Ο προϋπολογισμός της βίαιης αναδιάρθρωσης και η ωραιοποίηση της πραγματικότητας
Ο Προϋπολογισμός για το 2021 κατατέθηκε και συζητήθηκε μέσα σε εξαιρετικά κρίσιμες συνθήκες και με την ελληνική κοινωνία να δοκιμάζεται σκληρά. Σε υγειονομικό επίπεδο, με δεκάδες συνανθρώπους μας να πεθαίνουν κάθε μέρα και το δημόσιο σύστημα υγείας στα όρια της κατάρρευσης. Αλλά και στην οικονομία, όπου επιχειρήσεις, εργαζόμενοι και νοικοκυριά βιώνουν ήδη τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης και την απόλυτη ανασφάλεια για το τι μέλλει γενέσθαι.
Το υγειονομικό και οικονομικό αυτό αδιέξοδο δεν αποτελεί νομοτέλεια. Οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις πολιτικές επιλογές της κυβέρνησης, που εξαρχής επέλεξε να μην στηρίξει την κοινωνία αλλά να επενδύσει στην καλλιέργεια ενός κλίματος ωραιοποίησης της πραγματικότητας. Επιλογή της ήταν να μην ενισχύσει το ΕΣΥ με μόνιμες προσλήψεις και ΜΕΘ. Να απαντήσει στην βαθιά οικονομική κρίση με ημίμετρα αναστολής κάποιων υποχρεώσεων για μερικούς μήνες και νέου δανεισμού για επιχειρήσεις ήδη χρεωμένες μέχρι τον λαιμό. Να αφήσει κρίσιμους κλάδους, όπως τον τουρισμό, το λιανεμπόριο, την εστίαση, εντελώς εκτεθειμένους στην κρίση.
Τα αποτελέσματα αυτής της πολιτικής έχουν ήδη αποτυπωθεί στην ελληνική οικονομία. Το ΑΕΠ καταβαραθρώθηκε, με την χώρα μας να καταγράφει τη χειρότερη ύφεση στην Ευρώπη για το 3ο τρίμηνο και τη 2η χειρότερη επίδοση ως προς τις απώλειες εισοδήματος σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Eurostat. Τα δημόσια οικονομικά εκτροχιάστηκαν με «τρύπα» 10 δισ. στα έσοδα. Ενώ το οικονομικό κλίμα βρίσκεται στο ναδίρ και οι ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις στις τελευταίες θέσεις ως προς την πρόσβαση σε χρηματοδότηση και τη δυνατότητα να αντιμετωπίσουν τις υποχρεώσεις τους.
Και ενώ η κυβέρνηση δημοσίως συνεχίζει να θριαμβολογεί για τους χειρισμούς της στη διαχείριση της πανδημίας, στον Προϋπολογισμό προβλέπει διψήφια ύφεση για το ‘20 και αναιμική ανάπτυξη για το ‘21. Ουσιαστικά παραπέμπει την ανάκαμψη για το 2022. Παραδέχεται δηλαδή ότι ο εξωραϊσμός της πραγματικότητας στον οποίο επιδίδεται τους τελευταίους μήνες, είναι έωλος και ψευδής. Και παρόλα αυτά συνεχίζει με την ίδια αποτυχημένη συνταγή και τον επόμενο χρόνο. Αφήνει στάσιμες τις δημόσιες επενδύσεις, προβλέπει αύξηση των φορολογικών εσόδων και δεν παίρνει κανένα μέτρο ουσιαστικής στήριξης για τους αυτοαπασχολούμενους και τους μικρομεσαίους, τους οποίους έχει οδηγήσει ένα βήμα πριν τον αφανισμό. Ενώ, εν μέσω πανδημίας, μειώνει τις δαπάνες για την υγεία κατά 600 εκατ.
Η λογική αυτή της κυβέρνησης δεν αποτυπώνεται μόνο στον Προϋπολογισμό αλλά και στην περιώνυμη έκθεση Πισσαρίδη. Όπου, κόντρα στο διεθνή πλέον διάλογο για την ανάγκη της κρατικής παρέμβασης στην οικονομία και της ενίσχυσης των βασικών κοινωνικών υποδομών, επανέρχονται παρωχημένες λογικές που μας οδήγησαν στην κρίση μια δεκαετία πριν. Ιδιωτικοποιήσεις ως μοχλός ανάπτυξης, ακόμη και στη υγεία, ευελιξία της αγοράς εργασίας για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, καμία πρόνοια για αντιμετώπιση των ανισοτήτων που οξύνονται μέσα στην κρίση και αναδιανομή σε βάρος των πολλών και υπέρ των πολύ λίγων.
