Η εξέγερση των Ρομά κι η υποκρισία της πολιτικής ορθότητας
Καταρχάς ας υπογραμμίσουμε το αυτονόητο, ότι οι Ρομά δεν είναι «ένα πράγμα», όπως δεν είναι οι Έλληνες ένα πράγμα, δεν είναι κι οι αστυνομικοί ένα πράγμα . Ωστόσο, η αλήθεια είναι υπάρχουν και οι «γύφτοι» -με την αρνητικά φορτισμένη έννοια του όρου που καλώς καταργήθηκε από τον δημόσιο λόγο-, και αναφέρομαι σε όλους αυτούς οι οποίοι έχουν καταφέρει -πιο εύκολα από ότι θα έπρεπε δυστυχώς- να δημιουργήσουν τα αισθήματα αποστροφής μεγάλου, πολύ μεγάλου όσο κι αν δεν θέλει κάποιος να το δει, μέρους του υπόλοιπου ελληνικού λαού, προς τους Ρομά, μιας αποστροφής που κυμαίνεται από την απλή αντιπάθεια και έλλειψη εμπιστοσύνης, μέχρι τη ρατσιστική νοοτροπία που παραπέμπει σε μαύρες εποχές.
Για λόγους ρεπορτάζ, έχω εντρυφήσει με τους Ρομά και έχω μπει σε τουλάχιστον 4 καταυλισμούς στη χώρα, από τους λεγόμενους «hardcore» των Φαρσάλων και του Ασπροπύργου, μέχρι και του «σχεδόν ενσωματωμένου» του Χαλανδρίου. Σε κάποιους από αυτούς, δεν μπήκα μόνος μου. Μπήκα με τον παλιό συνεργάτη μου οπερατέρ, που είναι Ρομά, τον «Τσίμπο», φίλο-συνεργάτη επί σειρά ετών μέχρι και σήμερα, περνώντας μαζί του δύσκολες καταστάσεις «πλάτη-πλάτη», εμπειρίες που σφυρηλάτησαν μεταξύ μας αισθήματα αλληλοεκτίμησης, αμοιβαίας εμπιστοσύνης και σεβασμού και που με έκαναν να μάθω πολλά περισσότερα για τη φυλή αυτή, που ζει δίπλα μας, παράλληλα με εμάς εδώ και περίπου 1.000 χρόνια, σπανιότερα όμως δυστυχώς «μαζί μας».
Κι οι εντυπώσεις μου από αυτό το αντιπροσωπευτικό ή και όχι δείγμα της ιστορικής όσο και ενδιαφέρουσας, υπερήφανης φυλής, είναι οι καλύτερες. Μαζί του, έμαθα που βασίζεται η τόσο μεγάλη αγάπη που έχουν στην Παναγία, πώς από την Ινδία ταξίδεψαν στο Βυζάντιο κι από εκεί στην υπόλοιπη Ευρώπη, πόσο υπερήφανοι νιώθουν πολλοί από αυτούς για την προσφορά τους στο Έπος του 1940, μετρώντας πολλούς νεκρούς μαχόμενους για την πατρίδα. Την πατρίδα μας και την πατρίδα τους, την ίδια πατρίδα.
Ο ίδιος, είχε την σπάνια ευκαιρία λοιπόν να εργαστεί στα μίντια. Διότι οι ευκαιρίες, για τους Ρομά, είναι σχεδόν ανύπαρκτες, ώστε να απασχοληθούν σε, αυτό που λέμε, συμβατικές κανονικές δουλειές. Ο κοινωνικός αποκλεισμός, και όχι μόνο, από την αγορά εργασίας, είναι μια υπαρκτή πραγματικότητα, και όπου υπάρχει κοινωνικός αποκλεισμός, υπάρχει γκετοποίηση και αυξημένη παραβατικότητα. Αυτό είναι αποδεδειγμένα ανθρώπινο και κοινωνικό φαινόμενο δυστυχώς, κι όχι θέμα «Ρομά».
Χαρακτηριστικό είναι ότι στον καταυλισμό των Φαρσάλων, όταν μπήκανε μαζί, ο Τσίμπος δεν πρόφταινε να… απορρίπτει τα «προξενιά» που δεχόταν σχεδόν από κάθε σπίτι ή παράπηγμα: «Είναι δικός μας και τα κατάφερε, έχει καθιερωθεί σε μια θέση που δεν είδαμε ποτέ κάποιον άλλον δικό μας», άρα και πολύτιμος γαμπρός, όπως το σκέφτονταν οι άνθρωποι εκεί. Κι αυτός ο αποκλεισμός, είναι η πρώτη βασική αιτία για όλη αυτήν την παθογένεια, δεν είναι όμως η μόνη.
Το καθημερινό δελτίο συμβάντων της ΕΛ.ΑΣ., το οποίο το μαθαίνουμε θέλοντας και μη οι δημοσιογράφοι, δεν θα μπορούσε να μείνει ασχολίαστο στις συζητήσεις με τον Τσίμπο. Άλλωστε πολλά από αυτά τα καλύπταμε. Τον ρώταγα συχνά τη γνώμη του για τις πολλές περιπτώσεις ειδεχθών ληστειών -τις κλοπές ως τρόπο ζωής για παιδιά τόσο μικρά όσο 6 ετών τα αφήναμε απέξω- το «σιδέρωμα» μιας γιαγιάς μέσα στο σπίτι της για να της πάρουν 80 ευρώ, την κουλτούρα των πυροβολισμών κι αν είναι να πάρει κάποιον ο Χάρος ας τον πάρει -στην περίπτωση του αδικοχαμένου μικρού Μάριου αυτό δεν είναι απλώς ένα σχήμα λόγου-, αλλά και την κουλτούρα της διαρκούς απείθειας σε νόμους και θεσμούς, απόλυτης έλλειψης σεβασμού στον «έξω από αυτούς κόσμο», πέρα και από τα όρια της αχρείαστης και επιθετικής προσβλητικότητας έναντι δικαίων και αδίκων.
Τον ρώταγα επίσης για τις πολυτελείς βίλες μέσα στους καταυλισμούς -σπίτια 500 τετραγωνικών μέσα στη χλιδή, που όχι απλά δεν θα κατασκευάζονταν από ένα άτομο με οποιαδήποτε τίμια εργασία, αλλά που συμβολίζουν το έγκλημα χωρίς όριο, αιδώ αλλά και ψήγμα ηθικής αξίας, ας μην τονίσουμε ότι ο ακριβώς δίπλα ξάδερφος μένει στα πατώματα -συνήθως αυτό κατ΄επιλογήν, γιατί και ο «άρχοντας» με τη βιλάρα πιθανότατα στα πατώματα προτιμάει να κοιμάται, απλά αυτός σε πλακάκια Ιταλίας κάτω από τον χρυσό πολυέλαιο.
«Αυτοί είναι κ@@@γυφτοι, δεν έχω καμία σχέση μαζί τους», μου απαντούσε πάντα, και φυσικά δεν μου πέρασε ποτέ από το μυαλό ότι χρειάζεται να με πείσει για αυτό -το έδειχνε με τη συμπεριφορά του, τις αξίες του, τον τρόπο ζωής του. Μαζί με αυτόν και χιλιάδες άλλοι Ρομά, εκτός καταυλισμών και σίγουρα πολλοί και εντός.
«Τι πάει να πει καλά κάνουμε και κλέβουμε, είμαστε Ρομά. Φυσικά και για αυτό το αδίκημα που φαίνεται μικρό πρέπει να τιμωρούμαστε όπως όλοι. Όσο αποτελεί δικαιολογία η φυλή μας για να κάνουμε εγκλήματα, τόσο θα αυτοκαταστρεφόμαστε και θα μας περιθωριοποιούν -πολύ δικαίως- οι υπόλοιποι», συμπληρώνει. Η ατιμωρησία της χαμηλής έντασης εγκληματικότητας, που αποτελεί επίσης μια πραγματικότητα και χαρακτηρίζει το δικαϊικό μας σύστημα, όχι απλά δεν βοηθάει, αλλά αποτελεί και τη γενεσιουργό αιτία μιας ολόκληρης παραβατικής ζωής. Και η χαμηλή παραβατικότητα, πολύ εύκολα καταλήγει σε κακούργημα.
