Η ενιαία αμυντική ασπίδα στον μετα-σοβιετικό χώρο παίρνει σάρκα και οστά

Στις 23 Δεκεμβρίου 2014, στη Μόσχα, διεξήχθη η τακτική Σύνοδος Κορυφής του Οργανισμού Συνθήκης Συλλογικής Ασφάλειας (ΟΣΣΑ).

Στο Κρεμλίνο, την ίδια ημέρα συνεδρίασε το Ανώτατο Ευρασιατικό Οικονομικό Συμβούλιο (ΑΕΟΣ) σε επίπεδο επικεφαλής κρατών.

Η διπλή συνάντηση των ηγετών του ευρασιατικού χώρου, από μια συνηθισμένη διαδικασία, απέκτησε μεγαλύτερη πολιτική σημασία στο φόντο της διεθνούς συγκυρίας και των νέων γεωπολιτικών προκλήσεων στην περιοχή (σ.σ. από 1ης Ιανουαρίου 2015 θα ξεκινήσει η λειτουργία της Ευρασιατικής Οικονομικής Ένωσης).

Η οικονομική κρίση στη Ρωσία, οι εντάσεις στις σχέσεις της Μόσχας με τις ΗΠΑ και την ΕΕ, η επιδείνωση της κατάστασης στο Νότιο Καύκασο και το Αφγανιστάν, απαιτούσαν μια δυναμική και άμεση αντίδραση των κρατών της Ευρασίας στα τεκταινόμενα στη γειτονιά τους, και όπως φάνηκε από τα αποτελέσματα της Συνόδου, δοκιμάστηκαν τα όρια και τις αντοχές του θεσμού συλλογικής ασφάλειας.

Ορισμένοι, βέβαια, εκφράζουν την άποψη ότι τα σχέδια της περιφερειακής ολοκλήρωσης μπορεί να επιβραδυνθούν, ή ακόμα και να ναυαγήσουν, λόγω των προβλημάτων που αντιμετωπίζει το «γεωγραφικό κέντρο» και ο κύριος εμπνευστής τους, η Ρωσία.

Μάλιστα, κυκλοφόρησαν ακόμα και φήμες για ενδεχόμενη άρνηση της Κιργιζίας να υπογράψει τη Συμφωνία προσχώρησης στην Ευρασιατική Οικονομική Ένωση (ΕΟΕ), λόγω της πτώσης του ρουβλιού το Δεκέμβριο. Οι «Κασσάνδρες» όμως δεν βγήκαν αληθινές.

Τη Συμφωνία υπέγραψαν την προγραμματισμένη ημερομηνία, οι ίδιοι οι πρόεδροι της Ρωσίας και της Κιργιζίας. Αλλά και τα υπόλοιπα κράτη-μέλη του ΟΣΣΑ και της ΕΟΕ, δεν έδωσαν κάποια δείγματα σκεπτικισμού. Ούτε σχετικά με τις ενταξιακές προοπτικές, ούτε και για πιθανή επιβράδυνση των διαδικασιών ολοκλήρωσης, εξαιτίας των πρόσφατων γεωπολιτικών και οικονομικών γεγονότων στην περιοχή.

Ανησυχία για την Κεντρική Ασία

Είναι δύσκολο να πει κανείς, εάν οι οικονομικές δυσκολίες της Ρωσία και η σύγκρουση της με τη Δύση οδήγησαν σε κάποιες ανεπίσημες διαβουλεύσεις και παραχωρήσεις της Μόσχας προς τους συμμάχους της. Δεν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις για κάτι τέτοιο, αν και οι σχετικές φήμες κυκλοφορούσαν ευρέως. Αυτό όμως συμβαίνει πάντα μετά από παρόμοιες διεθνείς συναντήσεις. Πάντως, τα σχετικά δημοσιεύματα διέψευσε με έντονο τρόπο ο πρόεδρος της Λευκορωσίας, Αλεξάντρ Λουκασένκο.

Στην πραγματικότητα, οι μετέχοντες στη Σύνοδο Κορυφής είχαν να αντιμετωπίσουν ουσιαστικότερες και πιο σύνθετες προκλήσεις από την επικοινωνιακού χαρακτήρα δημόσια επίδειξη ενότητας εντός του Οργανισμού. Υψηλά στην ατζέντα, βρίσκονταν τα επίκαιρα και «καυτά» ζητήματα γύρω από την κρίση στο Αφγανιστάν, όπου στο φόντο της αποχώρησης των αμερικανικών και ΝΑΤΟϊκών στρατευμάτων, η κατάσταση έχει περιπλεχθεί.

