ΑΠΟΨΗ
Ποιοι δανειολήπτες πετυχαίνουν «κούρεμα» των δανείων τους ενώ κάποιοι άλλοι μένουν εκτός
Γιατί κάποιοι, ενώ μπορούσαν να γλυτώσουν την περιουσία τους, αύριο μεθαύριο θα χάσουν το σπίτι τους στον πλειστηριασμό;
Ο πρώτος νόμος που αφορούσε σε δικαστική ρύθμιση οφειλών ψηφίστηκε το 2010, δέκα χρόνια δηλαδή πριν και ήταν ο γνωστός νόμος Κατσέλη. Έκτοτε αρκετοί δανειολήπτες ρύθμισαν τις υποχρεώσεις τους, πολλοί περιμένουν μέχρι και σήμερα την αίτηση τους να συζητηθεί στο Δικαστήριο ενώ άλλοι, παρόλο που μπήκαν στο νόμο Κατσέλη, δεν μπορούν να πληρώσουν ούτε τη δόση που τους όρισε το Δικαστήριο με αποτέλεσμα να έχουν μπλέξει σε έναν νέο δικαστικό αγώνα με τις τράπεζες, προσπαθώντας, είτε να αλλάξουν την δικαστική απόφαση είτε να την μεταρρυθμίσουν.
Υπάρχουν όμως πολλοί που δεν θα τα καταφέρουν, άλλοι που δεν δικαιούνται να υπαχθούν σε κανένα άλλο νομικό πλαίσιο, όπως για παράδειγμα στον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών των επιχειρήσεων ή τη πλατφόρμα προστασίας της πρώτης κατοικίας, αλλά ούτε στον νόμο Κατσέλη γιατί μπορεί ενδεχομένως να έχουν την εμπορική ιδιότητα ή να έχουν δανειστεί υπέρογκα ποσά ή πολύ απλά γιατί δεν έχουν άλλες τυπικές προϋποθέσεις.
Το ερώτημα όμως παραμένει. Γιατί κάποιοι που φαίνεται να αποτελούν δύσκολες περιπτώσεις υπερχρέωσης βρίσκουν την λύση στην άκρη του τούνελ ενώ άλλοι (που αποτελούν και την πλειοψηφία) δυσκολεύονται να τακτοποιήσουν το πρόβλημα τους είτε δικαστικά είτε εξωδικαστικά;
Γιατί σε κάποιος δανειολήπτες οι τράπεζες προσφέρουν ρυθμίσεις ενώ σε κάποιους άλλους όχι;
Θα ξεκινήσω με ένα δύο πραγματικά παραδείγματα ανθρώπων που δεν θα είχαν καμία ελπίδα ρύθμισης αν δεν έκαναν αυτό που τους συμβούλεψε ο δικηγόρος τους αλλά επέλεγαν αυτό που κάνουν οι περισσότεροι, δηλαδή να ερμηνεύσουν τα γεγονότα και τους νόμους σύμφωνα με αυτά που άκουσαν από το φιλικό του περιβάλλον ή στα ΜΜΕ.
Έχοντας ελλιπείς γνώσεις επί του θέματος ή επειδή πίστεψαν ότι τελικά τα δάνεια θα κουρευτούν αδιακρίτως για όλους ή επειδή θεώρησαν πως οι Τράπεζες μπλοφάρουν και «δεν θα έχουν τι να κάνουν με το ακίνητό τους και άρα δεν θα το πάρουν» επέλεξαν είτε να αρνηθούν κάθε πρόταση ρύθμισης από τις τράπεζες ή να αγνοήσουν όλα τα μέτρα είσπραξης που ξεκίνησαν εναντίον τους χωρίς να αμυνθούν και να ασκήσουν τις προβλεπόμενες ανακοπές και αναστολές εκτέλεσης που προβλέπει ο νόμος.
Καταρχάς κανείς δεν ισχυρίζεται πως η λύση είναι απλή και εύκολη.
Δεν χρειάζεται όμως εξειδικευμένες γνώσεις για να καταλάβει κάποιος πως ότι χαρτί κοινοποιείται στο σπίτι ή στο γραφείο μας με δικαστικό επιμελητή το διαβάζουμε γιατί έχει έννομες συνέπειες και περιοριστικές προθεσμίες προκειμένου να ασκήσουμε τα δικαιώματά μας.
Πρακτικά αυτό σημαίνει πως αν έχουμε κάποιο επιχείρημα εναντίον της τράπεζας ο μόνος τρόπος να το προβάλουμε και αυτό να κριθεί είναι μόνο μέσω των δικαστηρίων και αυτό μπορεί να γίνει μόνο εντός ενός συγκεκριμένου χρονικού πλαισίου αλλιώς αν δεν το κάνουμε είναι σαν να αποδεχόμαστε όλα όσα λέει και κυρίως ζητάει η τράπεζα.
Για παράδειγμα η προθεσμία της ανακοπής κατά μιας διαταγής πληρωμής είναι 15 εργάσιμες ημέρες από την κοινοποίησή της ενώ η προθεσμία της ανακοπής κατά της κατασχετήριας έκθεσης είναι 45 ημερολογιακές ημέρες από την κατάσχεση.
