Έιμι Άνταμς, συζύγου του ψευδοπροφήτη, στη γωνία των εκφράσεων της οποίας, ελλοχεύει μια τόσο ραφινάτη στο αμπαλάζ της απειλή, που αν ήμουν σκηνοθέτης ταινιών τρόμου την είχα προσλάβει τώρα.
Από κει και πέρα, προσωπικά το βασικό μου πρόβλημα, είναι το εξής: Ότι όλα αυτό που έγραψα παραπάνω, περί «αναπηρικής ανατομίας της μεταπολεμικής Αμερικής» είναι κάτι που από το τελικό φιλμικό αποτέλεσμα, προκύπτει μέσα από θρύψαλα σκηνών και συμπεριφορών, μέσα σε ένα ολόκληρο σύνολο, και κατ’ ουσίαν επιβεβαιώνεται ως κριτική, επειδή κάπου αλλού το είδα, μου άρεσε και το αντέγραψα. Όπως και πολλοί άλλοι (που το αντέγραψαν). Από μόνη της η ταινία δεν στο δίνει. Και δεν στο δίνει, για τους λόγους υπερφιλοδοξίας του Άντερσον που ανέφερα στην αρχή. Και για τη χρησιμοποίηση ενός πιασάρικου και παραπλανητικού ευρήματος, του «κίτρινα καυτού» θέματος της Σαϊεντολογίας, που ο Άντερσον γνωρίζει εκ του ασφαλούς και εκ των προτέρων πως του εξασφαλίζει δωρεάν διαφήμιση αλλά δεν τολμάει και να τα βάλει φάτσα κάρτα μαζί του. Με άλλοθι, του ότι δεν είναι αυτό το θέμα της ταινίας του. Έλα όμως που υπάρχει η σοβαρή πιθανότητα, αυτό που εκείνος θεωρεί ως θέμα της ταινίας του, να είναι αντιληπτό τελικά, μόνο στον ίδιο. Κάτι που φαίνεται κι από το γεγονός, του ενώ κάποιοι συνεχίζουν να μιλάνε για οσκαρικό φαβορί ούτε ο Κύκλος Κριτικών Νέας Υόρκης (NYFCC), ούτε το Εθνικό Συμβούλιο Κριτικών (NBR) το έχουν συμπεριλάβει στα φετινά φαβορί.
***Στις αίθουσες από την Πέμπτη 6 Δεκεμβρίου
***ακολουθήστε τον ΤΑΖ στο facebook στο www.facebook.com/tazthebuzz, στο twitter ως klarinabourana, κάντε LIKE στην επίσημη σελίδα του fb SIGAIKA PRODUCTIONS, για να μαθαίνετε όσα χρειάζεστε, προκειμένου να καίτε τον εγκέφαλο (των άλλων) ή επικοινωνήστε με το terra_gelida@hotmail.com για μέιλ και υποθέσεις προσωπικής εκδίκησης.