Σε… βέρτιγκο ο Ερντογάν: Αντιμέτωπος με τα «φαντάσματά» του - Πανικόβλητος και χωρίς επιχειρήματα
«Το γαρ πολύ της θλίψεως (και του πανικού) γεννά παραφροσύνη», λέει ο σοφός λαός και η παροιμία βρίσκει απόλυτη ταύτιση στον Τούρκο πρόεδρο.
Στο παραλήρημα που τον τελευταίο καιρό βρίσκεται η τουρκική πολιτική ηγεσία και οι «αυλικοί» της έρχεται να προστεθεί σωρεία αλλοπρόσαλλων δηλώσεων που δείχνουν πανικό, έλλειψη λογικών επιχειρημάτων και σίγουρα το μόνο που προκαλούν είναι θυμηδία.
Πώς αλλιώς να ερμηνεύσει κάποιος τις δηλώσεις του Τούρκου υπουργού Εσωτερικών Σοϊλού, ότι «η Τουρκία εξάγει πολιτισμό, ιδέες, φιλοσοφία και ότι είναι ευγενής λαός;» Αλλά και οι πρόσφατοι ισχυρισμοί του εκπροσώπου του Τουρκικού Κοινοβουλίου Σεντόπ, ότι «η Ελλάδα γίνεται υποχείριο των σχεδιασμών της Δύσης και ιδιαιτέρως της Γαλλίας;» Και βεβαίως η ανάρτηση του Προέδρου Ερντογάν μέσω του επισήμου λογαριασμού του στο Twitter ως απάντηση στην κοινή δήλωση της διάσκεψης MED-7 για την απαίτηση επιβολής κυρώσεων στην Τουρκία, η οποία κάνει λόγο για «συμμορία των λύκων που ετοιμάζεται να κατασπαράξει τους Τούρκους», δείχνει ξεκάθαρα ότι οι στοιχειώδεις κανόνες που συνθέτουν ένα πολιτικό λόγο, όπως ευγένεια και σεβασμός έχουν... ξεχαστεί από την τουρκική πλευρά. Μια πλευρά που κατά τ’ άλλα δηλώνει σε όλους τους τόνους υπέρμαχος του “διαλόγου” και της “διαπραγμάτευσης”.
Η έλλειψη ορθολογικής συλλογιστικής είναι προφανής. Όταν στερεύει από επιχειρήματα το τουρκικό κράτος καταφεύγει σε ευφάνταστες θεωρίες συνωμοσίας που ενισχύουν ένα από τα κεντρικά αφηγήματά του, ότι δηλαδή η Δύση δήθεν απεργάζεται ένα σκοτεινό σχέδιο υπονόμευσης και περιορισμού της γείτονος της στην Ανατολία. Οι συνωμοσιολογικές θεωρίες όμως συνεχίζονται, παρά το γεγονός ότι διανύεται μια χρονική περίοδος στην οποία αναζητείται έστω και διερευνητικά κοινός τόπος επαφής της ελληνικής και της τουρκικής πλευράς. Οι δηλώσεις του Προέδρου Ερντογάν, «Αυτοί που προσπαθούν να φέρουν τα πάνω κάτω στην περιοχή μας και στον κόσμο εξαιτίας της εχθρότητάς τους απέναντι στην Τουρκία, στην πραγματικότητα ετοιμάζουν το τέλος τους με τα ίδια τους τα χέρια», αποδεικνύουν περίτρανα την τουρκική διγλωσσία.
Ένα δείγμα άλλωστε της τουρκικής αντιφατικότητας είναι και η χρήση “a la carte” της διεθνούς συνθήκης για το δίκαιο της θάλασσας. Από τη μία η Τουρκία δεν έχει υπογράψει τη συνθήκη- και ούτε πρόκειται ποτέ να την υπογράψει αφού προφανώς δεν εξυπηρετεί τις μεγαλεπήβολες επιδιώξεις της- από την άλλη όμως, ερμηνεύει επιλεκτικά διατάξεις της κατά το δοκούν, φθάνοντας μάλιστα στο σημείο να προειδοποιεί την παγκόσμια κοινότητα ότι αν εφαρμοστεί η λύση που προκρίνει η ελληνική πλευρά, δηλαδή σύμφωνα με τις επιταγές του διεθνούς δικαίου, αυτό θα έχει «παγκόσμιες δυσμενείς συνέπειες»!
Προκαλεί βεβαίως απορία πώς και υπό ποιες συνθήκες μια τέτοια πολιτική ηγεσία θα μπορούσε να καθίσει στο τραπέζι του διαλόγου; Τα θέματα συζήτησης είναι γνωστά και συγκεκριμένα και αφορούν μόνο στην οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών.