Ας δούμε όμως το θέμα από όλες τις διαστάσεις του κι ας κρίνουμε κάποια πράγματα όπως πραγματικά είναι, ώστε να αντιμετωπίσουμε ένα διαρκές πρόβλημα, η επίλυση του οποίου θα βοηθήσει τελικά, πρωτίστως, τους ίδιους και τις γενιές που έρχονται.
Αναλογικά με τον πληθυσμό, η παραβατικότητα και εγκληματικότητα των Ρομά είναι τεράστια και ασύγκριτη με οποιαδήποτε άλλη κοινωνική ομάδα. Τα ουρλιαχτά της ιδεοληψίας, του πληρωμένου λεγόμενου «αντιφασισμού» και γενικά των αρνητών της πραγματικότητας προς όφελος της στείρας, γελοίας, αναχρονιστικής και τελικά επικίνδυνης για όλους, υποκρισίας και αντίστροφου «φασισμού» - που καταλήγει τελικά καθαρός φασισμός, υπό τον μανδύα του συγκεκαλυμμένου, μόνο επιτείνουν το πρόβλημα και το φέρνουν στα άκρα και πέρα από τα άκρα.
Μιλάω για αυτούς, τους «ευαίσθητους», των οποίων για παράδειγμα η εκκωφαντική σιωπή τους όταν έπεφτε νεκρός ο Μάριος από σφαίρες για πλάκα, όχι απλά δεν βρήκαν τον λόγο να διαμαρτυρηθούν ή να ζητήσουν το οποιοδήποτε μέτρο, αλλά καταδικάζουν με περισσό σθένος κάθε αστυνομική επιχείρηση μέσα σε καταυλισμούς όπου αποδεδειγμένα πραγματοποιούνται εγκληματικές ενέργειες ή καταφεύγουν σκληροί εγκληματίες, ως «ρατσιστικές».
Διότι όταν κάποιοι είναι πάντα πρόθυμοι να δικαιολογήσουν ή να αδιαφορήσουν προκλητικά για οποιαδήποτε στυγνή εγκληματική ενέργεια από Ρομά, επειδή είναι Ρομά, κι όταν η συζήτηση -και εντός Βουλής πολλές φορές- για αυτό το ζήτημα έχει πάντα, «ρατσιστικές» προεκτάσεις, τότε πολύ απλά, το άλλοθι θα υπάρχει για να μην αλλάξει απολύτως τίποτα. Και είναι τεράστιο πρόβλημα, να μην αλλάξει απολύτως τίποτα, όσο δύσκολο και να είναι αυτό, όσες προσπάθειες και να έχουν γίνει και να έχουν αποτύχει.
«Τον σκότωσαν γιατί ήταν Ρομά» ακούμε στα συνθήματα έξω από τα δικαστήρια της Θεσσαλονίκης, άρα το γελοίο άλλοθι για να καίγεται η Ελλάδα από άκρη σε άκρη όπου υπάρχει καταυλισμός, δόθηκε προφανώς όχι από τους ίδιους αποκλειστικά, αλλά από την ίδια την υπόλοιπη κοινωνία και τις συνιστώσες της που «νομιμοποιούν» αυτή τη θυματοποίηση όλης της φυλής. Δεν έχει σημασία αυτές οι συνιστώσες να είναι πλειοψηφία -διότι δεν είναι και η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού έχει άλλη άποψη- το άλλοθι όμως δόθηκε. Κάψτε και διαλύστε τα πάντα, χρησιμοποιήστε ακόμα και όπλα, διότι κάποιοι κακοί ρατσιστές σας κάνουν πόλεμο και δικαιούστε να αντιδράσετε με όποιον τρόπο θέλετε. Κι αν πέσει «μπάτσος» νεκρός ή οποιοσδήποτε άλλος, πάλι δίκιο έχετε, κανείς δεν θα αντιδράσει δυναμικά, ας μη σκότωνε ο αστυνομικός τον 16χρονο στην καταδίωξη «γιατί ήταν Ρομά».
Κάπου εδώ, στις ακραίες κινητοποιήσεις και στα πρωτοφανή επεισόδια που θυμίζουν πραγματική εξέγερση των Ρομά, βγαίνει όμως και η αλήθεια, η οποία έχει την τάση τελικά να μην κρύβεται ποτέ.