Αν δεν κάνουμε τις εν λόγω ανακοπές εντός των παραπάνω προθεσμιών δεν μπορούμε να τις ασκήσουμε αργότερα. Τελεία και παύλα. Έχουμε χάσει το δικαίωμα μας είτε να ακυρώσουμε τελείως τις παραπάνω πράξεις είτε έστω να καθυστερήσουμε τη διαδικασία της εκτέλεσης που οδηγεί στον πλειστηριασμό.
Υπάρχει και μια άλλη μεγάλη μερίδα δανειοληπτών που ενώ πράγματι προχώρησε σε δικαστικές ενέργειες αυτές δεν ήταν οι ενδεδειγμένες αφού εξ αρχής δεν είχαν τις προϋποθέσεις του νόμου με αποτέλεσμα στο τέλος αυτές να μην ευδοκιμήσουν και οι αιτούντες δανειολήπτες να βρεθούν απροστάτευτοι αλλά και να χρωστάνε την αρχική οφειλή σε πολλές περιπτώσεις διπλάσια ή και τριπλάσια λόγω των τόκων και των δικαστικών εξόδων.
Γιατί να καταθέσει δηλαδή κάποιος μια αίτηση του νόμου Κατσέλη αν γνωρίζει εξ αρχής ότι αυτή θα απορριφθεί και να αρνηθεί στο ενδιάμεσο μια καλή πρόταση της τράπεζας ή γιατί να κάνει αίτηση για ένταξη στον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών των επιχειρήσεων όταν δεν είναι βιώσιμος και να αρνηθεί και πάλι μια πρόταση της τράπεζας;
Γιατί ένας δανειολήπτης να αρνηθεί μια πρόταση με διαγραφή οφειλής γιατί πιστεύει ότι ένας συγγενής ή φίλος του πήρε κάτι καλύτερο και στο τέλος όταν η τράπεζα εκδίδει διαταγή πληρωμής σε βάρος του να παρακαλά την τράπεζα να του προσφέρει ξανά την αρχική πρόταση που είχε ήδη απορρίψει;
Γιατί δηλαδή οι δανειολήπτες δυσκολεύονται να αναγνωρίσουν το πότε μια ρύθμιση θεωρείται καλή και πότε όχι.
Η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα είναι απλή. Για να καταλάβεις αν μια ρύθμιση είναι καλή πρέπει να γνωρίζεις αν έχει άλλες εναλλακτικές και ποιες είναι οι πιθανότητες αυτές να ευδοκιμήσουν. Πρέπει δηλαδή να είσαι σε θέση να συγκρίνεις αυτό που προσφέρει η τράπεζα με αυτό που θα σου δώσει το δικαστήριο αλλά και να κατανοείς πως μια δικαστική διαμάχη έχει και υψηλά ποσοστά αποτυχίας.
Από την άλλη αν η τράπεζα δεν υποχωρεί και αυτό που προτείνει δεν είναι βιώσιμο ή συμφέρον για τον δανειολήπτη, ο δανειολήπτης πρέπει να αμυνθεί και να ασκήσει όλα τα δικαιώματα του γιατί μόνο έτσι θα ασκήσει πίεση στη τράπεζα.
Για παράδειγμα, ο δανειολήπτης Χ όφειλε στην Τράπεζα 130.000 ευρώ και η τράπεζα ζητούσε μια υπέρογκη δόση χωρίς να διαγράψει κανένα ποσό. Ο Χ όταν εκδόθηκε διαταγή πληρωμής δεν την αγνόησε αλλά άσκησε ανακοπή την οποία κέρδισε, μετά την ήττα της η τράπεζα του κούρεψε το δάνειο στο ένα τρίτο.
Άλλη περίπτωση δανειολήπτριας που όφειλε 30.000 ευρώ , ομοίως άσκησε ανακοπή, την κέρδισε και πλήρωσε τελικά στην Τράπεζα μόλις 6.000 ευρώ. Κανείς δεν ισχυρίζεται ότι το αποτέλεσμα μιας ανακοπής θα είναι θετικό αλλά είναι ο μόνος τρόπος, να περιορίσεις την οφειλή και τουλάχιστον να καθυστερήσεις την τράπεζα εξαναγκάζοντας την σε πολλές περιπτώσεις σε ρύθμιση είναι αυτός.
Προσοχή όμως, δεν μιλάμε για τυπικές ανακοπές αλλά και προσεχτική μελέτη της τραπεζικής σύμβασης και της κίνησης λογαριασμού που σε πολλές περιπτώσεις εντοπίζονται σοβαροί λόγοι ανακοπής που μπορούν να γίνουν δεκτοί. Εν κατακλείδι, ένα τόσο σοβαρό θέμα όπως η διάσωση της κατοικίας της οικογένειας και εν γένει της ακίνητης περιουσίας πρέπει να αντιμετωπίζεται σε σοβαρότητα και υπεύθυνη διαχείριση.
Μετά από τόσα χρόνια οικονομικής κρίσης αποδεικνύεται πως η γνώση είναι δύναμη αλλά την ίδια στιγμή και προνόμιο για λίγους.
Διαβάστε επίσης:
Ρεπορτάζ Newsbomb.gr - Μεγάλος Περίπατος: Η νέα εικόνα της πλατείας Συντάγματος