Υπογεννητικότητα: Ένα εθνικό ζήτημα

Το πρόβλημα της υπογεννητικότητας στην Ελλάδα, έρχεται και επανέρχεται στο προσκήνιο τα τελευταία χρόνια: Οι Έλληνες, παρά την κρατική πρόνοια – που κυμαίνεται από την οικονομική ενίσχυση των πολυτέκνων έως και τον διορισμό τους στο δημόσιο , αποκτούν δύο έως και κανένα παιδί.
3'

Οι δυσοίωνες προβλέψεις λόγω της χαμηλής γεννητικότητας είναι πολλές. Η πιο απλοϊκή εκδοχή τους είναι αυτή που συνδέεται με το Εθνικό μας ζήτημα: «Δεν θα έχουμε στρατό να πολεμήσει σε περίπτωση ανάγκης», ενώ άλλες έχουν να κάνουν με την γήρανση του πληθυσμού και την προοπτική η Ελλάδα προσεχώς να είναι η χώρα των ηλικιωμένων οι οποίοι θα παίρνουν συντάξεις που, οι ελάχιστοι νέοι εργαζόμενοι δε θα μπορούν να τις υποστηρίξουν με τις εισφορές τους.

Άλλοι, κινδυνολογώντας θεωρούν πως στο πλαίσιο των πολυπολιτισμικών κοινωνιών, στις οποίες ανήκει πλέον και η χώρα μας, οι Έλληνες θα αποτελέσουν μελλοντικά μια μειονότητα μέσα στην ίδια την Ελλάδα, με όλα τα επακόλουθα που θα μπορούσε να έχει κάτι παρόμοιο για την συνέχεια του Έθνους.

Κι όμως δεν πάνε πολλά χρόνια από τότε που το να μην «κάνεις» πολλά παιδιά, όπως συνέβαινε στο παρελθόν, αλλά κατά μέσο όρο δύο, θεωρήθηκε δείγμα πνευματικής και κοινωνικής αφύπνισης. Οι υποψήφιοι γονείς, αρχής γενομένης από την δεκαετία του 50’ αρνήθηκαν να γεννούν παιδιά στα οποία δεν θα μπορούσαν να προσφέρουν ένα καλύτερο βιοτικό και μορφωτικό επίπεδο. Οι γυναίκες μάλιστα αγκάλιασαν με προθυμία την νομιμοποίηση των αμβλώσεων το 1986, που έδωσε την δυνατότητα στην αυτοδιάθεση του σώματός τους και ένα τέλος στις παράνομες και επικίνδυνες εκτρώσεις, που κατά κόρον χρησιμοποιούνταν έως εκείνη τη στιγμή για τον περιορισμό των γεννήσεων. Το σκεπτικό ήταν σωστό, συνυπολογιζόμενων των τότε συνθηκών ζωής.

Αλλά μήπως άλλαξαν τα πράγματα όταν διαφοροποιήθηκαν αυτές οι συνθήκες τις επόμενες δεκαετίες της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και της ευημερίας των Ευρωπαϊκών επιδοτήσεων; Όχι, γιατί τότε οι Έλληνες λειτουργώντας εγωκεντρικά επιδόθηκαν σε έναν αγώνα πλουτισμού και υπέρμετρης επίδειξης. Στο πλαίσιο αυτό τα παιδιά θεωρήθηκαν εμπόδιο για την επίτευξη καταναλωτικών στόχων και κατ’ επέκταση κοινωνικού status, ενώ η γυναίκα, απελευθερωμένη από την υποχρέωση της τεκνοποιίας, μπορούσε πλέον να διεκδικεί το όνειρο της καριέρας και την κοινωνική της εξίσωση.

Η πρόσφατη οικονομική κρίση έδωσε την χαριστική βολή και γιγάντωσε τις ανησυχίες. Γιατί σήμερα, ποιος εχέφρων νέος, που δεν ξενιτεύτηκε για να βρει δουλειά, θα επιχειρούσε να κάνει οικογένεια στην Ελλάδα με βασικό μισθό 700 ευρώ και εργασιακή ανασφάλεια; Τώρα που τα ενοίκια αγγίζουν αστρονομικά ύψη, που το κόστος ζωής ροκανίζει ακόμα και υψηλά εισοδήματα, ποιος θα μπορούσε να αναλάβει το τεράστιο κόστος ανατροφής και μόρφωσης ενός παιδιού;

Σημασία ωστόσο, δεν έχει το πώς φτάσαμε ως εδώ, αλλά τι πρέπει οπωσδήποτε να γίνει στο μέλλον. Αν - όπως αποδείχθηκε - η πολιτική παροχών προς τους πολυτέκνους δεν αρκεί, απαιτείται μια εκ βάθρων αναδιάρθρωση της οικονομικής πολιτικής. Όχι επιδόματα που εύκολα αυξομειώνονται και εξαφανίζονται σε δυσχείμερες περιστάσεις, όχι άδειες ανατροφής με το σταγονόμετρο, όχι απρόσωποι παιδικοί σταθμοί που πρέπει και να μοχθήσεις για την εγγραφή. Αντί όλων αυτών , γενναία αύξηση μισθών στους νέους ανθρώπους, δάνεια για απόκτηση στέγης και επιδότηση ενοικίου στους νέους οικογενειάρχες, γενναίες άδειες μητρότητας ή πατρότητας με παράλληλη επέκταση του ωραρίου των βρεφονηπιακών σταθμών.

Αναγκαία συνθήκη είναι η δημιουργία Εθνικής Στρατηγικής για την καταπολέμηση της υπογεννητικότητας με συμφωνία όλων των εμπλεκομένων κοινωνικών φορέων, οι οποίοι αταλάντευτα θα αγωνίζονται για την εφαρμογή του προγράμματος.

Προφανώς δεν θα γίνει η χώρα Σουηδία από την μια στιγμή στην άλλη - αν πρέπει να αναφέρω μια χώρα που έχει πετύχει στον τομέα αυτό - αλλά σίγουρα δεν πρέπει να καθυστερήσει άλλο η αντιμετώπιση του προβλήματος για να ελπίζουμε σε ένα καλύτερο αύριο.

Η Εβίνα Τσακίρη είναι δικηγόρος και στέλεχος του ΠΑΣΟΚ - Κινήματος Αλλαγής