Οι εκλογές, το συντριπτικό αποτέλεσμα και οι αλλαγές «προπονητών»
Αποτελέσματα εκλογών: Τεράστια η νίκη της Νέας Δημοκρατίας, βαριά η ήττα του ΣΥΡΙΖΑ και η επόμενη ημέρα στην πολιτική σκηνή φέρνει στο προσκήνιο σενάρια αλλαγής «προπονητών» στον χώρο της Κεντροαριστεράς.
Συντριπτική και απόλυτη ήταν η νίκη της Νέας Δημοκρατίας στις Εκλογές της 21ης Μαΐου. Περιθώρια αμφισβήτησης του εκλογικού αποτελέσματος δεν υπάρχουν, με τη διαφορά του πρώτου κόμματος από το δεύτερο να ξεπερνά ακόμα και τις 20 μονάδες. Ήταν μάλιστα η δεύτερη μεγαλύτερη διαφορά που καταγράφηκε σε εκλογές μετά τη μεταπολίτευση και τις εκλογές του 1974 όπου η Νέα Δημοκρατία του Κωνσταντίνου Καραμανλή είχε συγκεντρώσει 54,37% και η Ένωση Κέντρου του Γεώργιου Μαύρου είχε συγκεντρώσει 20,42%. Επιπλέον, η Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη έγινε μόλις το δεύτερο κόμμα, μετά τη μεταπολίτευση, που ενώ είναι στην κυβέρνηση καταφέρνει να αυξήσει τα ποσοστά του στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση έστω και για μία ποσοστιαία μονάδα. Αυτό είχε συμβεί το 2000 με το ΠΑΣΟΚ του Κώστα Σημίτη να αυξάνει τα ποσοστά του σε σχέση με τις εκλογές του 1996.
Οι αναφορές στον νικητή, λοιπόν, είναι εύλογες αν και σύμφωνα με αρκετούς γνώστες της πολιτικής επικαιρότητας οι καταστάσεις όπως αυτή που διαμορφώνεται μετά το αποτέλεσμα των εκλογών, προσομοιάζουν αρκετά στον αθλητισμό. Εκεί όπου μετά από σπουδαίες αναμετρήσεις και συντριπτικά αποτελέσματα, το ενδιαφέρον στρέφεται πάνα στον ηττημένο. Η αλήθεια είναι πως την πολιτική επικαιρότητα απασχολούν ιδιαίτερα οι εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ. Τα αίτια της βαριάς ήττας, οι αντιδράσεις που θα έχει ο Αλέξης Τσίπρας και οι συνεργάτες του αλλά και στελέχη που ενδεχομένως θα θελήσουν να ασκήσουν εσωκομματική αντιπολίτευση, έχουν περάσει σε πρώτο πλάνο.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον, όμως, παρουσιάζει και η αύξηση των ποσοστών του ΠΑΣΟΚ που ανέπτυξε μια δυναμική σε αυτές τις εκλογές και δείχνει να απειλεί την πρωτοκαθεδρία της μέχρι πρότινος αξιωματικής αντιπολίτευσης στον χώρο της Κεντροαριστεράς. Ήδη σε έξι περιφέρειες (Λακωνία, Δράμα, Κιλκίς, Χίο, Λασίθι και Ρέθυμνο), το ΠΑΣΟΚ κατάφερε να προσπεράσει τον ΣΥΡΙΖΑ ενώ σε αρκετές ακόμα τα ποσοστά των κομμάτων είναι αρκετά κοντά. Ο Νίκος Ανδρουλάκης έχει ήδη στρέψει τα «βέλη» του προς τον Αλέξη Τσίπρα, προσπαθώντας να εκμεταλλευτεί το κλίμα που διαμορφώνεται σε βάρος του ΣΥΡΙΖΑ μετά τη βαριά εκλογική ήττα.
Επιστρέφοντας, ωστόσο, στη ρήση περί αθλητισμού και πολιτικής και στις ομοιότητες σε περίπτωση συντριπτικής ήττας, υπάρχει μια ειδοποιός διαφορά αναφορικά με τον ΣΥΡΙΖΑ. Στον αθλητισμό, ιδίως στον ομαδικό, είθισται να αναφέρεται πως «την πληρώνει ο προπονητής» γιατί είναι «δύσκολο να αλλάξεις 20 παίκτες». Στην περίπτωση της μέχρι πρότινος αξιωματικής αντιπολίτευσης, ωστόσο, το πρόβλημα ήταν πως πιθανότατα δεν υπάρχει ο «επόμενος προπονητής». Το πρόσωπο του Αλέξη Τσίπρα ήταν αυτό που «ανέβασε» το κόμμα την τελευταία δεκαετία και το κατέστησε ένα κόμμα διεκδικητή της κυβέρνησης στις εκλογικές αναμετρήσεις. Στο εσωτερικό του κόμματος διαφαίνεται μια ένδεια ηγετών, συνεπώς θεωρείται πολύ δύσκολο να αλλάξει ο «προπονητής».
Ο χώρος της Κεντροαριστεράς, συνεπώς, αναμένεται να έχει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον και μετά τις δεύτερες κάλπες. Εκεί όπου το ΠΑΣΟΚ φιλοδοξεί να ανέβει ακόμα περισσότερο και γιατί όχι να απειλήσει ευθέως τον ΣΥΡΙΖΑ διεκδικώντας τον ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Σε μια τέτοια περίπτωση δεν θα προκαλέσει έκπληξη ακόμα και η «συγχώνευση» ομάδων, μόνο που θα γίνει ακόμα μεγαλύτερη η σύγκρουση για το ποιος θα γίνει ο «προπονητής» της επόμενης ημέρας.
Πολλά, λοιπόν, θα εξαρτηθούν από τα αποτελέσματα των δεύτερων εκλογών που «κλείδωσαν» για τις 25 Ιουνίου. Αν τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ μείνουν στα ίδια επίπεδα, ή ακόμα χειρότερα αν μειωθούν, σε συνδυασμό με μια πιθανή νέα αύξηση εκείνων του ΠΑΣΟΚ, τότε δεδομένα όλα τα φώτα θα πέσουν πάνω στον Αλέξη Τσίπρα. Το τι θα αποφασίσει να κάνει ως ο «προπονητής» ενός ισχυρού πόλου της Κεντροαριστεράς, θα απασχολήσει πολύ περισσότερο από όσο απασχολεί η τωρινή διαχείριση της συντριβής από τη Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη.