Ε.Ε. και Brexit επηρεάζουν την οικονομία της χώρας μας
Του Κωνσταντίνου Σ. Μαργαρίτη
Οι επενδυτές παρακολουθούν με έντονο ενδιαφέρον τις εξελίξεις και καθυστερούν τις επενδύσεις στην πατρίδα μας, μέχρι να ξεκαθαρίσει το τοπίο και να αποφασισθεί η δημοσιονομική ανεξαρτησία της χώρας μας.
Ο ελληνικός λαός δεν έχει άλλα αποθέματα για να αντεπεξέλθει στις υποχρεώσεις του και είναι έτοιμος να εκραγεί.
Η επιχειρηματικότητα αναζητά το βηματισμό της μέσα από συμπράξεις με ξένους επενδυτές, αλλά όλα καθυστερούν στην τεράστια γραφειοκρατία του ελληνικού κράτους.
Το διεθνές περιβάλλον παρουσιάζει έντονο ενδιαφέρον και η Ελλάδα καλείται να έχει ενεργό συμμετοχή, μέσα από ισχυρές συμμαχίες.
Η πιο εμφανής επίπτωση του Brexit ήταν η υποτίμηση της στερλίνας, η οποία οφείλεται κατά πολλούς οικονομικούς αναλυτές στο τεράστιο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών του Ηνωμένου Βασιλείου, το οποίο προσεγγίζει το 7% του ΑΕΠ.
Η πρωθυπουργός της Αγγλίας, Τερέζα Μέι, έχει αναλύσει διεξοδικά τα αίτια που οδήγησαν στη νίκη του ΟΧΙ στο δημοψήφισμα και έχει αρχίσει να παρουσιάζει εφικτές λύσεις, τις οποίες καλείται να εφαρμόσει τους επόμενους μήνες. Σε αντίθεση με τους προκατόχους της που προωθούσαν την ελαχιστοποίηση του κράτους, η ίδια θεωρεί πως το κράτος είναι η λύση και όχι το πρόβλημα.
Η αγορά εργασίας παρουσιάζει ανθεκτικότητα ακόμη στην Αγγλία και πολλοί ισχυρίζονται ότι αυτό είναι η καλύτερη απόδειξη ότι το Brexit δεν έχει πραγματικές επιπτώσεις. Ωστόσο, ξεχνούν ότι τα μεγάλα γεγονότα χρειάζονται τουλάχιστον έξι μήνες για να δείξουν κατά πόσο θα επηρεάσουν την αγορά εργασίας, ακόμη και όταν είναι πολύ ευέλικτη, όπως στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Οι διαπραγματεύσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση θα έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αφού το Ηνωμένο Βασίλειο σίγουρα θα αντιμετωπίσει την αδιαλλαξία πολλών χωρών, κυρίως της Γαλλίας, παρόλο που η υφιστάμενη γαλλική κυβέρνηση είναι πιθανόν να έχει μικρότερη επιρροή σε ευρωπαϊκό επίπεδο λόγω των επερχόμενων προεδρικών εκλογών. Οι συσχετισμοί ευνοούν την ΕΕ παρά το Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς οι ευρωπαϊκές εξαγωγές προς το Ηνωμένο Βασίλειο αποτελούν μόλις το 3% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ, ενώ οι βρετανικές εξαγωγές προς την ΕΕ αντιστοιχούν στο 13% του ΑΕΠ του Ηνωμένου Βασιλείου.
Η βρετανική διπλωματία έχει μπροστά της έντονες προκλήσεις και καλείται να κινηθεί προσεκτικά για να διατηρήσει τις επενδύσεις της σε κράτη-μέλη της ΕΕ, με ισχυρά ανταλλάγματα για τη μεταβατική περίοδο και τη μελλοντική της συνεργασία με την ΕΕ.
Τα γεγονότα αυτά πρέπει να τύχουν προσεκτικής ανάγνωσης από την ελληνική κυβέρνηση και να αναληφθούν οι κατάλληλες πρωτοβουλίες που θα καθιστούν τη χώρα μας πολύτιμο στρατηγικό εταίρο.
Οι εξελίξεις είναι ραγδαίες και στο νέο περιβάλλον που διαμορφώνεται, θα επικρατήσουν οι αξιόπιστες χώρες, που θα κινηθούν με έξυπνη στρατηγική.
Κων/νος Σ. Μαργαρίτης
Δημοσιογράφος