Ο Κων. Καραμανλής όπως τον είδα και τον έζησα
Συμπληρώθηκαν 15 έτη από το θάνατο του μεγάλου ριζοσπάστη ηγέτη που εγκαθίδρυσε τη Δημοκρατία και ενέταξε την Ελλάδα στην ευρωπαϊκή οικογένεια
Άρθρο του κ. Γιώργου Κοντογιάννη
δημοσιογράφου – βουλευτή Ηλείας της Νέας Δημοκρατίας
Ήταν 23 Απριλίου 1998 όταν ο άνθρωπος που με την πολιτική του πορεία σημάδεψε την ιστορία αυτού του τόπου, άφηνε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 91 ετών, ύστερα από σύντομη ασθένεια
Λίγα εικοσιτετράωρα μετά κρατώντας το μικρόφωνο της δημόσιας τηλεόρασης, μεταδίδοντας σε απ' ευθείας σύνδεση την κηδεία του πολιτικού που άλλαξε τη μορφή της Ελλάδας, βλέποντας το φέρετρο με τη γαλανόλευκη να βγαίνει από το σπίτι του στην Πολιτεία, δεν βρήκα κάτι πιο σημαντικό να πω από αυτό που έβλεπα: Την ιστορία της Ελλάδος του τελευταίου μισού αιώνα να περνά από μπροστά μου.
Εκείνο το απόγευμα είδα συναδέλφους μου πολιτικά αντίθετους με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, να πράττουν αυτό που έπραξε 15 χρόνια μετά η ηγεσία της Αριστεράς. Να υποκλίνονται στον οραματιστή, αλλά και στο πρόσωπο που είχε ταυτίσει την πορεία του με την πολιτική ειλικρίνεια και ευθύτητα.
Πότε έμαθα για τον Καραμανλή
Ήμουν 12 χρονών όταν για πρώτη φορά άκουσα τη λέξη «Καραμανλής». Ήταν ένα απομεσήμερο της 23ης Ιουλίου 1974 στο ραφείο του πατέρα μου, στο Βαρθολομιό Ηλείας. Είχα μπει κάτω από τον μπάγκο με τα κουρέλια για να αποκοιμηθώ, κι έπαιζα με το ραδιόφωνο. Άκουγα συνεχώς ειδήσεις γιατί είχα αγωνία για τους θείους που είχαν επιστρατευθεί. Τότε άκουσα τη φράση «...διά να σχηματισθεί κυβέρνησις εθνικής ενότητος υπό τον Κωνσταντίνο Καραμανλή...».
Έβγαλα το νυσταγμένο κεφάλι μου από τον πάγκο και ρώτησα τον πατέρα μου που εργαζόταν και ο οποίος είχε προβλήματα βαρυκοΐας με όση δύναμη είχα: «Μπαμπά, ποιός είναι ο Καραμανλής;».
Απέναντι ακριβώς ήταν το αστυνομικό τμήμα, το οποίο κάθε τόσο έδινε κλήση στον πατέρα μου για παραβίαση του ωραρίου, αλλά στην πραγματικότητα συνέβαινε αυτό διότι ο ίδιος εκφραζόταν ενάντια στη χούντα.
- «Σσσσσούτ... Πού άκουσες αυτή τη λέξη;», με ρώτησε ο πατέρας μου με ορθάνοιχτα μάτια;
- «Στο ραδιόφωνο!» απάντησα, χωρίς να ξέρω ότι το όνομα Καραμανλής έμελε να ταυτισθεί και με τη δική μου μετέπειτα πολιτική πορεία.
Ο πολιτικός ριζοσπαστισμός του Εθνάρχη
Οι εποχές και οι συνθήκες κάτω από τις οποίες ο Κ. Καραμανλής ανέλαβε την πρωθυπουργία το 1955, ήταν δύσκολες. Δεν είχαν συμπληρωθεί καν τρία χρόνια από τη λήξη του πιο αιματηρού και αδελφοκτόνου εμφυλίου πολέμου που έζησε η χώρα μας.
Στη σκέψη του ο Καραμανλής είχε έναν τριπλό στόχο:
- Να βγει η χώρα από την ανέχεια και την φτώχια μέσα από την οικονομική ανάπτυξη.
- Να ενισχύσει τη δημοκρατία και τους θεσμούς της.
- Να εντάξει την Ελλάδα στην ευρωπαϊκή οικογένεια.
Στην πρώτη περίοδο της πρωθυπουργικής του θητείας ώστε πέτυχε η ανάπτυξη να τρέχει με ρυθμούς 7% και να αλλάξει τη μορφή της Ελλάδος αναπτύσσοντας το οδικό δίκτυο, ενισχύοντας τον αγροτικό τομέα και τη βιομηχανία.
