Πώς τολμάς και πιάνεις στο στόμα σου την Ελλάδα
Την αγαπούσα αλλά την σκότωσα. Την λάτρευα αλλά την χτυπούσα. Την θέλω αλλά την ξεφτιλίζω καθημερινά. Αυτά τα λόγια, φυσικά, και δε βγάζουν νόημα. Παρ όλα αυτά, πολλοί θύτες τα χρησιμοποιούν. Προσπαθούν ίσως, να πείσουν τον εαυτό τους και φοβούνται να διανοηθούν το κακό που κάνουν. Αρνιούνται τις κατηγορίες , μη θέλοντας να δουν το τέρας που μεγαλώνει μέσα τους.
Πως τολμάς να λες «ζήτω η Ελλάδα» ενώ την διαλύεις; Τι είδους παράσιτο είσαι όταν βιάζεις μια χώρα και ταυτόχρονα την επικαλείσαι. Σαν τα κατακάθια της κοινωνίας που κάνουν έρωτα στην γυναίκα τους ενώ πρώτα την έχουν ταπεινώσει.
Φεύγει το παιδί σου, ο γονιός σου, ο φίλος σου, να πιει ένα καφέ στο Μοναστηράκι και δεν ξέρεις αν θα καταφέρει να γυρίσει. Ποιοι είναι εκείνοι που σουλατσάρουν, απειλώντας την σωματική ακεραιότητα πολιτών. Να βρεθεί ένας τρελός με όπλο στα χέρια , να δικαιολογήσουμε το κράτος. Τι να κάνει; Όταν όμως, ομάδα ακροδεξιών δρα ελεύθερα με γνώμονα το άρρωστο μυαλό τους, εξοργιζόμαστε.
Σήμερα θα μπορούσαμε να μιλάμε για νεκρούς. Κατακάθια που υποτίθεται παλεύουν για το καλό της χώρας, θα σκότωναν Έλληνες. Φίλε, αν αγαπάς την πατρίδα σου δεν την χτυπάς την βοηθάς. Συμπολίτες μας καθημερινά με κύματα κωπηλατούν, η φύση ξεψυχάει, ζωάκια βιώνουν την μοναξιά, δρόμοι στολίζονται από σκόρπια σκουπίδια… Ανάγκη υπάρχει και τρόποι πολλοί για να προσφέρουμε. Γιατί δεν βγάζετε τις κουκούλες, να τρέξετε;
Και η αστυνομία; Θα μου πείτε, σήμερα θα συλληφθούν αύριο θα είναι έξω. Δικαιοσύνη. Νιώθω ανασφαλεια , πάνω στα μελλοντικά εγγυημένα αποτελεσματικά σχέδια των αρχών. Εκ του αποτελέσματος βέβαια τίποτα δεν λειτούργησε. Γιατί; Η απάντηση από άλλο στόμα πρέπει να βγει. Πως να πούμε ότι η αστυνομία είναι άμοιρη ευθυνών , όταν παραλίγο να είχαμε νεκρούς σε προστατευμένο χώρο. Ή μήπως ξεχάσατε τους Κροάτες , που ήταν σαν τον Schwarzenegger μέσα στον σταθμό του ΗΣΑΠ. Ανενόχλητοι μπήκαν, τα έκαναν λίμπα και μια μάνα κλαίει τώρα τον γιο της. Και τελικά; Φοβάμαι στην χώρα μου, φοβάμαι τους συμπολίτες μου.