Τα «δώρα» της κυβέρνησης στον Σάλλα και την Πειραιώς
Πώς η τράπεζα του Μιχάλη Σάλλα απορρόφησε χωρίς χρέη και δίχως να καταβάλλει φόρους τα υποκαταστήματα των κυπριακών τραπεζών...
Ειδικό αφιέρωμα στη «σκανδαλώδη» εύνοια που απολαμβάνει η Τράπεζα Πειραιώς και ο μεγαλομέτοχός της Μιχάλης Σάλλας δημοσιεύει το περιοδικό Unfollow.
Σε ρεπορτάζ με τίτλο: «Τράπεζα Πειραιώς: Too big to fail, too big to jail» (πολύ μεγάλη για να αποτύχει, πολύ μεγάλη για τη φυλακή) γίνεται εκτενής αναφορά στην ευνοϊκή μεταχείριση που τυγχάνει ο κύριος Σάλλας με τις πλάτες της κυβέρνησης και του Αντώνη Σαμαρά.
Το άρθρο του περιοδικού ξεκινά με το γεγονός ότι οι περισσότερες ενημερωτικές ιστοσελίδες και οι εφημερίδες κινήθηκαν σε κλίμα θριάμβου για τα stress tests αποκρύπτοντας το γεγονός ότι η τράπεζα του κυρίου Σάλλα συγκαταλέγονταν στις 25 τράπεζες που απέτυχαν στο τυπικό σκέλος της διαδικασίας των tests.
To δημοσίευμα κάνει λόγο για προκλητικά δώρα που έχει προσφέρει η συγκυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου στην τράπεζα Πειραιώς και αναφέρει «τα 7,5 δισ. ευρώ που ουσιαστικά χαρίστηκαν στον Μ.Σάλλα μέσω του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας».
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά: «Η ιστορία ξεκινά το καλοκαίρι του 2014 όταν η κυβέρνηση με φωτογραφική διάταξη εξασφάλισε ότι η Τράπεζα Πειραιώς δεν θα χρειαστεί να πληρώσει ούτε ένα ευρώ για την απορρόφηση των υποκαταστημάτων των Κυπριακών Τραπεζών. Στόχος ήταν να απαλλαγεί όχι μόνο από τα χρέη που κουβαλούσαν αυτές οι τράπεζες απέναντί στους μετόχους και ομολογιούχους τους, αλλά και από τους φόρους των εκατομμυρίων ευρώ που θα έπρεπε να καταβάλλει προς το ελληνικό δημόσιο. Σύμφωνα με τις πιο μετριοπαθείς εκτιμήσεις η συγκεκριμένη φοροαπαλλαγή ξεπερνά τα 200 εκατ. ευρώ!».
Όπως αναφέρει το περιοδικό η κυβέρνηση είχε προσπαθήσει να περάσει σχετικές φωτογραφικές τροπολογίες για την Πειραιώς μέσα σε άσχετους νόμους τον Απρίλιο και τον Δεκέμβριο του 2013, χωρίς επιτυχία.
Όμως ο Μ. Σάλλας πίεζε συνεχώς τον Αντώνη Σαμαρά μέχρι να βρεθεί η κατάλληλη φόρμουλα και να ξεπεραστούν αυτά τα ζητήματα νομικής φύσεως, αφού οι ελληνικοί νόμοι προβλέπουν ότι απορροφώντας μια επιχείρηση δέχεσαι και τα χρέη της, ενώ για κάθε μεταβίβαση υπάρχει η υποχρέωση καταβολής φόρων.
Κατά περίεργο τρόπο, όπως γράφει το Unfollow, παρά το γεγονός ότι η διάταξη προκάλεσε την εντονότατη αντίδραση τόσο του ΣΥΡΙΖΑ, όσο και των ΑΝ.ΕΛ. η είδηση πέρασε σχεδόν απαρατήρητη από τα μέσα ενημέρωσης.
Το δώρο της κυβέρνησης αποκαλύφθηκε από μεγάλα δικηγορικά γραφεία που εκπροσωπούν ομολογιούχους που έχασαν λεφτά από το PSI και έχουν βάλει κατά της Πειραιώς.
«Σε σχέση με τη φοροαπαλλαγή, το μυστικό ήταν ότι στον προηγούμενο νόμο (Ν. 4150/2013, άρθρο 68) υπήρχε σαφής αναφορά στο άρθρο 16 του νόμου 2515, σύμφωνα με το οποίο μια τράπεζα προκειμένου να έχει φοροαπαλλαγή θα πρέπει να είναι «καθολικός διάδοχος» - κάτι που φυσικά δεν ίσχυε στην περίπτωση των κυπριακών τραπεζών.
Στο νέο νόμο που ψηφίστηκε, αφαιρέθηκε κάθε αναφορά στο άρθρο 16 του Ν. 2515 και ως δια μαγείας ο Μ. Σάλλας δεν χρειάστηκε να δώσει ούτε ένα ευρώ στο ελληνικό δημόσιο!», αναφέρει το Unfollow.
Σε άλλο σημείο του ρεπορτάζ αναφέρεται ότι «στη συγκεκριμένη μεταβίβαση δεν εφαρμόζεται το άρθρο 479 του αστικού κώδικα» με αποτέλεσμα η Πειραιώς να απαλλάσσεται από τις υποχρεώσεις της προς τρίτους.
Πρόκειται, δηλαδή, για «αριστοτεχνικές» πρακτικές με τις οποίες η τράπεζα κατάφερε να γλιτώσει όλους τους φόρους και τα χρέη.
Ακόμη πιο εξωφρενικό είναι το γεγονός ότι στην διάταξη της φοροαπαλλαγής η κυβέρνηση έδωσε αναδρομική ισχύ προκειμένου να καλυφθούν οι περίοδοι απορρόφησης των υποκαταστημάτων από την Πειραιώς, γεγονός για το οποίο σιώπησαν – για άλλη μία φορά – τα περισσότερα ΜΜΕ.
Στο Unfollow γίνεται αναφορά και σε σχετικό δημοσίευμα των New York Times που έγραφε χαρακτηριστικά: «η τράπεζα Πειραιώς είναι ένας από τους μεγαλύτερους διαφημιζόμενους στα ελληνικά Μέσα Ενημέρωσης» και ως γνωστόν... «όταν τρώμε… δεν μιλάμε».
Το άρθρο τελειώνει με τη διαπίστωση:
«Η περίπτωση των φωτογραφικών και αντισυνταγματικών νόμων που πέρασε η κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου δεν είναι ίσως το μεγαλύτερο δώρο που έχουν κάνει τα κόμματα εξουσίας. Επιβεβαιώνει όμως με έναν απόλυτα διεστραμμένο τρόπο την πεποίθηση ορισμένων ότι ζούμε την τελευταία σοβιετική δημοκρατία».