Στη δεύτερη περίοδο της θητείας του, μετά το 1974, ο Καραμανλής κατάφερε να υλοποιήσει στην Ελλάδα τα δύο άλλα σκέλη του τριπλού στόχου του εγκαθιδρύοντας την καλύτερη και ισχυρότερη δημοκρατία που γνώρισε η χώρα. Παράλληλα έκανε πράξη το όραμά του για ένταξη της Ελλάδος στην ευρωπαϊκή οικογένεια, καθώς πίστευε ότι έτσι διασφαλίζονται και τα εθνικά αλλά και τα οικονομικά συμφέροντα της πατρίδας μας, αλλά και ότι προστατεύονται και οι δημοκρατικοί θεσμοί.
Η είσοδος της Ελλάδος στην τότε ΕΟΚ υπήρξε αποκλειστικά προσωπικό επίτευγμα του Κων. Καραμανλή, σε τέτοιο μάλιστα βαθμό ώστε ο τότε Γάλλος Πρόεδρος Βαλερί Ζισκάρ Ντ’ Εσταίν είχε πει ότι «στην ΕΟΚ δεν εισήλθε η Ελλάδα αλλά ο Καραμανλής».
Η κόντρα που εξελίχθηκε σε φιλία με τον Σμίτ
Στην προσπάθειά του για ένταξη της Ελλάδος στην ευρωπαϊκή οικογένεια ο Καραμανλής είχε βρει πολλά εμπόδια με σημαντικότερο τη σθεναρή αντίδραση του τότε Γερμανού Καγκελαρίου Χέλμουτ Σμιτ.
Όταν ο κ. Σμιτ σε συνάντηση που είχε με τον Καραμανλή στάθηκε επικριτικά στην εμμονή του τότε Έλληνα πρωθυπουργού για ένταξη της χώρας μας στην ΕΟΚ, ρωτώντας τον: «τί είναι η Ελλάδα για την Ευρώπη;».
Ο Καραμανλής με ευθύτητα του αντέτεινε: «Να μου πείτε εσείς τι είναι η Γερμανία για τηνΕυρώπη, που δύο φορές κατά τον 20ό αιώνα την κατέστρεψε σε δύο πολέμους και τώρα κρίνει την ελληνική συμμετοχή. Η Ευρώπη υπάρχει γιατί υπήρξε η Ελλάδα...».(«Μεσημβρινή», 8 Δεκεμβρίου 1988).
Από τη στιγμή εκείνη κι έπειτα, ο Χέλμουτ Σμιτ μετετράπη σε έναν από τους καλύτερους φίλους του Καραμανλή και της Ελλάδος και είναι εκείνος που κατά την οικονομική κρίση που σήμερα βιώνει η Ελλάδα ήταν από τους ένθερμους συμπαραστάτες της χώρας μας και έντονος επικριτής της πολιτικής της κυρίας Μέρκελ.
Η στάση του Καραμανλή απέναντι στον παντοδύναμο Χέλμουτ Σμιτ δείχνει ότι η σθεναρή αντίσταση απέναντι σε μια άδικη στάση κάποιου συμμάχου έχει αποτελέσματα, αν η αντίδραση του κάθε ηγέτη είναι γνήσια και ειλικρινής και στηρίζεται σε τετράγωνη λογική κι επιχειρήματα.
Αυτός όμως ήταν ο Καραμανλής. Δεν του άρεσαν οι κολακείες. Ούτε τις έκανε, ούτε τις αποδεχόταν.
Η αλήθεια στον πολιτικό λόγο του
Δεν προσπαθούσε να κολακέψει ούτε καν τον λαό επιδιώκοντας ψήφους. Είναι χαρακτηριστική η δήλωσή του από το μπαλκόνι προεκλογικής συγκέντρωσης μετά τους σεισμούς στο Βόλο.
Όταν τελείωσε την ομιλία του, οι συνεργάτες του τού είπαν ότι ο λαός ανέμενε μια δέσμευσή του ότι θα χαρισθούν τα σεισμόπληκτα δάνεια. Ο Καραμανλής ξαναβγήκε στο μπαλκόνι και ξεκαθάρισε στο λαό ότι η οικονομία δεν άντεχε να χαρισθούν τα δάνεια και ότι έπρεπε να τα πληρώσουν.
Ο λαός που αρχικά άκουγε παγωμένος την ειλικρινή δήλωση του ηγέτη του στη συνέχεια ξέσπασε σε επεφημίες και χειροκροτήματα. Και τούτο διότι ένιωθε ότι απέναντί του είχε έναν πολιτικό που δεν θα τον ξεγελούσε ποτέ.
