Ανούσια Αμερικανολατρεία

Πέρα από την εκλογική του επιτυχία, η ολική πολιτική επαναφορά του Ντόναλντ Τραμπ θα αποτελέσει φαινόμενο για μελέτη, ιδιαίτερα μετά  τον επιτυχή τρόπο με τον οποίο ο επανεκλεγείς Πρόεδρος στάθηκε απέναντι στο “σύστημα”.
9'

Είναι λογικό και επόμενο οι εξελίξεις στην Αμερικανική πολιτική σκηνή να είναι μία από τις βασικότερες, ίσως και η βασικότερη είδηση, στη Δύση. Όμως, στην Ελλάδα, από την 5η Νοεμβρίου, η εκλογή Τραμπ μοιάζει να είναι ζήτημα εθνικής διπλωματίας. Δεν είμαστε άραγε και εμείς ανεξάρτητο έθνος;

Παρακολουθώντας το προεκλογικό πρόγραμμα Τραμπ αλλά και τις μετεκλογικές του ανακοινώσεις, γίνεται ξεκάθαρο πως η πολιτική πλατφόρμα είναι η ίδια με την πρώτη θητεία σε όλους τους τομείς. Είναι όμως πολύ διαφορετική, ίσως και κάθετα αντίθετη, από τις πολιτικές Μπους, Ομπάμα και Μπάιντεν και γι’ αυτό είναι αντισυμβατική. Επειδή ο Τραμπ βρίσκεται σε σύγκρουση με την Ουάσιγκτον, μπορεί να θεωρηθεί και αντισυστημική (αν και χρησιμοποιούμε καταχρηστικά τον όρο στη δημόσια συζήτηση). Ο Τραμπ επιλέγει άτομα που θα εφαρμόσουν καλύτερα την ατζέντα του και προσπαθεί να απομακρύνει τις επιρροές της Ουάσιγκτον όσο περισσότερο μπορεί.

Η ατζέντα Τραμπ φέρει και κάτι ακόμα, είναι αμερικανική. Λυπάμαι αν απογοητεύσω αρκετούς, αλλά ο Τραμπ δε φτιάχνει την κυβέρνηση του, ούτε με βάση τι θέλει και δεν θέλει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ούτε με βάση τι θέλει και δεν θέλει ο Ταγίπ Ερντογάν ή οποιοσδήποτε άλλος ηγέτης. Φτιάχνει την κυβέρνηση του με βάση το συμφέρον της χώρας του. Είναι απολύτως θεμιτό να το κάνει και αποτελεί κοινή λογική να το συμπεραίνουμε. Οι περισσότερες επιλογές του άλλωστε, είναι άτομα που προέρχονται από την “βαθιά” Αμερική. Είτε από τα βιομηχανικά περίχωρα του Σικάγο όπως ο Τζον Ράτκλιφ, είτε από το Χοπ του Άρκανσας όπως ο Μάικ Χάκαμπι, είτε από τον αγροτικό βορρά της Πολιτείας της Νέας Υόρκης, όπως η Ελιζέ Στεφανίκ. Φυσικά, στον παγκοσμιοποιημένο κόσμο που ζούμε θεωρούμε ουτοπικά πως η εξωτερική πολιτική των χωρών διαμορφώνεται λαμβάνοντας υπόψιν και τις ανάγκες των τρίτων.

Ή, επειδή, όπως είχαμε αναφέρει πρόσφατα στο άρθρο «Τραμπ-Χάρις, Τι συμφέρει την Ελλάδα;»:

«Εδώ και χρόνια πλανάται ο διπλωματικός μύθος πως εάν μείνουμε «πιστοί» στις ΗΠΑ, αυτές θα δηλώνουν δημόσια πως για όλα τα καίρια ζητήματα με την Τουρκία στηρίζουν την Ελλάδα και επομένως θα πράττουν ανάλογα».

Ή απλά μας αρέσει να τρέχουμε πίσω από την υπερδύναμη της Δύσης.

Η κυβερνητική εμμονή

Την ίδια στιγμή που ο Τούρκος Υπουργός Άμυνας Γιασέρ Γκιουλέρ, σε εφ’όλης της ύλης συνέντευξή του στον τουρκικό τηλεοπτικό σταθμό TV100, δήλωνε πως οι Τούρκοι θέλουν να αγοράσουν 40 F-16 Viper για τα οποία οι συμβάσεις έχουν υπογραφεί και άλλα 40 αεροσκάφη Eurofighter Typhoon και πως «Η λύση των δύο κρατών, πλέον, αποτελεί μία ανυποχώρητη λύση για το Κυπριακό», ο βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας καθηγητής Δημήτρης Καιρίδης έκανε στην τηλεόραση «σκάουτινγκ» αντι-τουρκισμού των κυβερνητικών επιλογών Τραμπ. Με τις εξελίξεις όμως στο Αιγαίο, αναρωτιέται κάνεις αν θα πρέπει να κάνει και αντίστοιχο «σκάουτινγκ» φιλελληνισμού στην ελληνική διπλωματία.

Τα προηγούμενα χρόνια τα φιλο-Δημοκρατικά αισθήματα των μελών της κυβέρνησης και κυρίως τα αντι-Τραμπικά, ήταν σε όλους γνωστά. Εάν λοιπόν ο Τραμπ μέχρι και την 4ης Νοεμβρίου ήταν φιλό-τουρκος, πως μεταλλάχτηκε σε φιλέλληνα πλέον, την ίδια στιγμή που οι κυβερνητικές επιλογές του είναι πιο «Τραμπικές» από την πρώτη θητεία;

Τα φιλο-Δημοκρατικά και αντι-Τραμπικά αισθήματα ήταν τα προηγούμενα χρόνια προκλητικώς πασιφανή:

-Ο Δημοκρατικός Μπομπ Μενέντεζ έλαβε το παράσημο του Μεγαλόσταυρου του Τάγματος της Τιμής από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας αλλά δυστυχώς ενάμιση χρόνο μετά, το σώμα ενόρκων του Δικαστηρίου «Ντάνιελ Πάτρικ Μόινιχαν» της Νέας Υόρκης, έδειξε ενοχή για δωροδοκία μεταξύ άλλων από τη σύμμαχο της Τουρκίας, το Κατάρ.

-Ο Δημοκρατικός Υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν επισκέφθηκε το σπίτι του Πρωθυπουργού στην Κρήτη για να συμβολίσουν τη στενή σχέση των δύο λαών και να σηματοδοτήσουν την ιστορική κορύφωση των σχέσεων μεταξύ των δύο κυβερνήσεων αλλά δυστυχώς ένα χρόνο μετά, είχαμε το περιστατικό της Κάσου.

-Η ομιλία του Κ. Μητσοτάκη στο Κογκρέσο, ακόμα εξυμνείται από τους κυβερνητικούς.

-Ο Δημήτρης Καιρίδης ήταν αυτός πάλι που στις 8 Ιανουαρίου δήλωνε πως “οι Ελληνοαμερικανικές σχέσεις δεν ετεροκαθορίζονται από τις Αμερικανοτουρκικές, θα πάρουμε τα F-35 ανεξαρτήτως τι θα γίνει με την Τουρκία.”, για να έρθουν τα F-16 και τα Eurofighter να τις ετεροκαθορίσουν εκ νέου.

Συμπερασματικά, κάθε νεύμα της αμερικανικής πολιτικής προς την Ελλάδα μεταφράζονταν σαν επιτυχία της ελληνικής διπλωματίας.

Το αποτέλεσμα είναι όμως που μετράει. Όπως αναφέραμε στο ίδιο άρθρο, «Τραμπ-Χάρις, Τι συμφέρει την Ελλάδα;», πληρώσαμε ακριβά αυτό το τίμημα της Αμερικανολατρείας κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης Μπάιντεν αλλά και ιστορικά:

«Η Αμερική δεν πρόκειται ποτέ να «εγκαταλείψει» την Τουρκία. Η ίδια η ιστορία έδειξε, στην Κύπρο και τα Ίμια, πως μάλλον προτίμησε να εγκαταλείψει εμάς ενώ το πρόσφατο σκάνδαλο δωροδοκίας του Δημοκρατικού Δημάρχου της Νέας Υόρκης από την Τουρκία, έρχεται απλά να επιβεβαιώσει αυτή τη διαπίστωση.

Σαν χώρα αντιμετωπίζουμε σοβαρά προβλήματα στο Αιγαίο, με την Τουρκία να «οικοδομεί» το δόγμα της Γαλάζιας Πατρίδας, τους Τούρκους ψαράδες να πλέουν ανεξέλεγκτοι στο Αιγαίο και την Κάσο να αποκαλύπτει το λεπτομερές, προσεκτικό και ήσυχο σχέδιο πρακτικής εφαρμογής του τουρκολιβικού συμφώνου οριοθέτησης. Θυμόμαστε, επίσης, το 2020, όταν σε ένα πολύ πιο ήσυχο Αιγαίο, με αφορμή το Abraham Accords, η αναθεωρημένη θέση του Ισραήλ στη Μέση Ανατολή έφερε στο φως τον αγωγό Eastmed, ένα έργο που γεννήθηκε επί Τραμπ και «πέθανε» κατά τη θητεία Μπάιντεν-Χάρις. Παράλληλα, η Ελλάδα μοιάζει απομονωμένη τόσο από την Αίγυπτο όσο και από τη Λιβύη και το Ισραήλ, το οποίο έχει πλέον αλλά προβλήματα, αλλά και την Κύπρο, με τον Ερντογάν να θέλει να τελειώνει και εκεί «νομικά» το ζήτημα.

Τελικά, το τι μας συμφέρει, καταλήγει σε ένα ερώτημα. Πότε ήμασταν καλύτερα στο Αιγαίο, καλύτερα με το Ισραήλ, την Αίγυπτο, τον Χαφτάρ και τη Ρωσία; Όποιος πιστεύει ότι είμαστε τώρα, η Χάρις είναι ιδανική για εκείνον. Όποιος πιστεύει ότι ήμασταν πριν 5 χρόνια, επιλέγει Τραμπ».

Έτσι, όλη η προσοχή που πήραμε δημόσια από τις Η.Π.Α, ο “φιλελληνισμός” του Μπάιντεν και οι ιστορικές σχέσεις των δύο χωρών, πρακτικώς δεν ήταν απλά ανούσιες αλλά εντελώς αρνητικές.

Ένα μέλλον διαφορετικό

Εάν η όποια αμερικανική κυβέρνηση έπαιρνε ξεκάθαρα θέση υπέρ των τουρκικών επιδιώξεων στο Αιγαίο, εμείς θα υποχωρούσαμε επειδή η Αμερική είναι υπερδύναμη; Θυμάμαι μικρός στο σχολείο να μαθαίνω πως το δίκιο είναι δίκιο ανεξαρτήτως μεγέθους. Το δίκιο είναι σαν τον Δαβίδ που κέρδισε τον Γολιάθ. Βέβαια σε αυτό το υποθετικό σενάριο κρύβονται δύο πραγματικότητες, από τις οποίες η μία διατυπώθηκε παραπάνω:

  1. Η Αμερική ιστορικά δεν μας έχει στηρίξει στα κρίσιμα ζητήματα με την Τουρκία.
  2. Με τον σημερινό «ελληνικό απομονωτισμό», που γεννιέται από την προσκόλληση μας στις επιταγές της Ε.Ε. και κατ’ ουσία της Γερμανίας και της Γαλλίας, εάν η Ελλάδα εγκαταλειφθεί από τις Η.Π.Α. δεν έχει καμία άλλη μεγάλη δύναμη να απευθυνθεί. Είναι λοιπόν λογικό η κυβέρνηση να θέλει απεγνωσμένα την αμερικανική προσοχή. Αυτή ήταν και η στάση που μας ώθησε στην απομόνωση από τη Ρωσία, την απομάκρυνση από την Αίγυπτο και τη Λιβύη και το πάγωμα των σχέσεων με την Κίνα, εξ αρχής.

Είμαστε πολύ μικροί για να είμαστε μεγάλοι, αλλά δεν είμαστε τόσο μικροί ώστε να μην μπορούμε να σεβαστούμε τον εαυτό μας όσο τον σέβονται οι μεγάλοι. Οι διαφορές Μπάιντεν-Τραμπ δεν εντοπίζονται με το «ελληνόμετρο», διότι:

«Η Τουρκία αποτελεί το 8ο μεγαλύτερο μουσουλμανικό έθνος στον κόσμο. Συνορεύει με τη Συρία, το Ιράν, το Ιράκ, την Αρμενία και τη Γεωργία ανατολικώς ενώ «βρέχεται» τόσο από τη Μεσόγειο όσο και από την Μαύρη Θάλασσα και διατηρεί εμπορικές ή και διπλωματικές σχέσεις με ολόκληρη τη Μέση Ανατολή. Την ίδια στιγμή, εκεί έχει και ανοιχτά μέτωπα. Με απλά λόγια θα λέγαμε πως η Τουρκία έχει πολύ καλούς φίλους και πολύ καλούς εχθρούς στη Μέση Ανατολή».

Οι διαφορές έγκεινται στη συνολικότερη ατζέντα. Πως βλέπουν την Ρωσία και την Κίνα, πως βλέπουν τη Μέση Ανατολή, τις σχέσεις Ανατολής-Δύσης κτλ. Εκεί είναι που πρέπει να ανιχνεύσουμε τις διαφορές ώστε να μπορέσουμε να προσαρμοστούμε και να ελιχθούμε. Ο φιλελληνισμός των Η.Π.Α. είναι ουτοπία, αλλά η γεωστρατηγική ταύτιση συμφερόντων είναι επιλογή.

Η γοητεία των Η.Π.Α.

Παρακολουθώ τις αμερικανικές εξελίξεις γιατί με γοητεύει, μεταξύ άλλων, το σύστημα των ανεξάρτητων Πολιτειών, τα πολλά επίπεδα εξουσίας, οι γενικοί εισαγγελείς που εκλέγονται απευθείας από το λαό και η απόλυτη προστασία του Συντάγματος. Τα κυβερνητικά στελέχη φαίνεται να γοητεύονται από το στάτους που φέρνει η φιλία με τη δύναμη της Αμερικής. Στην περίπτωσή τους όμως, ως αντιπρόσωποι του ελληνικού λαού, υποχρεούνται να γοητεύονται μόνο από την πατρίδα τους. Όπως είπε και ο «φίλος» τους πλέον, Ντόναλντ Τραμπ, αν δεν αγαπάς τη χώρα σου δεν μπορείς να τη διοικείς.

Αυτή λοιπόν η Αμερικανολατρεία είναι ανούσια διότι πρώτον, γίνεται καθαρά για λόγους απόκτησης στάτους των πολιτικών προσώπων και όχι για την ενδυνάμωση των πολιτικών μας ως χώρα και δεύτερον, διότι η εξωτερική μας πολιτική δεν μπορεί να ασκείται με βάση τους κυβερνητικούς συσχετισμούς και τα «θέλω» των Η.Π.Α και τρίτον, διότι οι Η.Π.Α δεν είναι φίλη κανενός.

Όπως εκείνοι δεν "βλέπουν πρόσωπα" όταν αντικρίζουν άλλες χώρες, αλλά μέσα επίτευξης των στόχων τους, έτσι θα πρέπει να κάνουμε και εμείς. Και εάν αυτό ακούγεται ηθικά κατακριτέο διότι είναι εγωιστικό, είναι κατακριτέο μόνο εάν και οι επιδιώξεις μας είναι τέτοιες. Ειδικότερα στο Αιγαίο η Ελλάδα πορεύεται με το Δίκαιο της Θάλασσας, επομένως αντιμετωπίζοντας τις Η.Π.Α πιο «ψυχρά», με μεγαλύτερη σύνεση, νηφαλιότητα και λιγότερα παιχνίδια στάτους, αυτό μόνον προς όφελος της χώρας μας μπορεί να λειτουργήσει.