Λιτότητα και ανάπτυξη: Το άδοξο τέλος ενός ακόμη νεοφιλελεύθερου μύθου
Το 1975, δηλαδή σ' εποχή που ο οικονομικός νεοφιλελευθερισμός του M. Friedman και της Σχολής του Σικάγο κυριαρχούσε –ιδίως στο πλαίσιο της οικονομίας των ΗΠΑ- ο Arthur Melvin Okun, βραβείο Nobel στο πεδίο της οικονομικής επιστήμης και κορυφαίος εκφραστής του νεοφιλελεύθερου main stream, δημοσιεύει το «opus maximum» της επιστημονικής του έρευνας «Equality and Efficiency: The Big Tradeοff».
Σ' αυτό επιχειρούσε να τεκμηριώσει την συμπυκνωμένη θέση της «αναπτυξιακής λιτότητας», ήτοι της ριζικής αντίθεσης μεταξύ οικονομικής ανάπτυξης και αναδιανεμητικής κρατικής πολιτικής, η οποία συντελείται μέσω των δομών και των δράσεων ενός, lato sensu, κοινωνικού κράτους δικαίου.
I. Η κατά τ' ανωτέρω ανάλυση του A.M. Okun επιχειρηματολογούσε υπέρ της οικονομικής «σύμπλευσης» μεταξύ λιτότητας και ανάπτυξης, κατά βάση μέσ' από τ' ακόλουθα δύο συμπεράσματα:
Α. Η αναδιανομή εισοδήματος, ιδίως αφενός μέσω μιας φορολογίας που ανταποκρίνεται πλήρως στην αρχή της ισότητας ενώπιον των δημόσιων βαρών –ήτοι στη φορολόγηση του καθενός ανάλογα με την in concreto φοροδοτική του ικανότητα- και, αφετέρου, κοινωνικών παροχών που αντιστοιχούν στις απαιτήσεις ενός στοιχειώδους κοινωνικού κράτους δικαίου, έχει αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομική ανάπτυξη. Διότι η τελευταία μόνον υπό όρους πλήρους ελευθερίας της αγοράς είναι δυνατό να εξελιχθεί κατά τρόπο βιώσιμο.
Β. Κατά τούτο, λοιπόν, υφίσταται ένα είδος «ασυμβιβάστου» μεταξύ οικονομικής ανάπτυξης υπό συνθήκες βιωσιμότητας και κάθε μορφής παροχών, άμεσων ή έμμεσων, οι οποίες αποσκοπούν στην αναδιανομή του εισοδήματος για την ικανοποίηση των απαιτήσεων της αναλογικής ισότητας μεταξύ των μελών του κοινωνικού συνόλου. E contrario, πολιτικές λιτότητας και οικονομική ανάπτυξη μπορούν να συνυπάρξουν αρμονικώς, και μάλιστα με διάρκεια.
Γ. Σαράντα, περίπου, χρόνια νωρίτερα, το 1936 και μέσα στην κορύφωση της μεσοπολεμικής οικονομικής κρίσης, ο John Maynard Keynes, στο κορυφαίο έργο του «The General Theory of Employment, Interest and Money», είχε επισημάνει προφητικώς, ακριβώς για να εξηγήσει την κρίση του καπιταλιστικού οικονομικού συστήματος, ότι τα βασικά ελαττώματα της οικονομίας της εποχής αυτής αφορούσαν τις ίδιες τις ρίζες του ως άνω συστήματος. Μ' απλές λέξεις:
1. Η καταλυτική επικυριαρχία του καπιταλιστικού οικονομικού συστήματος, έναντι οιουδήποτε «αντιπάλου» του, έγκειται στο ότι το σύστημα αυτό, από τη φύση του, η οποία ανάγεται ήδη στη θεωρητική ανάλυση του Adam Smith, επιδιώκει:
α) Την κατά το δυνατόν πλήρη απασχόληση, άρα την εξάλειψη του πιο επικίνδυνου εχθρού της κοινωνικής συνοχής, που είναι η ανεργία.
β) Την δικαιότερη κατανομή του πλούτου, τον οποίο δημιουργούν τα μέσα παραγωγής. Και, συνακόλουθα, την δικαιότερη κατανομή του αντιστοίχως παραγόμενου εισοδήματος.
2. Επέκεινα, η δραματική οικονομική κρίση του μεσοπολέμου οφειλόταν στην αδυναμία των οικονομικών πολιτικών της εποχής εκείνης να εξασφαλίσουν:
α) Πλήρη, κατά το δυνατόν, απασχόληση. Αφού η ανεργία ήταν τότε το «καρκίνωμα» της όλης οικονομικής και κοινωνικής πραγματικότητας.
β) Μια στοιχειωδώς δίκαιη κατανομή του πλούτου και του εισοδήματος. Δεδομένου ότι κατά τον μεσοπόλεμο κυριαρχούσε, λόγω απουσίας αντίστοιχων οικονομικών αμυντικών μηχανισμών, η αυθαιρεσία και, επομένως, η αδικία ως προς την κατανομή του παραγόμενου πλούτου και του αναλογούντος σε καθένα εισοδήματος.
II. Χρειάσθηκε, δυστυχώς, η σημερινή παγκόσμια οικονομική κρίση –μια κρίση που έχει όλα τα χαρακτηριστικά ενός Β΄ Παγκόσμιου, οικονομικού αυτή τη φορά, Πολέμου- η οποία οφείλεται στη μετάλλαξη της ελεύθερης αγοράς σε «αγορά ελευθερίων ηθών», για να δικαιωθούν οι αντιλήψεις του J.M. Keynes και για ν' ανατραπούν πλήρως οι νεοφιλελεύθερες ακρότητες του Μ. Friedman και του Α.Μ. Okun. Και μάλιστα μέσ' από μελέτες που προέρχονται από την ως πρότινος «Μέκκα» των νεοφιλελεύθερων αντιλήψεων, ήτοι το ΔΝΤ!
Α. Για ν' αποδώσει όμως κανείς την πραγματικότητα στις σωστές διαστάσεις της, είχαν προηγηθεί «φωνές» στο χώρο του οικονομικού επιστητού –επίσης βραβευμένες με Nobel- που είχαν επισημάνει την επιστημονική «κουφότητα» των «κραυγών» εναντίον της κρατικής αναδιανεμητικής πολιτικής. Φωνές, οι οποίες προειδοποιούσαν ότι ο κίνδυνος εκτροχιασμού του καπιταλιστικού οικονομικού συστήματος οφείλεται πρωτίστως στην έκρηξη των ανισοτήτων, ως συνέπεια εφαρμογής νεοφιλελεύθερων πολιτικών. Προς την κατεύθυνση αυτή εμβληματικές υπήρξαν οι μαρτυρίες:
1. Του Joseph Stiglitz ο οποίος, στο έργο του «ThePriceofInequality: How Today's Divided Society Endangers οur Future» (2012), είχε αποδείξει τον θανάσιμο κίνδυνο των ανισοτήτων για τη συνοχή του κοινωνικού ιστού.
2. Του Paul Krugman ο οποίος, στο έργο του «End This Depression Now!» (2012), είχε διαγνώσει ότι η παγκόσμια οικονομική ύφεση δεν μπορεί ν' αντιμετωπισθεί δίχως κρατική παρέμβαση για την αντιμετώπιση των οικονομικών ανισοτήτων, μέσω της στήριξης των πυλώνων του κοινωνικού κράτους δικαίου.
Β. Σ' επίρρωση της επιστημονικής θεώρησης των δύο αυτών οικονομολόγων, βλέπουν σήμερα το φως μελέτες που δεν αφήνουν κανένα, πλέον, περιθώριο στήριξης της πάλαι ποτέ διαλάμψασας νεοφιλελεύθερης «αναπτυξιακής λιτότητας».
1. Σε ειδικότερο επιστημονικό επίπεδο, αξίζει ν' αναφερθεί κανείς:
α) Στη μελέτη των ερευνητών – οικονομολόγων του ΔΝΤ Jonathan Ostry, Andrew Berg, Charalambos Tsangarides, «Redistribution, Inequality and Growth» (2014), κατά τους οποίους:
α1) Πρώτον, η οικονομική ανισότητα καθορίζει, σε σημαντικό βαθμό –και με αρνητικό πρόσημο- τόσο το ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης όσο και τη διάρκεια της περιόδου ανάπτυξης.
α2) Δεύτερον, ακόμη και μια μεγάλη αναδιανομή εισοδήματος έχει, κατ' αποτέλεσμα, μάλλον ουδέτερη –άρα διόλου αρνητική- επίπτωση στην οικονομική ανάπτυξη. Φυσικά όταν η κρατική πολιτική αναδιανομής εισοδήματος είναι σχεδιασμένη ορθολογικώς.