Αλλά ακόμα και αν συμφωνούσε στην επίλυση των υπαρκτών αυτών διαφορών, η ρητορική του μίσους, της απαξίωσης και του υποβιβασμού του συνομιλητή του που διαρκώς χρησιμοποιεί ο Τούρκος Πρόεδρος, δυστυχώς τον καθιστούν αυτομάτως αναξιόπιστο. Δηλώσεις του τύπου «να μείνουν (εννοώντας τους Έλληνες) μακριά από λάθη που θα τους προκαλέσουν καταστροφή», ή «πριν από έναν αιώνα είτε τους θάψαμε στο χώμα είτε τους ρίξαμε στη θάλασσα. Εύχομαι να μην πληρώσουν το ίδιο τίμημα» και λοιπές γραφικότητες περί «μεζέδων» δεν αποτελούν την αφετηρία προσέγγισης των δύο χωρών, τουναντίον δυναμιτίζουν το κλίμα και μάλιστα επικίνδυνα, με ευθύνη βεβαίως της γείτονος. Ούτε φυσικά οι μονομερείς ενέργειες εξυπηρετούν την εδραίωση της ειρήνης και της ασφάλειας στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, της “win-win” κατάστασης που ο Ερντογάν οραματίζεται και διαφημίζει ότι προωθεί μεν, αλλά δεν πιστεύει ούτε ο ίδιος στο ελάχιστο δε.
Το ήθος των συνομιλητών, όπως είναι ευρέως γνωστό, δίνει άλλη αξία και βαρύτητα στο διάλογο. Και αυτό το ήθος το οποίο πρέπει να χαρακτηρίζει πολιτισμένες δημοκρατίες στην επίλυση των όποιων διαφορών αυτές έχουν, φαίνεται να λείπει από την τουρκική πλευρά. Διότι όταν καταφέρεσαι κατά ενός λαού, κουνώντας του το δάχτυλο και απειλώντας τον με συνέπειες που άπτονται της ίδιας του της επιβίωσης αν δεν υποκύψει στις παράλογες ορέξεις και στα απροκάλυπτα νταηλίκια σου, όσα δίκια και να έχεις χάνονται μεμιάς. Η προσχηματική επίφαση του διαλόγου που δήθεν επιζητούν οι Τούρκοι δεν μπορεί και δεν πρέπει να θολώσει τις πραγματικές τους βλέψεις. Ούτε φυσικά και τα γνωστά πλέον “kazan kazan” που δεν εντυπωσιάζουν κανέναν.
Ο ειλικρινής διάλογος οφείλει να διεξάγεται σε συνθήκες καλής πίστης, όχι σε καθεστώς απειλής και με ανατολίτικου τύπου παζάρια. Ο νταής, ο ταραξίας και το αναθεωρητικό κράτος στην περιοχή όλοι γνωρίζουν ποιος είναι. Και αυτό επιβεβαιώνεται όλο και πιο έντονα με το παραλήρημα τόσο του ίδιου του Ερντογάν όσο και της «υποτακτικής αυλής» του τον τελευταίο καιρό να έχει κορυφωθεί. Με το φάσμα των κυρώσεων εναντίον της ήδη ασθμαίνουσας τουρκικής οικονομίας ορατό, τα περιθώρια ελιγμών στενεύουν καθώς, επιπλέον της διπλωματικής απομόνωσης που ήδη βιώνει η Τουρκία στο εξωτερικό, θα έχει να αντιμετωπίσει και τη λαϊκή δυσαρέσκεια στο εσωτερικό.
Ας το συνειδητοποιήσουν αυτοί που στο βωμό των προσωπικών τους συμφερόντων και των επικερδών εταιρικών τους σχέσεων με τους Τούρκους δεν επιθυμούν την αντιπαράθεση μαζί τους, ούτε την επιβολή κυρώσεων έναντι της γείτονος παραπέμποντας το θέμα στις καλένδες. Έχουν ένα σημαντικό εργαλείο στα χέρια τους, το οποίο μπορεί να οδηγήσει σε άμεση αποκλιμάκωση και στην έναρξη διαλόγου. Όχι βέβαια όπως τον θέλει η Τουρκία αλλά όπως αρμόζει σε πολιτισμένες χώρες για να έχει και κάποιο αποτέλεσμα.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Newsbomb.gr
Διαβάστε επίσης:
Lockdown: Γιατί ο Μητσοτάκης δεν... πάτησε το κουμπί - Ποια μέτρα είναι στο τραπέζι