Κατά τη διάρκεια των επεισοδίων λοιπόν, Ρομά -ή μάλλον εδώ μιλάμε για τους «γύφτους»- κάπου στην Αθηνών-Κορίνθου είπαν να μη χαθεί η ευκαιρία και να ληστέψουν άγρια ξυλοκοπώντας μια γυναίκα οδηγό που βρέθηκε στον δρόμο τους. Είπαν να επιτεθούν και σε διερχόμενο ασθενοφόρο, κάτι τους έφταιγε κι αυτό, με βροχή από πέτρες, τι κι αν μετέφερε διασωληνωμένο άνθρωπο, αν αυτός κατέληγε, είπαμε ποιος θα έφταιγε, ο ρατσισμός της ελληνικής κοινωνίας και ο «μπάτσος» στα Διαβάτα που πυροβόλησε τον ανήλικο γιατί ήταν Ρομά.
Στη λεωφόρο ΝΑΤΟ, ένας διερχόμενος μοτοσικλετιστής -έτυχε να είναι οπερατέρ και να επιστρέφει από την κάλυψη των επεισοδίων- ξυλοκοπήθηκε άγρια και κατέληξε στο ΚΑΤ, αφού έζησε τον τρόμο της ζωής του με μια καραμπίνα κολλημένη στο κεφάλι του, με την ευκαιρία του πήραν και τον εξοπλισμό μήπως πιάσει και τίποτα στη μαύρη αγορά. Για τους πυροβολισμούς που δέχτηκε το πυροσβεστικό όχημα, ενώ γινόταν παρανάλωμα του πυρός η επιχείρηση ενός ανθρώπου, δεν εντυπωσιάστηκε κανείς, όπως και για τους πυροβολισμούς που δέχονται οι αστυνομικοί, και που δεν έχουμε νεκρό προφανώς είναι καθαρά από τύχη.
Όλα αυτά, είπαμε γιατί, γιατί «τον σκότωσε επειδή ήταν Ρομά» και για αυτό θα πρέπει να το πληρώσουν όλοι -μα όλοι. Γιατί «είμαστε εμείς» και «είσαστε και εσείς». Για την ταβέρνα στη δυτική Θεσσαλονίκη δεν είπαμε, που έγινε γυαλιά-καρφιά, ενώ οι σίγουρα ρατσιστές επειδή υπάρχουν και δεν είναι Ρομά σερβιτόροι ξυλοκοπήθηκαν άγρια.
Η κατάσταση με αυτά τα μέλη της φυλής Ρομά θα ήταν σίγουρα πιο ελεγχόμενη και προβλεπόμενη, αν τα παραπάνω περιστατικά περιορίζονταν σε τέτοιες σπάνιες καταστάσεις μίνι εξέγερσης, για κάποιον συγκεκριμένο λόγο που η Πολιτεία μπορεί -και πρέπει- να επιλύσει. Δικαιοσύνη για έναν άδικο θάνατο, εν προκειμένω. Το πρόβλημα είναι όμως πιο βαθύ. Πολύ βαθύ.
Εγκληματικότητα υπάρχει παντού σε όλες τις φυλετικές και κοινωνικές ομάδες, περισσότερο ή λιγότερο. Συνήθως όμως, ας μην πούμε πάντα, συνιστώσες εγκληματικότητας έχουν αποκτήσει «χαρακτηριστικά Ρομά» κι όποιος θεωρεί ότι αυτό είναι μια ρατσιστική διατύπωση, ας σταματήσει να γίνεται ο ίδιος ρατσιστής με την πραγματικότητα. Το google και μια απλή αναζήτηση πια τα λύνει εύκολα αυτά.
Ο κλεμμένος χαλκός του δημόσιου αγαθού που ηλεκτροδοτεί ολόκληρες περιοχές, ώστε να γίνει σκραπ ή ό,τι άλλο και πουληθεί για κάποια λίγα ευρώ και κερδίσουν 2-3, είναι αδίκημα που έχει συγκεκριμένη υπογραφή. Ο καταλύτης του ΙΧ. Το ξυλοκόπημα του πληρώματος του ασθενοφόρου που καταφθάνει σε περιστατικό για να βοηθήσει, επίσης. Η κλοπή του εξοπλισμού των πυροσβεστών, την ώρα που αυτοί δίνουν τον καλύτερό τους εαυτό για να σβήσουν τη φωτιά στο σπίτι σου.
