Δέκα χρόνια εθνικής μοναξιάς
Ο Μητροπάνος ήταν ο ορισμός της απλότητας. Η προσωποποίηση του πώς η ανάγκη γίνεται ιστορία. Και πως η ιστορία γίνεται - μετά θάνατον - σιωπή.
Σταράτος, ντόμπρος και λιτός. Δεν μιλούσε συχνά. Αλλά όταν το έκανε δεν μασούσε ποτέ τα λόγια του. Αυτή η καθαρότητα του «είναι» του, η ειλικρίνεια, η απλότητα και η αυθεντικότητα που εξέπεμπε – παρά το γιγάντιο καλλιτεχνικό του μέγεθος – έκαναν τους Έλληνες – όπου Γης – να τον αγαπήσουν παθιασμένα. Να βρίσκουν σε αυτόν κομμάτια του εαυτούς τους. Αλλά και να ανοίγουν τα σκοτάδια τους στο δικό του «φως».
Ο Μητροπάνος τραγούδησε – πάντοτε αγέρωχα ακίνητος, ευθυτενής και σίγουρος ότι η φωνή του και μόνο αυτή μπορεί να εκφράσει καλύτερα από κάθε κίνηση του κορμιού τα πελάγη των συναισθημάτων που ανάβλυζαν από μέσα του – τα πάθη και τα λάθη ολόκληρων γενιών. Τους έρωτες, τους χωρισμούς, τις χαρές, τις λύπες, τις παρέες και τις μοναξιές μας.
Πότε ερωτικός - αλλά ποτέ γλυκανάλατος - πότε δορικός - αλλά ποτέ μονότονος - σεργιάνιζε από άκρη σε άκρη του μουσικού πενταγράμμου. Ένα ταξίδι που ξεκινούσε από τα βάθη της ψυχής του και έφτανε σε εκείνα της δικής μας.
Ποτέ έως τώρα κανένας άλλος καλλιτέχνης δεν μπόρεσε να συνδυάσει τόσο αρμονικά το έντεχνο, το ροκ και το ζεϊμπέκικο. Την πίστα και τις συναυλίες στα ανοιχτά γήπεδα με το Ηρώδειο και το Μέγαρο Μουσικής.
Ο Μητροπάνος ουσιαστικά επέκτεινε αυτό που σήμερα θεωρούμε σύγχρονο λαϊκό τραγούδι. Με τον ίδιο τρόπο που «επέκτεινε» τις φωνητικές του χορδές με συνέπεια κανείς να μην τολμά καν να μιμηθεί τις ερμηνείες του. Κάθε τραγούδι που βγήκε από τα χείλη του Μητροπάνου είναι μοναδικά εκτελεσμένο. Πατά πάνω στις δικές του αναπνοές, τις δικές του στροφές, τα δικά του «θέλω».
Άφησε πίσω του ένα καράβι λέξεις και εκφράσεις να αντηχούν στο διηνεκές «Μητροπάνος». Τις διαβάζεις και τον ακούς. Τον νιώθεις να σε αγγίζει.
Λαδάδικα, Ρόζα, Λούνα Παρκ, Δίδυμα φεγγάρια, Γειτονάκι, Κιφ, Ατάκες, Εκδρομή, Θάλασσες, Κύθηρα, Άκου, Θες, Αλίμονο.
Περίεργο παιχνίδι, Κόκκινα Μπλουζ, Πλανόδιο τσίρκο, Μια στάση εδώ, Άλλος για Χίο, Ανάβουνε φωτιές, Πεθαμένες Καλησπέρες, Έρωτας αρχάγγελος, Αν είσαι πλάι μου, Δεν με αγάπησε κανείς, Για σένα μόνο, Να χάσω το τρένο, Πάντα γελαστοί, Σ’ αναζητώ, Κλείνω κι έρχομαι, Όταν έχω εσένα, Για να σ’ εκδικηθώ.
Και η λίστα δεν έχει τέλος.
Στο 3:40 η περίφημη «στροφή» στη Ρόζα, το μόνο ζεϊμπέκικο που χόρευε ο Μητροπάνος.
