Ημέρα της γυναίκας: Ημέρα μνήμης για το παρελθόν – Ημέρα δράσης για το μέλλον
Στις 8 Μαρτίου 1857, γυναίκες εργάτριες σε κλωστοϋφαντουργικές μονάδες, βγήκαν στους δρόμους της Νέας Υόρκης, διαμαρτυρόμενες για τις άθλιες συνθήκες εργασίας και για τις αδιανόητες διακρίσεις εις βάρος τους, σε σχέση με τους άνδρες εργαζόμενους. Από την ημέρα εκείνη, τα χρόνια που πέρασαν είναι πολλά.
Ήταν, όμως, αρκετά για να εκμηδενίσουν τις διαφορές στη μεταχείριση ανδρών και γυναικών; Όχι μονάχα στον εργασιακό βίο, αλλά γενικότερα. Πολύ φοβάμαι πως όχι. Κι αν πράγματι έχουν μέχρι τώρα γίνει πολλά θετικά βήματα, υπάρχουν ακόμα πολλά να γίνουν μέχρι το ζητούμενο της απολύτου ισότητας.
Τα αποτελέσματα πρόσφατης έρευνας σε κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι άκρως απογοητευτικά για την χώρα μας: Πρώτα απ’ όλα, εκείνο που ονομάζουμε «έμφυλο χάσμα» στην απασχόληση, ή αλλιώς, το «φύλλο της ανεργίας» στη χώρα μας είναι γένους θηλυκού, με τη διαφορά μεταξύ ανδρών και γυναικών στα ποσοστά απασχόλησης να αγγίζει το 19%, όταν ο μέσος όρος στην Ένωση είναι λίγο πιο κάτω από το 12%. Γένους θηλυκού είναι και η μερική απασχόληση, καθώς, υπό αυτό το καθεστώς εργάζονται περίπου 20 στις 100 γυναίκες – εργαζόμενες στην χώρα μας, όταν το αντίστοιχο νούμερο για τους άνδρες δεν ξεπερνά τους 8!
Αν θέλουμε, όμως, να μιλάμε για την πολυπόθητη ισότητα, οφείλουμε να δούμε και νούμερα πέρα από τον εργασιακό βίο: Όταν μία οικογένεια έχει ένα μέλος κάτω των 7 ετών, τότε η γυναίκα είναι εκείνη που αφιερώνει περίπου 39 ώρες την εβδομάδα για την φροντίδα του νοικοκυριού, ενώ ο άνδρας 19. Δεν είναι, όμως, αντιστρόφως ανάλογη η εργασιακή απασχόληση, καθώς οι γυναίκες, την ίδια αυτή εβδομάδα, θα πρέπει να εργαστούν και 32 ώρες, ασχέτως εάν οι άνδρες θα πρέπει να εργαστούν 9 ώρες παραπάνω. Η διαφορά στην «άμισθη εργασία» παραμένει χαοτική.
Ακόμα και στη διοίκηση, όμως, υπό οποιαδήποτε μορφή κι αν αυτή ασκείται, τα νούμερα συνεχίζουν να απογοητεύουν: Μόλις το 11,3% των μελών των διοικητικών συμβουλίων εταιρειών που έχουν εισαχθεί στο χρηματιστήριο είναι γυναίκες, ενώ δεν βοηθάει φυσικά ούτε το 40 – 13 στους υπουργούς αυτής της κυβέρνησης, που αυτοαποκαλείται, μάλιστα, πολέμια των διακρίσεων. Σημειώστε, επίσης, μια Βουλή με 70 γυναίκες και… 230 άνδρες! Ακόμα και στα καθ’ ημάς, στο 25μελές διοικητικό συμβούλιο του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, μόνο μία είναι γυναίκα!
Φαντάζομαι ότι τα ποσοστά είναι αντίστοιχα και σε άλλους συνδικαλιστικούς φορείς ανά την Ελλάδα.
Τι άραγε πρέπει να κάνουμε για να τα αλλάξουμε όλα αυτά; Αρχικά, θα πρέπει να αναφέρουμε ότι η επίτευξη της ουσιαστικής ισότητας είναι ένα ζήτημα που μας αφορά όλους. Είναι ζήτημα νοοτροπίας, παιδείας, πολιτικής βούλησης και θεσμικών παρεμβάσεων. Στο τελευταίο αυτό επίπεδο, μάλιστα, η σύνδεση με το έντονο δημογραφικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα, πρέπει να είναι άμεση και με σοβαρό σχεδιασμό.
Αν δεν στηριχθεί η οικογένεια και πρωτίστως η εργαζόμενη μητέρα, με μέτρα που θα ανακουφίσουν τον δύσκολο παράλληλο αγώνα της για επιβίωση της οικογένειας και ανατροφή των παιδιών της, τότε θα συνεχίσουμε να μεταθέτουμε το πρόβλημα στις επόμενες γενιές και ουσιαστικά να ενισχύουμε την ένταση της διάκρισης εις βάρος των γυναικών.
Το δεύτερο επίπεδο είναι το επίπεδο του ελέγχου και της επιβολής κυρώσεων: Η διάκριση πρέπει να ελέγχεται, η σεξιστική συμπεριφορά να πατάσσεται, η βία να τιμωρείται. Η βία όποιας μορφής: Η λεκτική ή σωματική στο σπίτι, η ψυχολογική στη δουλειά, η κάθε είδους εκβιαστική συμπεριφορά.
Και το σημαντικότερο: όταν αντιμετωπίζουμε όποιο πρόβλημα τέτοιου είδους, πρέπει να μιλάμε. Να φωνάζουμε. Και να δυναμώνουμε. Κι όσο δυναμώνουμε, αυτά τα απογοητευτικά ποσοστά θα αλλάζουν. Κι εμείς οι γυναίκες θα διεκδικήσουμε το μερίδιο αυτού του κόσμου που μας αξίζει.
*Γράφει η Δικηγόρος Σοφία Νικολάου www.sofianikolaou.com