Οι ομαδικές επιθέσεις σε ανυποψίαστους οδηγούς, εκεί στην παλιά εθνική Αθηνών-Θηβών, που προκαλούν τρόμο. Αφού πετάξουν πέτρες στα οχήματα κι αυτά γλιτώσουν από δυστύχημα, ακινητοποιούνται και γίνονται βορά στους ληστές, σε μια πρωτοφανή πρακτική εγκλήματος για τα δεδομένα της χώρας και όχι μόνο.
Σε περιοχές της Δυτικής Αττικής οι συνεχείς πυροβολισμοί που ακούγονται τα βράδια δεν εντυπωσιάζουν πια κανέναν – ούτε και το γεγονός ότι ολόκληρες περιοχές αποτελούν «άβατο» και δεν πατάει καν η αστυνομία, όσες φορές κι αν την καλέσεις.
Ξεχωρίζω και το χειρότερο. Η λεηλασία των καμένων σπιτιών στις περιοχές που μόλις πέρασε η φωτιά και οι κάτοικοι πασχίζουν να ζήσουν και να μαζέψουν ότι σώζεται από τα αποκαϊδια. Καμία αιδώς στο να προσφέρεις επιπλέον πόνο στον ανείπωτο πόνο του άλλου που μόλις έχασε τα πάντα, αυτό το ημικαμένο πλυντήριο μπορεί να πιάσει και 80 ευρώ στην αγορά, ποτέ δεν ξέρεις, ας το δοκιμάσουμε τώρα που το σπίτι είναι ανοιχτό, άδειο μέσα στις στάχτες, και δεν κοιτάει και κανείς.
Στα σχετικά πρόσφατα επεισόδια έξω από τα δικαστήρια Κορίνθου, δικαζόταν ένας κάτοικος χωριού ο οποίος πυροβόλησε και σκότωσε έναν Ρομά που εισέβαλλε σπίτι του -έλεγε ότι ήταν η 5η φορά που τον κλέβουν, προστασία δεν είχε καμία, έπρεπε να αντιδράσει, όπως είπε, επήλθε το τραγικό γεγονός. «Εμείς δεν είμαστε όπως εσείς, εμείς κλέβουμε απλά για να ζήσουμε. Εσείς τεμαχίζετε και βράζετε τα μωρά σας» -αναφερόταν στη γνωστή φρικώδη υπόθεση-, μου έλεγε μια Ρομά προχωρημένης ηλικίας έξω από τα δικαστήρια, σε μια ιδιότυπη παραδοχή και εξευγενισμού της κλοπής, αλλά και σε έναν ακόμα πιο ιδιότυπο διαχωρισμό «εμείς και εσείς».
Το βαθύ λοιπόν πρόβλημα είναι καθαρά πολιτισμικό και έχει να κάνει με τον διαφορετικό τρόπο ζωής και αξιακό κώδικα μιας μοντέρνας κοινωνίας, από αυτήν που επιλέγουν επίμονα -κανείς δεν τους καταπιέζει- να ζήσουν κάποια, όχι λίγα δυστυχώς, μέλη αυτής της φυλετικής ομάδας. Κανείς δεν πίεσε κανέναν Ρομά να παντρευτεί ένα κοριτσάκι στα 12 του – οι υπόλοιποι Έλληνες αυτό το λέμε παιδοβιασμό, σοκαριζόμαστε και ζητάμε το «αίμα» των υπευθύνων για αυτό το ειδεχθές έγκλημα -αλλού είναι καθημερινότητα και κουλτούρα και μην το κρίνει κανείς γιατί είναι ρατσιστής. Οι «κόκκινοι» γάμοι, κατακόκκινοι και ανατριχιαστικοί για εμάς, είναι νομικίστικό κόλπο για να διατηρηθεί αυτή η κουλτούρα.
Το μεγάλο ζήτημα είναι ακριβώς πως θα πειστούν, αυτό το κομμάτι των Ρομά που φτάνει συχνά δυστυχώς και αδίκως να τους χαρακτηρίζει όλους σαν σύνολο, να ζήσει με τρόπο ο οποίος συνάδει με τις αξίες της κοινωνίας της οποίας είναι κομμάτι, εντός και εκτός των καταυλισμών. Όλες οι κρατικές τακτικές, τα επιδόματα, τα κίνητρα για να μην εγκαταλείπουν τα παιδιά το σχολείο, έχουν αποτύχει – και όχι μόνο εδώ αλλά σε όλη την Ευρώπη.
