Εξουσία και ψηφοφόροι σε μη ασφαλή απόσταση
Η αποχή των ευρωεκλογών αποκάλυψε μια γενικότερη κρίση στην πολιτική πραγματικότητα. Εκείνοι που παίρνουν τις αποφάσεις δεν χαίρουν της αποδοχής της πλειονότητας του λαού. Παρόλα αυτά, μια πιο συγκεκριμένη εκδοχή του ζητήματος έρχεται να επιβεβαιώσει το πόσο αληθινό είναι το πρόβλημα.
Ίσως οι πολίτες δε συμμετέχουν στις ευρωεκλογές στα ίδια επίπεδα με τις εθνικές. Ίσως αυτό να εξηγεί από μόνο του αρκετά. Ίσως οι άνθρωποι απλά να βαρέθηκαν να πάνε να ψηφίσουν. Ταυτόχρονα όμως, η ίδια κατάσταση, η απόσταση δηλαδή που έχει δημιουργηθεί ανάμεσα σε «εξουσία» και λαό, παρατηρείται και μέσα στα κόμματα. Όταν αυτό συμβαίνει και η κοινωνία διχάζεται μεταξύ εκείνου που κατέχει την εξουσία και των πολιτών, οι συνέπειες είναι ολέθριες.
Μέσα στα κόμματα
Ο Στέφανος Κασσελάκης εκλέχθηκε αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ με 56% στο δεύτερο γύρο, ενώ έλαβε σχεδόν 45% στον πρώτο. Ο ΣΥΡΙΖΑ είδε δημοσκοπική πτώση την περίοδο Κασσελάκη της τάξεως των 3 μονάδων παρόλα αυτά, οι δημοσκοπήσεις μετά τις ευρωεκλογές έδειχναν περαιτέρω μείωση που άγγιξε συνολικά τις 10 μονάδες, αφότου ανέλαβε την αρχηγία. Εντούτοις, υπήρξαν ορισμένες δημοσκοπήσεις στις οποίες ο Στέφανος Κασσελάκης προηγούνταν με διαφορά. Ήταν αυτές των εσωκομματικών εκλογών που αναμένουμε. Εκεί, έβλεπε μέχρι και επικράτηση από τον πρώτο γύρο.
Η απόφαση αποκλεισμού του από τη διαδικασία, οι διαιρεμένοι σύνεδροι και εν τέλη οι αποχωρήσεις και η νέα διάσπαση, ήταν αυτά που επιβεβαίωσαν πως κομματικό κατεστημένο και απλοί ψηφοφόροι απέχουν. Στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ όμως αυτοί που απέχουν περισσότερο, είναι οι πάλαι ποτέ ψηφοφόροι του.
Από την άλλη, στην περίπτωση του ΠΑΣΟΚ, ενώ το 70% ζήτησε αλλαγή αρχηγού, ο Νίκος Ανδρουλάκης παρέμεινε. Δεν ξέρουμε κατά πόσο αυτή η επανεκλογή θα λειτουργήσει, όμως αυτό που μάθαμε στην εσωκομματική προεκλογική διαδικασία, αφού το εξέφρασαν όλοι οι αντίπαλοι του, είναι πως ο Πρόεδρος του κόμματος διοικεί μ’ έναν πολύ κλειστό κύκλο δικών του ανθρώπων παραμερίζοντας τις τάσεις και τις προσωπικότητες που τις εκπροσωπούν, τάσεις που υπάρχουν βέβαια σε κάθε μεγάλο κόμμα. Η παραμονή του Νίκου Ανδρουλάκη στην ηγεσία δεν αναιρεί το γεγονός πως φαίνεται να υπάρχει απόσταση ανάμεσα σε κομματικό κατεστημένο και ψηφοφόρους. Σε αντίθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ, ο αρχηγός εδώ ταυτίζεται με το κομματικό κατεστημένο. Το πρόβλημα όμως και εδώ είναι πως οι ψηφοφόροι είναι πολύ λιγότεροι από ότι ήταν πριν.
Στην περίπτωση της Νέας Δημοκρατίας, οι διαρροές της τάξεως των 17 μονάδων στα δεξιά δείχνουν αλλαγή στη φύση του εκλογικού της κοινού. Την ίδια στιγμή, το ιστορικό χαμηλό ψήφων στις ευρωεκλογές δείχνει κάτι σημαντικό, το πώς δηλαδή η βάση βλέπει τον αρχηγό και το κατεστημένο του κόμματος. Παράλληλα, η ονομαζόμενη «πασοκοποίηση» φέρνει εσωτερικούς τριγμούς και η απουσία Σαμαρά-Καραμανλή από τη Ρηγίλλης επιβεβαιώνει και στον τελευταίο άπιστο την «πασοκοποίηση» που έχει συμβεί. Και εδώ δημιουργείται απόσταση ανάμεσα σε κομματικό κατεστημένο και ψηφοφόρους. Ποια η διαφορά; Στην παντελή έλλειψη άλλων «αρχηγών», ο Κυριάκος Μητσοτάκης συνεχίζει να έχει «επαφή» με τους ψηφοφόρους του κόμματος αν και αυτοί δεν θέλουν το νέο κομματικό κατεστημένο.
Και στα τρία κόμματα, (ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ), έχουμε τα εξής κοινά:
- Ψηφοφόροι και κομματικό κατεστημένο βρίσκονται σε απόσταση ενώ παράλληλα και τα τρία κόμματα βρίσκονται σε κρίση βάσης. Καθώς υπάρχουν τόσο μεγάλες μειώσεις ποσοστών και διαρροές, δεν ξέρουν ποιοι είναι οι πραγματικοί και σταθεροί τους ψηφοφόροι.
- Σε ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ οι ψηφοφόροι φαίνεται να είναι πιο κοντά στον αρχηγό. Αλλά ο πρώην πλέον αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ είναι ο βασικός λόγος που οι ψηφοφόροι της ΝΔ μένουν κοντά στον Κυριάκο Μητσοτάκη. Στην περίπτωση του ΠΑΣΟΚ, το «πανηγυρικό» αποτέλεσμα του δεύτερου γύρου, θα κριθεί από το εάν μπορεί να καλύψει την απόσταση των ψηφοφόρων, και από το κατεστημένο, και από τον αρχηγό.
Το μόνο σίγουρο, πάντως, είναι πως και εντός των συρρικνωμένων κομμάτων παρατηρούμε το ίδιο φαινόμενο που εκτυλίσσεται σε όλη τη χώρα. Κομματική εξουσία και ψηφοφόροι απέχουν, και απέχουν πολύ μεταξύ τους.
(*) Ο Εμμανουήλ Μπέζας είναι τελειόφοιτος του Τμήματος Μηχανικών Ορυκτών Πόρων της Πολυτεχνικής Σχολής του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας και αρθρογραφεί για νομικά, κοινωνικά ζητήματα και θέματα εξωτερικής πολιτικής και άμυνας.