Ανέκαθεν, βέβαια, εκφράζονταν απαισιόδοξες προβλέψεις για τις εξελίξεις στη χώρα. Ειδικότερα ότι η Καμπούλ δεν θα κρατήσει υπό τον έλεγχο της την κατάσταση και ότι η ένοπλη βία θα διαχυθεί στο έδαφος των χωρών της Κοινοπολιτείας Ανεξαρτήτων Κρατών (ΚΑΚ).

Πάντως, κατά τη διάρκεια των διμερών διαβουλεύσεων Ρωσίας και Τατζικιστάν στο πλαίσιο του ΟΣΣΑ, ο υπουργός Άμυνας, Σεργκέι Σοϊγκού, κάλεσε τους ομολόγους του να προετοιμαστούν για όλες τις παραλλαγές εξελίξεων της κατάστασης στην πολύπαθη χώρα της νότιας Κεντρικής Ασίας, περιλαμβανομένων και των χειρότερων σεναρίων.

«Ευρασιατικό ΝΑΤΟ»

Στο πλαίσιο της Συνόδου, οι χώρες του ΟΣΣΑ επικύρωσαν τα επίσημα έγγραφα που αφορούν στη δημιουργία μιας κοινής στρατιωτικής δύναμης, η οποία σκοπό έχει την απόκρουση ενδεχόμενων εισβολών ενόπλων ομάδων εξτρεμιστών από το Αφγανιστάν στις κεντροασιατικές Δημοκρατίες. Αποφασίστηκε να συσταθεί επιχειρησιακή Δύναμη Ταχείας Αντίδρασης για την περιοχή της Κεντρικής Ασίας, όπως και να ενεργοποιηθεί η Συλλογική Αεροπορική Δύναμη.

Οι δυνάμεις αυτές θα πρέπει να παρεμβαίνουν γρήγορα και αποτελεσματικά σε περίπτωση απειλής στις χώρες του ΟΣΣΑ που συνορεύουν με το Αφγανιστάν.

Επιπλέον, στη Σύνοδο συζητήθηκε το θέμα της συμμετοχής πολιτών των χωρών-μελών του Οργανισμού στις συγκρούσεις στο Ιράκ και το Αφγανιστάν με την πλευρά της ένοπλης αντιπολίτευσης ή και τρομοκρατικών οργανώσεων. Ειδικότερα, επισημάνθηκε ότι, μαζί με τους Αφγανούς Ταλιμπάν πολεμούν τουλάχιστον δέκα εξτρεμιστικές ομάδες με μαχητές οι οποίοι προέρχονται από τα μετα-σοβιετικά κράτη. Επίσης, αρκετοί πολίτες των χωρών της ΚΑΚ εμπλέκονται σε τρομοκρατικές δραστηριότητες του «Ισλαμικού Κράτους» και της ακραίας οργάνωσης «Τζαμπάτ αλ-Νούσρα» στο Ιράκ.


Τρομοκρατικό ντόμινο από τη Μέση Ανατολή

Και το χειρότερο: Οι εξτρεμιστικές οργανώσεις, πετυχαίνοντας στρατιωτικές επιτυχίες, μπορούν να δημιουργήσουν ασφαλείς -γι' αυτές- περιοχές, οι οποίες στη συνέχεια θα χρησιμοποιούνται ως βάσεις για να πραγματοποιήσουν τρομοκρατικές επιθέσεις σε διάφορες χώρες του κόσμου, συμπεριλαμβανομένων των κρατών στο μετα-σοβιετικό χώρο.

Επιπλέον, αρκετοί εξτρεμιστές-μαχητές έχουν εκπαιδευτεί στο εξωτερικό με στόχο να επιστρέψουν στην πατρίδα τους για να συνεχίσουν εκεί τις τρομοκρατικές δραστηριότητές τους. Γι' αυτό, στην κοινή δήλωση των χωρών του ΟΣΣΑ υπογραμμίζεται ότι «θα παρθούν συντονισμένα μέτρα για τα άτομα που επιστρέφουν στις χώρες-μέλη του ΟΣΣΑ από περιοχές ενόπλων συγκρούσεων, και πήραν μέρος με την πλευρά τρομοκρατικών οργανώσεων.

Εκτός από τις συγκρούσεις στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ, στη Σύνοδο Κορυφής συζητήθηκαν οι τοπικές κρίσεις στο μετα-σοβιετικό χώρο, συμπεριλαμβανομένων του εμφυλίου πολέμου στην Ουκρανία και της σύγκρουσης στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ, μιας κρίσης που επιδεινώθηκε μέσα στο 2014.

Διπλωματικές πρωτοβουλίες

Την παραμονή της Συνόδου Κορυφής, οι πρόεδροι της Λευκορωσίας, Αλεξάντρ Λουκασένκο, και του Καζακστάν, Νουρσουλτάν Ναζαρμπάγιεφ, επισκέφθηκαν το Κίεβο. Κύριος σκοπός της ξαφνικής επίσκεψης στην ουκρανική πρωτεύουσα ήταν οι διαβουλεύσεις, την παραμονή της συνάντησης στο Μινσκ εκπροσώπων της επίσημης ουκρανικής κυβέρνησης και των αυτο-ανακηρυχθεισών Δημοκρατιών στα νοτιοανατολικά της χώρας.

Το τελευταίο διάστημα, υπάρχει η υποψία ότι το Κίεβο προσπαθεί να «παγώσει» τη διαδικασία των διαπραγματεύσεων και να οδηγήσει σε νέα κλιμάκωση τη σύγκρουση.

Σύμφωνα με το ανακοινωθέν της Συνόδου Κορυφής, ο ΟΣΣΑ ενεργεί για «την αποκατάσταση της ειρήνης στην Ουκρανία» μέσω του πολιτικού διαλόγου και «την καθιέρωση μιας διαδικασίας διαπραγματεύσεων μεταξύ όλων των αντιμαχόμενων πλευρών».

Ωστόσο, η άμεση συμμετοχή της Ρωσίας, της χώρας δηλαδή που ενδιαφέρεται περισσότερο για την επίλυση αυτής της σύγκρουσης δίπλα στα σύνορά της, στην ειρηνευτική διαδικασία, είναι αδύνατη, από τη στιγμή που το Κίεβο είναι απολύτως αρνητικό και κατηγορεί τη Μόσχα ότι στηρίζει τους αυτονομιστές στο Ντονμπάς. Ακόμα και για ένοπλη εισβολή στην Ουκρανία, καταγγέλλει το Κίεβο τη Ρωσία.

Η Αστανά και το Μινσκ, λοιπόν, καλούνται να παίξουν το ρόλο των ουδέτερων διαμεσολαβητών στην ουκρανική κρίση. Θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι οι δομές του ΟΣΣΑ έχουν επιδείξει καλά αποτελέσματα τη χρονιά που μας πέρασε στις διαδικασίες διευθέτησης συνοριακών διενέξεων μεταξύ της Κιργιζίας και του Τατζικιστάν.
Το ίδιο δύσκολη είναι η κατάσταση στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ, μια σύγκρουση στην οποία εμπλέκεται άμεσα η Αρμενία, γεγονός που περιπλέκει τη θέση του ΟΣΣΑ σε αυτές τις συνομιλίες.

Στη Σύνοδο Κορυφής, η προσέγγιση στο θέμα ήταν πολύ προσεγμένη και περιορίστηκε σε μια έκκληση προς όλα τα εμπλεκόμενα μέρη της σύγκρουσης, ώστε να συνεχιστεί ο διάλογος με τη διαμεσολάβηση των συμπροέδρων της Ομάδας Μινσκ του ΟΑΣΕ, στην οποία συμμετέχει και εκπρόσωπος της Ρωσίας.

Έτσι, ο ΟΣΣΑ, απαλλαγμένος προς το παρόν από προφανείς εσωτερικές αντιφάσεις, αντιμετωπίζει νέες εξωτερικές προκλήσεις στις οποίες πρέπει να ανταποκριθεί, τόσο με μέτρα για τη συλλογική άμυνα, όσο και με την ανάπτυξη των διαφόρων μορφών διαπραγμάτευσης με τη μεσολάβηση των δομών και των κρατών-μελών του Οργανισμού.
Ο Νικίτα Μεντκόβιτς, είναι εμπειρογνώμονας του Ρωσικού Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων.

ΠΗΓΗ Η ΡΩΣΙΑ ΤΩΡΑ

Σχετικές ειδήσεις