Τίποτα από αυτά δεν είναι τυχαίο. Γιατί η κυβέρνηση μπορεί να μην έχει κανένα σχέδιο για την αντιμετώπιση της πανδημίας και την ανάκαμψη της οικονομίας, εφαρμόζει όμως από τον Ιούλιο του 2019 το σχέδιό της για την βίαιη αναδιάρθρωσης της αγοράς προς όφελος μεγάλων οικονομικών συμφερόντων. Για αυτό και δεν παίρνει μέτρα για το ΕΣΥ και την οικονομία, αλλά κατά της κοινωνίας. Για αυτό ψήφισε, εν μέσω πανδημίας, τον νέο πτωχευτικό νόμο με τον οποίο όλοι πλέον, ακόμα και φυσικά πρόσωπα, κινδυνεύουν να χάσουν την περιουσία τους χωρίς προστασία της πρώτης κατοικίας και θεσμοθέτησε την κατάργηση του οκταώρου και τις απλήρωτες υπερωρίες.
Το λογικό και αναγκαίο θα ήταν να συζητάμε αυτές τις μέρες στη Βουλή παρεμβάσεις όπως αυτές που προτείναμε εξαρχής και υλοποιούνται σε όλη την Ευρώπη. Ένα γενναίο πρόγραμμα στήριξης μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, κάλυψης μισθών, ενίσχυσης νοικοκυριών, αύξησης του προϋπολογισμού για την υγεία, αύξησης του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων που θα λειτουργήσει και ως οδηγός για τις ιδιωτικές επενδύσεις. Να σχεδιάζουμε την τολμηρή ρύθμιση του ιδιωτικού χρέους που εκτοξεύεται και πάλι τους τελευταίους μήνες.
Αντί αυτών, η κυβερνητική πλειοψηφία ψηφίζει δυστυχώς έναν ιδεοληπτικό προϋπολογισμό, που αφήνει απροστάτευτη την κοινωνία και παραπέμπει στο μέλλον την ενίσχυση της υγείας, της οικονομίας και των νοικοκυριών. Χωρίς να μας δώσει μια πειστική εξήγηση για το πώς θα επιβιώσει η κοινωνία στο μεταξύ και ενώ αφήνει αναξιοποίητες τις σημαντικές δυνατότητες που έχει για να την στηρίξει σήμερα. Το μαξιλάρι ασφαλείας των 37 δισ. που κληροδότησε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, την άρση των δημοσιονομικών περιορισμών και την πρωτοφανή ένεση ρευστότητας που παρέχει η ΕΚΤ. Αλλά και τα ευρωπαϊκά προγράμματα, από όπου μπορεί χωρίς πλέον γραφειοκρατικά εμπόδια και καμία εθνική επιβάρυνση να χρηματοδοτήσει κάθε δράση για την αντιμετώπιση της πανδημίας.
Στον αντίποδα του σχεδίου μιας κυβέρνησης, που ακόμη και την πανδημία χρησιμοποιεί ως ευκαιρία για να επιβάλει τις αντικοινωνικές της πολιτικές, βρίσκονται οι δικές μας προτάσεις για την στήριξη της κοινωνίας σήμερα. Και ταυτόχρονα διαμορφώνουμε ένα ρεαλιστικό, πειστικό πρόγραμμα για τους αναγκαίους μετασχηματισμούς του αύριο. Ένα πρόγραμμα κοινωνικών μεταρρυθμίσεων και ριζοσπαστικών τομών που μπορεί να μας βγάλει από το σημερινό αδιέξοδο και να δώσει μια προοπτική κοινωνικής ευημερίας.
Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Newsbomb.gr.
Διαβάστε επίσης:
Τα βρήκαν Εκκλησία - κυβέρνηση: Ανοίγουν οι ναοί υπό προϋποθέσεις - Το παρασκήνιο και οι αντιδράσεις