Θερίζουν τους Έλληνες οι μαυραγορίτες
Μέρες του '42 ζουν και πάλι οι Έλληνες, τότε που οι μαυραγορίτες άρπαζαν ολόκληρες περιουσίες για ένα κιλό αλεύρι...
Χρυσά δόντια, βέρες, σταυρουδάκια από βαφτίσια και ακίνητα ξεπουλάνε σε ενεχυροδανειστήρια και ανταλλακτήρια χρυσού χιλιάδες απελπισμένοι άνθρωποι κάθε μέρα για να επιβιώσουν οι να πληρώσουν το χαράτσι της ΔΕΗ για να μην τους κόψουν το ρεύμα.
Καθημερινά σαν τα μανιτάρια ξεφυτρώνουν σε Αθήνα και επαρχία τα ανταλλακτήρια χρυσού, τα οποία ανοίγουν κυρίως απέναντι από εφορίες ώστε ο απελπισμένος έμπορος, βιοτέχνης και επιχειρηματίας που δεν έχει να πληρώσει τα χρέη του να βρίσκει την άμεση λύση βγάζοντας στο σφυρί για ένα κομμάτι ψωμί ότι χρυσαφικό υπάρχει σπίτι του.
Αυτοί οι ναοί εκμετάλλευσης της απόγνωσης των πολιτών υπολογίζονται σήμερα περίπου σε 2.500 σε όλη την επικράτεια με συναλλαγές εκατομμυρίων ευρώ καθημερινά, που βέβαια δεν μπορεί να ελέγξει η εφορία.
Το δράμα που ζουν όσοι καταφεύγουν στα ενεχυροδανειστήρια για να καλύψουν άμεσες οικονομικές ανάγκες, περιγράφει με συγκλονιστικό τρόπο στο newsbomb ένας συνταξιούχος 72 ετών με ποσοστό αναπηρίας 70% με σύνταξη 632 ευρώ και ιδιοκτήτης ακινήτου 80τ.μ στο Ηράκλειο Κρήτης.
Από λάθος μέτρηση του δήμου Ηρακλείου, το χαράτσι στη ΔΕΗ που πρέπει να πληρώσει είναι 760 ευρώ (αντί 380 που ήταν το σωστό πόσο ανάλογα με τα τετραγωνικά του σπιτιού του), δέχθηκαν το λάθος σε ΔΕΗ και Δήμο αλλά του είπαν το απίστευτο: «Πλήρωσε τώρα τα παραπάνω που σου βάλαμε άδικα και θα τα πάρεις επιστροφή, όταν πληρώσεις και το χαράτσι του 2012»
Μη έχοντας τα 760 ευρώ για να πληρώσει ο απελπισμένος αυτός άνθρωπος μπήκε στη μεγάλη περιπέτεια του ενεχυροδανειστηρίου.
Από δω και πέρα η μαρτυρία του στο newsbomb είναι συγκλονιστική:
«Δίκιο είχα, λεφτά δεν είχα κι έτσι σκέφτηκα τη μία και μοναδική λύση: Εκείνα τα λιγοστά χρυσά κοσμήματα που η γυναίκα μου φυλούσε σαν κόρη οφθαλμού για πολλά χρόνια. Οι δύο βαφτιστικοί σταυροί των γιων μου με τις αλυσίδες τους, η βέρα μου, το δαχτυλίδι που έκανα δώρο στη γυναίκα μου όταν γεννήθηκε το πρώτο μας παιδί κι ένα ρολόι τσέπης που το είχε ο παππούς μου κι ήταν μεγάλης αξίας.
Το κλάμα που έκανα όταν άνοιξα εκείνο το κουτί δεν περιγράφεται. Ντράπηκα. Ντράπηκα λες και ήμουν εγώ ο φταίχτης για εκείνα τα 760 ευρώ που δεν είχα να πληρώσω στο κράτος – νταβατζή. Δεν έβλεπα όμως άλλη επιλογή και πήγα να τα «σκοτώσω».
Δυστυχώς στην πόλη του Ηρακλείου ανταλλακτήρια χρυσού έχουν γίνει πια πιο πολλά κι από τα ταξί που κυκλοφορούν στους δρόμους. Από τον Αύγουστο του 2011 τα ενεχυροδανειστήρια και ανταλλακτήρια χρυσού εντάχθηκαν στο νόμο περί απελευθέρωσης επαγγελμάτων. Αυτό σημαίνει ότι με μία απλή βεβαίωση από την εφορία κι όποιος έχει λευκό ποινικό μητρώο μπορεί αν πάρει από την αστυνομία άδεια λειτουργίας τέτοιου καταστήματος.
Μπήκα μέσα στο ανταλλακτήριο, έβγαλα το σακούλι με τα κοσμήματα και τα έδωσα σε έναν κύριο που τα άδειασε μπροστά του κι άρχισε να τα τρίβει επάνω σε μία πλάκα λέγοντάς μου «τα χρήματα θα τα πάρεις αμέσως». Μετά ζύγισε τους δύο σταυρούς, τις αλυσίδες, τη βέρα και το δαχτυλίδι και μου είπε «είναι όλα 14άρια και για όλα θα σου δώσω 220 ευρώ». Ένιωσα ότι με εξευτελίζει κι έφυγα τρέχοντας χωρίς να τους τα αφήσω. Θα αφήσω απλήρωτο το χαράτσι για να καταλάβουν ότι δεν πληρώνω, γιατί δεν έχω να πληρώσω. Μα πιο πολύ δεν τα άφησα στον σαράφη γιατί μέσα στο σκοτεινό μαγαζί του συνειδητοποίησα πώς αν το έκανα θα έδινα τη δυνατότητα στους εγκληματίες Έλληνες πολιτικούς που μας οδήγησαν εδώ, να μου κλέψουν εκτός από την αξιοπρέπειά μου και τις αναμνήσεις μου. Όχι δεν θα μου τα πάρουν κι αυτά. Ας με αφήσουν χωρίς ρεύμα. Δεν θα μου πάρουν και τις αναμνήσεις μιας ζωής όχι για 220 ευρώ, αλλά ούτε για όλα τα ευρώ του κόσμου».