β) Στη μελέτη των στελεχών του Οικονομικού Τμήματος του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Γεωργίας Καπλάνογλου, Βασίλη Ράπανου και Ιωάννας Μπαρδάκα «Does Fairness Matter for the Success of Fiscal Consolidation?» (2013). Στην οποία τεκμηριώνουν, μελετώντας τις οικονομίες 29 χωρών του ΟΟΣΑ μεταξύ 1971-2009, ότι η οικονομική στήριξη των οικονομικώς ασθενέστερων, υπό συνθήκες επιβεβλημένης οργανωμένης δημοσιονομικής προσαρμογής, μπορεί να επιφέρει:
β1) Ομαλή και, κατά συνέπεια, βιώσιμη αναπτυξιακή πορεία της οικονομίας. Άρα, και ακριβώς λόγω της στενής μεταξύ τους σχέσης, βιώσιμη τάση μείωσης των δύο βασικών δημοσιονομικών μεγεθών που υπολογίζονται με βάση το ΑΕΠ, δηλαδή του δημόσιου ελλείμματος και του δημόσιου χρέους.
β2) Κατ' επέκταση, διατήρηση της κοινωνικής συνοχής, η οποία συνιστά το ανάχωμα εναντίον των απειλών ρήξης του κοινωνικού ιστού, που έχει διαχρονικώς αναδειχθεί στην κυριότερη απειλή για την αξιοπιστία του καπιταλιστικού οικονομικού συστήματος.
2. Last, but not least, δύο κορυφαίοι εκφραστές της πολιτικής του ΔΝΤ έχουν κινηθεί ευθέως προς το ίδιο κοινωνικοοικονομικό στίγμα. Συγκεκριμένα:
α) Οι Olivier Blanchard, επικεφαλής οικονομικός σύμβουλος του ΔΝΤ και Carlo Cottarelli, επικεφαλής του Τμήματος Οικονομικών Υποθέσεων του ΔΝΤ, δημοσίευσαν το 2010 –όταν η Ελλάδα έμπαινε στο καταστροφικό τούνελ των Μνημονίων, και με τη «σφραγίδα» του ΔΝΤ- τις «δέκα εντολές» αναφορικά με την δημοσιονομική προσαρμογή («Ten Commandments for Fiscal Adjustment in Advanced Economies»).
β) Στη μελέτη τους αυτή, λοιπόν, οι εκπρόσωποι του ΔΝΤ δέχονται ότι, σύμφωνα με την «6η εντολή», η δημοσιονομική προσαρμογή πρέπει να γίνεται υπό όρους κοινωνικής δικαιοσύνης, προς αποφυγή διεύρυνσης των ανισοτήτων και συνακόλουθης ρήξης του κοινωνικού ιστού!
Την αξία των ως άνω διαπιστώσεων, ως προς την «πτώχευση» των νεοφιλελεύθερων αντιλήψεων αναφορικώς με την περιβόητη «αναπτυξιακή λιτότητα», έχουν υιοθετήσει τόσον ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Barack Obama, κατά τη δεύτερη θητεία του, στο πλαίσιο της οποίας επιχειρεί να θεμελιώσει ένα στοιχειώδες κοινωνικό κράτος δικαίου. Όσο και ο Πάπας Φραγκίσκος ο Α΄ ο οποίος, urbi et orbi, έχει κηρύξει καμπάνια υπέρ των οικονομικώς ασθενέστερων και, κατ' επέκταση, υπέρ της κοινωνικής δικαιοσύνης και του κοινωνικού κράτους δικαίου. Μόνο που η «γερμανική» Ευρωπαϊκή Ένωση –μ' αιχμή του δόρατος την Ευρωζώνη- φαίνεται να «κοιμάται», ακόμη, τον «ύπνο του δικαίου», από τον οποίο θα ξυπνήσει, μάλλον ανωμάλως, το βράδυ των προσεχών Ευρωεκλογών. Όταν δηλαδή οι εχθροί της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ακροδεξιοί και «συναφείς σύμμαχοι», θα βρίσκονται «προ των πυλών» του πολύπαθου οράματος της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Έστω και τότε, αν το διακύβευμα γίνει αντιληπτό, δεν θα είναι εντελώς αργά. Αλλ' αυτή η ελπίδα δεν μπορεί να τραφεί από την προοπτική μεταστροφής της Γερμανίας –η ιστορική της πορεία δεν φαίνεται να της το επιτρέπει- αλλ' από τη συνειδητοποίηση των λοιπών ευρωπαϊκών λαών, που έχουν βαθύτερους και ισχυρότερους δεσμούς με τις αρχές της αξίας του Ανθρώπου, του δημοκρατικού ιδεώδους και της κοινωνικής δικαιοσύνης.
Αναδημοσίευση από το περιοδικό «Επίκαιρα»