Όταν το πλοίο βουλιάζει
Όταν ένα πλοίο βουλιάζει, τι κάνουν ο καπετάνιος και το πλήρωμα, οι επιβάτες, αλλά και τα ποντίκια, τα οποία όπως είναι γνωστό, «όταν το πλοίο βουλιάζει φρόντισαν από πριν και έχουν πηδήξει έξω για να σωθούν».
Του Νίκου Χειλαδάκη
Ο καπετάνιος είναι αυτός που έριξε το πλοίο σε ύφαλο ακολουθώντας μια καλά προσχεδιασμένη ρότα, το χτύπησε και το πλοίο άρχισε να μπάζει επικίνδυνα. Εκείνος όμως σφυρίζει αμέριμνα σαν να μην καταλαβαίνει τι έκανε, αφού άλλωστε ακουλούθησε πιστά την ρότα που του έδωσαν. Το πλήρωμα συνεχίζει την βάρδια του σαν να μην συμβαίνει τίποτα και το πλοίο συνεχίζει να μπάζει νερά από την μεγάλη τρύπα που άνοιξε η πρόσκρουση του στον ύφαλο.
Οι επιβάτες, χωρίς να έχουν καταλάβει τίποτα, βρίσκονται οι περισσότεροι στις καμπίνες τους και κοιμούνται τον «ύπνο του Δικαίου». Κάποιοι άλλοι που έχουν αϋπνία, σκοτώνουν τον χρόνο τους στο μπαράκι του πλοίου. Ξαφνικά ποτήρια, τασάκια, μπουκάλια, τραντάζονται, πέφτουν και σπάνε κάνοντας μεγάλο θόρυβο. Όσοι είναι στις καμπίνες τους πετάγονται από τον ύπνο τους τρομαγμένοι και τρέχουν αλαφιασμένοι έξω χωρίς να καταλαβαίνουν τι συμβαίνει. Από κάπου ο ήχος από νερά που μπάζουν ορμητικά ακούγετε ανατριχιαστικός.
Το πλοίο βουλιάζει. Οι επιβάτες ανυπεράσπιστοι τρέχουν για να σωθούν. Ο καπετάνιος όμως αμέριμνος, έχει εφαρμόσει πιστά τις οδηγίες που είχε και αισθάνεται επιτυχημένος. Άλλωστε για κάθε ενδεχόμενο έχει ετοιμάσει και μια σωσίβια λέμβο για τον εαυτό του και για τους πολύ έμπιστους από το πλήρωμα. Το ίδιο το πλήρωμα καθησυχάζει τους επιβάτες να μην ανησυχούν γιατί… δεν συμβαίνει τίποτα.
Όλα αυτά θα μπορούσαν να είναι μια κακόγουστη φάρσα, αλλά δυστυχώς, το πλοίο αυτό που βουλιάζει είναι η ίδια η Ελλάδα. Είναι η χώρα μας. Είναι η χώρα που οι καπετάνιοι και το πλήρωμα την οδήγησαν σε ξέρα και τώρα οι επιβάτες ανυπεράσπιστοι τρέχουν να σωθούν χωρίς όμως να ξέρουν το πως θα σωθούν. Όμως τα κάθε λογής «τρωκτικά» φρόντισαν και έφυγαν από πριν έξω, πήραν και τις καταθέσεις τους και τώρα χαμογελούν σαρκαστικά βλέποντας από απόσταση ασφαλείας το καράβι που μπάταρε.
Η Ελλάδα βουλιάζει, αλλά οι ηγέτες της είναι υπερήφανοι που την «έσωσαν» για άλλη μια φορά. Τους βλέπετε με τι καμάρι βγαίνουν στα δικά τους μεγάλα κανάλια και υπερασπίζονται το πώς μας… έριξαν στην ξέρα και το πώς μας… έσωσαν προσπαθώντας να μας πνίξουν ; Ούτε σωστικοί λέμβοι, ούτε πλοία της ακτοφυλακής για να μαζέψουν όσους θα προσπαθήσουν να επιζήσουν από τον πνιγμό. Ο σώζων εαυτόν σωθήτο. Ο καπετάνιος όμως έκανε το καθήκον του, αλλά μια μάννα επιβάτης με τέσσερα παιδιά, φωνάζει και προσπαθεί να σώσει τα παιδιά της χωρίς κανένας να μπορεί να την βοηθήσει. Που είναι η σανίδα σωτηρίας ;
Νάσται ευτυχισμένοι! Για άλλη μια φορά μας «έσωσαν»! Τι σημασία έχει που αύριο δεν θα έχετε γάλα για τα παιδιά σας ; Τι σημασία έχει που δεν θα έχετε ρεύμα γιατί δεν είχατε να πληρώστε τον λογαριασμό της ΔΕΗ ; Τι σημασία έχει που σε λίγο θα ψάχνετε στα σκουπίδια για λίγα τρόφιμα; Να είχατε γίνει και εσείς τρωκτικά και να είχατε φύγει έξω πριν από το ναυάγιο. Για όσους έμειναν, το νερό είναι παγωμένο και δύσκολα κάποιος θα επιζήσει.
Άραγε έχουμε καταλάβει ότι οι επιβάτες είμαστε όλοι εμείς ; Άραγε έχουμε καταλάβει τι συμβαίνει ; Έχουμε καταλάβει ότι το νερό έρχεται ορμητικό για να μας αποτελειώσει, για να μας πνίξει ; Η ιστορία συχνά επαναλαμβάνετε και όταν επαναλαμβάνεται τότε ή είναι φάρσα, ή είναι μεγάλη τραγωδία. Στην περίπτωση μας είναι η μεγαλύτερη σύγχρονη τραγωδία μας .
Όσο όμως και αν το επιδιώκουν όσο και αν μας σπρώχνουν στον βυθό εμείς δεν θα πνιγούμε γιατί μάθαμε από μικροί να κολυμπάμε και στα βαθειά νερά. Όλοι αυτοί όμως που μας έριξαν στην ξέρα και θέλησαν να μας πνίξουν καπετάνιοι, πλήρωμα, αλλά και τα λογής λογής «τρωκτικά», πιστεύουν σταλήθεια πως θα γλυτώσουν ;
Η ιστορία επαναλαμβάνεται και καλά θα κάνουν, αν στο μεταξύ δεν αλληλοφαγωθούν μεταξύ τους, να διαβάσουν τι έγινε κάποτε στο Γουδί.