Αυτός ήταν όμως ο Καραμανλής. Σκληρός ρεαλιστής αλλά και ευαίσθητος με τα εθνικά και το ωραίο φύλο.
Ποιός ξεχνά τα δάκρυά του για την Μακεδονία που είχαν σοκάρει όλους τους Έλληνες; Με έκπληξη τον είδαμε να δακρύζει και με τρεμάμενα χείλη να λέει αυτό που είχε και έχει στην ψυχή του κάθε Έλληνας. «Η Μακεδονία ήταν, είναι και θα είναι ελληνική»...
Ο Καραμανλής δεν αγαπούσε απλά την γενέτειρά του τη Μακεδονία, αλλά ήταν εκείνος που συνέβαλε όσο κανείς στο να αποδειχθεί ιστορικά η ελληνικότητά της. Ήταν εκείνος που ως πρωθυπουργός χρηματοδότησε τις ανασκαφές στη Βεργίνα του αείμνηστου αρχαιολόγου Μανώλη Ανδρόνικου με αποτέλεσμα να βρεθούν οι βασιλικοί τάφοι, μεταξύ αυτών και του Φιλίππου, του πατέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Το ίδιο μας ξάφνιασε όμως με την ευαισθησία του ο Καραμανλής όταν σε ένα από εκείνα τα κυνηγητά για μια δήλωσή του στο γκολφ της Γλυφάδας, προσέφερε ένα τριαντάφυλλο στην έκπληκτη συνάδελφο Ελένη Νικολάου, δείχνοντας ότι πίσω από τον σκληρό πολιτικό κρυβόταν μια ευαίσθητη και ανθρώπινη προσωπικότητα.
Αν υπήρχε σήμερα
Πολλοί είναι εκείνοι που σήμερα αναρωτιόνται «τι θα γινόταν αν ζούσε ο Καραμανλής».
Το πιθανότερο είναι αν ζούσε ο Καραμανλής να μη φτάναμε στην τραγωδία που σήμερα βιώνουμε. Γιατί το περιστατικό με τους σεισμόπληκτους του Βόλου δείχνει ότι ο λαός δεν περιμένει να βιώσει τραγωδίες για να καταλάβει την πραγματικότητα. Ο λαός είναι πάντοτε έτοιμος να δεχθεί την αλήθεια, όταν όμως διαπιστώσει ότι αυτό που ακούει είναι όντως η αλήθεια. Και αυτό έχει σχέση με το πρόσωπο που εκφέρει την αλήθεια αλλά και την πολιτική του πορεία.
Γιατί ποιός μπορούσε να πιστέψει τη δήλωση του Ανδρέα Παπανδρέου ότι «ή θα ''φάμε'' το χρέος ή θα μας ''φάει'' αυτό», όταν έχει προηγηθεί η δήλωση «Τσοβόλα δώστα όλα», και η εφαρμογή της αντίστοιχης πολιτικής;
Ίσως αν ο Καραμανλής υπήρχε σήμερα να συνέβαινε ό,τι συνέβη τα ξημερώματα της 24 Ιουλίου 1974.
Ο Γάλλος ακαδημαϊκός Μωρίς Ντρυόν στο βιβλίο του «Κ. Καραμανλής-ο Ελληνας που ξεχώρισε», γράφει: «...Ο λαός, κατά κανόνα, απλουστεύει· πάντως δεν γελιέται. Γι’ αυτόν ο Ντε Γκωλ θα είναι πάντοτε ο Άνθρωπος της 18ης Ιουνίου και της Απελευθέρωσης.
» Όπως και ο Καραμανλής θα είναι πάντοτε ο Ηγέτης, για τον οποίο οι Έλληνες, μια νύχτα του Ιουλίου, πλημμύρισαν τους δρόμους της Αθήνας, κρατώντας αναστάσιμες λαμπάδες».
Αυτές τις αναστάσιμες λαμπάδες της ελπίδας αναζητούν και σήμερα οι πολίτες φέρνοντας στη μνήμη τους τον Έλληνα που ξεχώρισε, τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, ο οποίος, όπως είχε παραδεχθεί στέγνωσε την ψυχή του για να κυβερνήσει αυτόν τον τόπο.
Αυτόν τον όμορφο τόπο με τους δύσκολους κατοίκους. Γιατί όπως κι ο ίδιος έλεγε «Δεν υπάρχει τίποτε δυσκολότερο από το να κυβερνήσεις τους Έλληνες. Και αυτό, γιατί, όλοι νομίζουν ότι είναι ικανοί για όλα».
Διαβάστε επίσης:
Να συσταθεί Εθνική Επιτροπή για την αντιμετώπιση της ανεργίας
Αγαπάς την Ελλάδα; Απόδειξέ το με πράξεις!
Οι προϋποθέσεις για έξοδο από την κρίση