Δεν φοβήθηκε ποτέ να μετρήσει το ανάστημά του με εκείνο σπουδαίων τραγουδιστών. Σκοπός του δεν ήταν να συγκριθεί μαζί τους. Και για αυτό δεν διάλεξε να ερμηνεύσει απλώς Μπιθικώτση, Καζαντζίδη, Μπέλλου, Μητσιά, Σακελλαρίου, Μοσχολιού, Αλεξίου, Διονυσίου, Νταλάρα, Μάλαμα, Παπάζογλου, Πασχαλίδη και τόσους ακόμη. Αντίθετα, κάθε τι που τραγουδούσε, το έκανε δικό του. Κτήμα του. Το έφερνε μεθοδικά στα μέτρα και τα σταθμά του. «Μητροπανοποιούσε» το κομμάτι σε τέτοιο βαθμό που να μην ξέρεις ποια εκτέλεση να αγαπήσεις πιο πολύ.
Πιρόγα, Αυτά τα χέρια, Βρέχει στη φτωχογειτονιά, Σαββατόβραδο, Μην κλαις, Συννεφιασμένη Κυριακή, Δεν θα ξαναγαπήσω, Δεν κλαίω για τώρα, Με τον Βοριά, Μια ζωή μέσα στους δρόμους.
Έπεφτε βαριά σιωπή, Θα κλείσω τα μάτια, Ψάξε στο όνειρό μας, Καμαρούλα, Μια ζωή πληρώνω, Γυρίζω από τη νύχτα, Τρελή κι αδέσποτη, Τσιγάρο ατελείωτο, Βρέχει φωτιά στη στράτα μου, Κάτω από το πουκάμισό μου.
Διαβάζοντας τις γραμμές αυτές ποιος, αλήθεια, μπορεί με βεβαιότητα να πει αν προτιμάει την αυθεντική εκτέλεση ή εκείνη του Μητροπάνου...
Τα «Κρυφά» του Μητροπάνου. Ζωντανές ηχογραφήσεις σπουδαίων τραγουδιών με τρόπο που μόνο εκείνος μπορούσε να ερμηνεύσει.
«Μακάρι να είχα τη φωνή του Καζαντζίδη και το ρεπερτόριο του Μπιθικώτση» είχε δηλώσει κάποτε ο πάντοτε μετρημένος Μητροπάνος. Σε μικρή ηλικία, ο Ζαμπέτας τον είχε συμβουλέψει: «Μην κάνεις το λάθος να προσπαθήσεις να μοιάσεις σε κανέναν γιατί δεν θα είσαι ποτέ τίποτα». Υπάκουσε τον δάσκαλο τυφλά. Ήταν πάντα ο εαυτός του και δικαιώθηκε πανηγυρικά.
Θεσσαλονίκη, Σαββατόβραδο και Απρίλης
Τη Σαλονίκη την τραγούδησε όσο κανείς. Για κάποιο Σαββατόβραδο του έγραψαν ο Μουσαφίρης (μουσική και στίχους) και ο Τόκας με τον Αλκαίο. Ο Απρίλης μας τον έφερε και μας τον πήρε. Ήρθε στον κόσμο στις 2 Απριλίου του ‘46 στη Αγία Μονή Τρικάλων και «έφυγε» - αλλά θα είναι για πάντα εδώ ζωντανός μέσα από το αθάνατο μέταλλο της φωνής του - στις 17 Απριλίου 2012 στην Αθήνα.
Με το Βοριά
Ακούς «Σ’ αναζητώ» και ξέρεις ότι κανένας δεν έχει αρθρώσει αυτή τη λέξη πιο εκφραστικά.
«Κι αν έφυγες και τραγουδάς
στους ουρανούς επάνω
Για πάντα μέσα μας θα ζεις
Δημήτρη Μητροπάνο...»
*Ο Ιωάννης - Αλέξανδρος Ιωαννίδης είναι δημοσιογράφος στο ΑΠΕ - ΜΠΕ.