Ανοίγει ο «αμαρτωλός» φάκελος της «Πανγαία»
Η θολή διαδικασία πώλησης σε ξένο fund της θυγατρικής εταιρείας της Εθνικής Τράπεζας «Πανγαία», η οποία είχε στο χαρτοφυλάκιό της 241 ακίνητα-φιλέτα, βρίσκεται στο μικροσκόπιο της Δικαιοσύνης.
ΦΥΛΛΟ ΚΑΙ ΦΤΕΡΟ ΚΑΝΟΥΝ ΟΙ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΙΣ ΤΗΝ ΠΩΛΗΣΗ ΤΩΝ «ΦΙΛΕΤΩΝ» ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΣΕ ΞΕΝΟ FUND
Η αγοραπωλησία πραγματοποιήθηκε το 2013, ωστόσο οι διαδικασίες που ακολουθήθηκαν καθώς και το αντίτιμο εγείρουν ερωτήματα, απάντηση στα οποία επιχειρεί να δώσει σήμερα, η έρευνα της εισαγγελέως διαφθοράς, Ελένης Ράικου. Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας «Αυγή», η κ. Ράικου συλλέγει στοιχεία με βάση τις καταγγελίες, οι οποίες είχαν νωρίτερα τεθεί υπ' όψιν του γενικού γραμματέα κατά της διαφθοράς, Γιώργου Βασιλειάδη, και του γενικού γραμματέα του υπουργείου Δικαιοσύνης, Κώστα Κοσμάτου, θέμα για το οποίο είχε ενημερωθεί και ο τότε υφυπουργός, και νυν υπηρεσιακός υπουργός Δικαιοσύνης, Δημήτρης Παπαγγελόπουλος.
Στο επίκεντρο της εισαγγελικής έρευνας εκτιμάται ότι θα βρεθεί η διοίκηση του κ. Αλέξανδρου Τουρκολιά, επιστήθιου φίλου του τότε πρωθυπουργού, Αντώνη Σαμαρά, ο οποίος την επίμαχη περίοδο είχε το «τιμόνι» της Εθνικής Τράπεζας. Στο «κάδρο» της έρευνας, εκτός από τραπεζικά στελέχη, μπαίνει και η κ. Αναστασία Σακελλαρίου, η οποία ήταν επικεφαλής του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και έδωσε το «πράσινο φως» για την αγοραπωλησία. Επίσης, τυχόν ευθύνες ενδέχεται να αναζητηθούν από τη Βουλή και στο πρόσωπο του κ. Γιάννη Στουρνάρα, ως εποπτεύοντος υπουργού Οικονομικών εκείνης της περιόδου, βάσει του νόμου περί ευθύνης υπουργών.
Η εταιρεία «Πανγαία» ιδρύθηκε τον Απρίλιο του 2010, ως θυγατρική της Εθνικής Τράπεζας (ΕΤΕ). Το αρχικό της χαρτοφυλάκιο αποτελούνταν από 241 ακίνητα, εκ των οποίων η συντριπτική πλειονότητα είναι τα καταστήματα της Εθνικής Τράπεζας σε όλη την επικράτεια. Ο σκοπός ίδρυσης της εταιρείας περιγράφονταν ως η καλύτερη διαχείριση και αξιοποίηση του χαρτοφυλακίου της ΕΤΕ, όρος ο οποίος φέρεται να μην υπηρετήθηκε στην υπόθεση πώλησης της Πανγαίας σε ξένο fund.
Συγκεκριμένα, το 2013 η διοίκηση της ΕΤΕ αποφάσισε την πώληση του πλειοψηφικού πακέτου μετοχών της Πανγαίας, σε ποσοστό 66%, στο fund «Invel Real Estate», με έδρα την Ολλανδία. Η διαδικασία, όμως, η οποία ακολουθήθηκε, φέρεται να εξυπηρετούσε όχι τα συμφέροντα της Εθνικής Τράπεζας, αλλά του αγοραστή, καθώς του επέτρεψε να μην καταβάλει το πλήρες τίμημα, ως εξής:
Συστήθηκε μία εταιρεία (όχημα ειδικού σκοπού – spv), κατά 100% ελεγχόμενη από το επενδυτικό fund. Αυτή η ενδιάμεση εταιρεία είχε σκοπό να πάρει δάνειο από την ΕΤΕ, προκειμένου στη συνέχεια να χρηματοδοτήσει τη μητρική του, δηλαδή την Invel Real Estate, για να αγοράσει το 66% της Πανγαίας.
Η Πανγαία, πριν από την εξαγορά, πραγματοποίησε αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, στην οποία συμμετείχε με ακίνητα καθαρής αξίας 72,2 εκατ. ευρώ η ΕΤΕ και με ακίνητα καθαρής αξίας 73,4 εκατ. ευρώ η Invel Real Estate. Η συμμετοχή του fund αντιστοιχούσε στο 7,4% του μετοχικού κεφαλαίου.
Η εξαγορά του υπόλοιπου 58,6% (μέχρι το 66%) έγινε με καταβολή μετρητών 160,50 εκατ. ευρώ, εξ ιδίων πόρων της Invel Real Estate και με δανεισμό από την ενδιάμεση θυγατρική της εταιρεία, ποσού 421 εκατ. ευρώ. Η ενδιάμεση εταιρεία είχε προηγουμένως λάβει ισόποσο ομολογιακό δάνειο από την ΕΤΕ.
Το γεγονός αυτό σημαίνει ότι το Δημόσιο δεν εισέπραξε καν φόρους μεταβίβασης. Επίσης, το επιτόκιο του δανείου που έλαβε η θυγατρική του αγοραστή από τον πωλητή, ήταν 2,7%, δηλαδή πολύ χαμηλότερο από το μέσο επιτόκιο της πιστοδοτικής αγοράς και πολύ μικρότερο από το επιτόκιο που η ίδια η τράπεζα δανειζόταν, καθώς το μέσο επιτόκιο της εποχής κυμαινόταν στο 6%.
Εκτός από τους ευνοϊκούς όρους για τον δανειολήπτη και εν τέλει τον αγοραστή, η Εθνική Τράπεζα βρέθηκε μπροστά σε ένα ακόμα παράδοξο: να πληρώνει ενοίκιο για τα ακίνητα τα οποία πούλησε και συνέχιζε να μισθώνει, αντί του ποσού των 80 εκατ. ευρώ το χρόνο.
Η αγοραπωλησία έλαβε την έγκριση του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) και της διευθύνουσας συμβούλου, Αναστασίας Σακελλαρίου, ωστόσο αξίζει να σημειωθεί ότι αυτό επιτεύχθηκε με οριακή πλειοψηφία, ενώ κατά την κρίσιμη συνεδρίαση το μέλος του ΔΣ του ΤΧΣ, Ανδρέας Μπερούτσος, φέρεται να παραιτήθηκε.
Ο τότε υπουργός Οικονομικών, Γιάννης Στουρνάρας, όταν ρωτήθηκε για το θέμα στη Βουλή από τους βουλευτές της Δημοκρατικής Αριστεράς, Ασημίνα Ξηροτύρη και Νίκο Τσούκαλη, δεν έδωσε ουσιαστική απάντηση και περιορίστηκε στο να επισυνάψει τα σχετικά έγγραφα του ΤΧΣ, της ΕΤΕ και της Τράπεζας της Ελλάδος για την αγοραπωλησία.
Το λόγο, όμως, τώρα έχει η Δικαιοσύνη.