Οι φωτισμένες φωνές εντός των καταυλισμών οφείλουν να κυριαρχήσουν, να επιβληθούν στους άλλους, να τους βοηθήσουν να κατανοήσουν ότι το έγκλημα, από την κλοπή μιας τσάντας μέχρι το εμπόριο ναρκωτικών και οι πυροβολισμοί, είναι αμαρτία που προσβάλλει και την αγαπημένη τους Παναγία. Αυτό δεν θα συμβεί με κίνητρο τα οφέλη μιας τίμιας ζωής -τα μεροκάματα είναι ένα υποκλάσμα των εσόδων που μπορούν να αποκομίσουν, σε σχέση με άλλες δραστηριότητες, που κάποιοι κληρονόμησαν ως συνήθεια από τους παππούδες τους. Αυτό θα συμβεί μόνο αξιακά.
Ίδια συνιστώσα αυτού του μεγάλου ζητήματος είναι και το πώς θα γίνει η άρση του κοινωνικού αποκλεισμού από εμάς τους υπόλοιπους. Διότι όσο αυτός διατηρείται, ποικιλοτρόπως και με διάφορες εκφάνσεις, και να θέλουν ορισμένοι να ξεφύγουν από τα κακώς κείμενα, δεν θα έχουν που να πάνε. Και θα επιστρέφουν, γνωρίζοντας μάλιστα πια ότι αυτός ο τρόπος ζωής είναι μονόδρομος για την επιβίωσή τους.
Πρέπει να σημειώσουμε πάντως ότι στην Αυστραλία η ενσωμάτωση των Αβορίγινων στις κοινωνίες των δυτικών -που αυτοί ήταν που εισέβαλλαν στις πατρογονικές εστίες τους παρασύροντάς τους αναγκαστικά στον δικό τους τρόπο ζωής- έγινε με πολλά προγράμματα, κίνητρα, επιδόματα και σεβασμό. Μόνο που, και με αυτόν τον τρόπο, ελάχιστα πέτυχε: Τα ποσοστά αλκοολισμού, και κατανάλωσης άλλων ουσιών μεταξύ των Αβορίγινων είναι συντριπτικά πολλαπλάσια σε σχέση με τις υπόλοιπες εθνοτικές ομάδες, όπερ σημαίνει ότι η ξαφνική ριζική αλλαγή του τρόπου ζωής σπάνια και υπό συνθήκες μπορεί να γίνει ομαλά και με όφελος για όλους. Ο αυτό-αποκλεισμός εδώ είναι ένα παράδειγμα από το οποίο πρέπει να διδαχθούμε.
Η μακραίωνη συμβίωση των Ρομά με τα υπόλοιπα φύλα του ελλαδικού χώρου, δεν ήταν διαχρονικά ιδιαίτερα προβληματική ή συγκρουσιακή. Στην μοντέρνα κοινωνία ωστόσο, και λόγω της συμπεριφοράς αρκετών δυστυχώς εκπροσώπων τους ή πολλών λαθών και παραλείψεων κι από τους υπόλοιπους, ο διαχωρισμός «εμείς και αυτοί» τείνει να γίνει καθεστώς, κι από τις δύο πλευρές.
Το ερώτημα είναι επιτακτικό πια. Θέλουμε να πορευόμαστε όχι παράλληλα, αλλά «μαζί»; Αυτοί θέλουν; Όλοι μαζί μπορούμε;
Για να υπάρξει τελική, καταφατική απάντηση, ο καθένας ας αναλάβει τις ευθύνες του. Εντός και εκτός γειτονιάς, εντός και εκτός καταυλισμών, εντός και εκτός Βουλής. Ο Τσίμπος λέει ναι.
Στο στιγμιότυπο που κατέγραψε σε ζωντανή μετάδοση το newsbomb, από τα πρόσφατα επεισόδια στο Χαλάνδρι, φάνηκε το χαρακτηριστικό παράδειγμα των δύο τάσεων που περιγράφονται μέσα στον ίδιο καταυλισμό: