Σύνταγμα: Η θεσμική συνέπεια της ΝΔ απέναντι στη μικροκομματική εργαλειοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ
Το Σύνταγμα είναι το θεμέλιο της Πολιτείας. Η αναθεώρησή του πρέπει να γίνεται με διαδικασία ευρείας συναίνεσης, μετά από εξαντλητικό διάλογο και προσεκτική μελέτη.
Άρθρο Ιωάννας Καλαντζάκου- Τσατσαρώνη - Δικηγόρου- τ. Αντιπροέδρου Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών
H Νέα Δημοκρατία υπήρξε η μόνη παράταξη που στάθηκε εξαρχής στο θεσμικό ύψος της διαδικασίας. Είχε υποβάλει ολοκληρωμένη πρόταση αναθεώρησης του Συντάγματος ήδη τον Ιανουάριο 2016. Και όταν ο κ. Τσίπρας, μετά από 31 μήνες αδράνειας, θυμήθηκε αίφνης την αναθεώρηση λίγους μήνες πριν από τις εκλογές σαν μικροκομματικό διχαστικό εργαλείο, η Νέα Δημοκρατία υπέβαλε ολοκληρωμένη δέσμη προτάσεων με συντονισμένο στόχο τον εκσυγχρονισμό και την αναζωογόνηση του κράτους, της οικονομίας και της κοινωνίας.
Οι προτάσεις της Ν.Δ., διατυπωμένες με θεσμική σοβαρότητα και σεβασμό στη μορφή του πολιτεύματος, υπηρετούσαν τους τρεις βασικούς άξονες, όπου η χώρα έχει ανάγκη εκσυγχρονισμού του καταστατικού της χάρτη: Την πολιτική ομαλότητα με ισορροπία των θεσμών, έλεγχο της εκτελεστικής εξουσίας και ενίσχυση της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης. Την οικονομική σταθερότητα και την αναπτυξιακή προοπτική της χώρας.
Την ενίσχυση της κοινωνικής αλληλεγγύης και την εμπέδωση της αξιοκρατίας σε όλες τις βαθμίδες του κράτους.
Το άρθρο 16 είναι ενδεικτικό. Η Ελλάδα θα μπορούσε να εξελιχθεί σε περιφερειακό εκπαιδευτικό κέντρο με προσέλκυση κεφαλαίων, σπουδαστών και καθηγητών - ερευνητών, όπως τόσες άλλες χώρες που έχουν πολύ μικρότερη εκπαιδευτική δυναμική και παράδοση. Η άρνηση του ΣΥΡΙΖΑ μας καταδικάζει να παραμείνουμε στην «οπισθοφυλακή» της Ευρώπης για μία ακόμη δεκαετία. Και το ίδιο ισχύει σε σχέση με το άρθρο 24 για το περιβάλλον αφενός για τον ορισμό του δάσους, που είναι κρίσιμος για τις χρήσεις γης, και αφετέρου για την κλιματική αλλαγή.
Κανείς σοβαρός προβληματισμός δεν απασχόλησε τον ΣΥΡΙΖΑ και το Μαξίμου. Σε αντίθεση με τη Νέα Δημοκρατία, η κυβέρνηση παρουσίασε προτάσεις εκ του προχείρου, αποσπασματικές και εντυπωσιοθηρικές–με χαρακτηριστικές τη θρησκευτική ουδετερότητα του κράτους, τον πολιτικό όρκο και τα δημοψηφίσματα. Ασύνδετες μεταξύ τους και άσχετες με τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα, έγιναν μόνο μήπως παραπλανήσουν το αριστερό ακροατήριο του ΣΥΡΙΖΑ που διαρκώς συρρικνώνεται. Για τον ίδιο λόγο, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν δέχθηκε καμία από τις μείζονες προτάσεις της Ν.Δ. για την ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων, την αξιοκρατία στο κράτος και την εκλογίκευση των διατάξεων για το περιβάλλον: επίπλαστη «αριστεροσύνη» στις πλάτες της χώρας, που μένει πίσω σε όσα τα περισσότερα κράτη έχουν από χρόνια και με μεγάλη επιτυχία υιοθετήσει.
Η έλλειψη πολιτειακής σοβαρότητας του ΣΥΡΙΖΑ εκφράστηκε χαρακτηριστικά στην πρόταση της άμεσης εκλογής του προέδρου της Δημοκρατίας από τον λαό. Η Ελλάδα δεν είναι προεδρική, αλλά προεδρευόμενη δημοκρατία. Ο πρόεδρος της Δημοκρατίας έχει περιορισμένες εξουσίες, δεν αποτελεί τον κύριο πόλο της εκτελεστικής λειτουργίας του κράτους. Η άμεση εκλογή από τον λαό αρμόζει σε προεδρικά πολιτεύματα. Στην Ελλάδα θα ενίσχυε το «λαϊκό» κύρος του προέδρου ως πολιτειακού παράγοντα, πράγμα που, ενόψει των περιορισμένων εξουσιών του, θα αποτελούσε αλλοίωση του πολιτεύματος. Τίποτε από αυτά δεν απασχόλησε την κυβέρνηση.
Η ευτελιστική προσέγγιση του πολιτειακού αυτού ζητήματος κορυφώθηκε με την καταψήφιση από τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ της πρότασης για την άμεση εκλογή του προέδρου, που οι ίδιοι είχαν υποβάλει! Η Νέα Δημοκρατία υπέδειξε αμέσως το ενδεχόμενο της μεθόδευσης. Η απόρριψη της πρότασης λαϊκής εκλογής του προέδρου της Δημοκρατίας μπορεί να αποτελεί το «πρώτο βήμα» μιας ευτελούς κυβερνητικής τακτικής, με επόμενο στάδιο την απόρριψη στη δεύτερη ψηφοφορία -μετά από ένα μήνα- και της αλλαγής του τρόπου εκλογής του προέδρου από τη Βουλή, ώστε τελικά να μην αποσυνδεθεί η ανάδειξή του από την προκήρυξη πρόωρων κοινοβουλευτικών εκλογών. Ελπίζει κανείς ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα μετέλθει και αυτό το τέχνασμα, αν και όλα τα περιμένει κανείς από αυτήν την κυβέρνηση και αυτό το κόμμα: ακόμη και να αναιρέσουν σε ένα μήνα τη χθεσινή τους ψήφο (η πρόταση υπερψηφίστηκε χθες από 221 βουλευτές)!
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει, άλλωστε, αποδείξει ότι αντιμετωπίζει το Σύνταγμα όχι ως κορυφαίο θεσμό, αλλά ως κομματικό εργαλείο. Το έκανε το 2014, όταν εργαλειοποίησε την εκλογή του προέδρου της Δημοκρατίας για να οδηγηθεί η χώρα σε εκλογές. Την ίδια μέθοδο είχε προαναγγείλει το 2009 ότι θα χρησιμοποιούσε και το ΠΑΣΟΚ. Μόνο η Νέα Δημοκρατία έχει σεβαστεί απαρέγκλιτα τα θεσμικά όρια του Συντάγματος.
Πράγματι, σε όλη τη διαδρομή της η Νέα Δημοκρατία απέδειξε τον σεβασμό της στο Σύνταγμα και την αποφυγή κομματικής εργαλειοποίησής του. Με τις τωρινές προτάσεις της επιβεβαίωσε την παρουσία της ως της μόνης θεσμικά συνεπούς παράταξης της χώρας. Είναι κρίμα που θεμελιώδεις προτάσεις της προσέκρουσαν στον κυβερνητικό μικροκομματισμό. Η Νέα Δημοκρατία ως αυριανή κυβέρνηση θα έχει σε κάθε περίπτωση την ευκαιρία να επιβεβαιώσει για μια ακόμη φορά τη θεσμική σοβαρότητα και τις εξυγιαντικές της προθέσεις.