Εξήντα χρόνια από τότε που έφτασαν οι 900 Ελληνίδες νύφες στην Αυστραλία!
Τον Μαϊο συμπληρώνονται 60 χρόνια από το 1957, όταν στο Port Philip Bay της Μελβούρνης, έφτανε το γερασμένο ισπανικό πλοίο «Μπεγκόνια» που φιλοξενούσε στο κατάστρωμά του τις ελπίδες και τα όνειρα 900 Ελληνίδων νεαρών γυναικών, οι οποίες έφταναν στην Αυστραλία με μια βαλίτσα όνειρα, για ένα καλύτερο αύριο και την ελπίδα να συναντήσουν στην ξενιτιά τους μελλοντικούς συζύγους τους και να δημιουργήσουν μαζί τους τις δικές τους ελληνικές οικογένειες.
Με αφορμή την επέτειο αυτή, οι υπεύθυνοι του Πολιτιστικού Μήνα, Festival Hellenika, που διεξάγεται στη Νότια Αυστραλία, αποφάσισαν, όχι μόνο να τιμήσουν, αλλά και να παρουσιάσουν στο κοινό, πολλές από αυτές τις γυναίκες, για να μοιραστούν τις εμπειρίες τους καθώς και ιστορίες της ξενιτιάς.
Επίσημος ομιλητής της εκδήλωσης που έχει προγραμματιστεί για το βράδυ της Τετάρτης, 29 Μαρτίου, στην αίθουσα της Παρροδιακής Ένωσης Νότιας Αυστραλίας, θα είναι ο γνωστός εκπαιδευτικός της παροικίας Παναγιώτης Φωτάκης, ο οποίος στην τρυφερή ηλικία των οκτώ ετών βρισκόταν ο ίδιος στο πλοίο «Μπεγκόνια», έχοντας αφήσει πίσω του το νησί του, τη Ρόδο. Μάλιστα, ο εκπαιδευτικός, εμπνευσμένος από την προσωπική του εμπειρία και κάνοντας τον προσωπικό του απολογισμό, αποφάσισε, μετά από 42 χρόνια, να προχωρήσει σε λεπτομερή έρευνα με σκοπό να βρει και να ενώσει όσες περισσότερες νύφες ή, μάλλον, νεραΐδες -όπως τις αποκαλεί ο ίδιος-, εκείνου του ταξιδιού, οι οποίες αποτέλεσαν για τον ίδιο μέρος των βιωμάτων και αναμνήσεών του.
Ο εκπαιδευτικός ξεκίνησε να συγκεντρώνει στοιχεία για να βρει τις 900 νύφες με τις οποίες έφτασε στην Αυστραλία, να δει τι απέγιναν και να καταγράψει την ιστορία τους, πιστεύοντας ότι «πρόκειται για μια συγκλονιστική ιστορία που δεν έχει ειπωθεί σε όλη της την έκταση».
Μεγάλο μέρος αυτών των γυναικών αποτελούσαν οι «αρραβωνιασμένες με φωτογραφία», κάποιες άλλες γνώριζαν ήδη τον γαμπρό, ενώ υπήρχαν και οι «ελεύθερες», τις οποίες αποκαλούσαν έτσι γιατί είχαν την ελευθερία να επιλέξουν μόνες τον σύντροφό τους, ενώ οι αρραβωνιασμένες ζούσαν με την αγωνία, αν ο άνθρωπος που άλλοι επέλεξαν γι' αυτές θα ήταν καλός, νεαρός, δυνατός και όπως τον έδειχνε η φωτογραφία, που έκρυβαν σαν φυλαχτό στο στέρνο τους οι νεαρές ξενιτεμένες.
Για τις ελεύθερες γίνονταν ολόκληρες τελετουργίες και νυφοπάζαρα, μέσα από οικογενειακές συναντήσεις, γλέντια, κοινωνικές συνάξεις και εκκλησιασμούς, όπου παρατηρούνταν συνωστισμός και... παρέλαση υποψήφιων γαμπρών.
Για τις αρραβωνιασμένες υπήρχε μέριμνα αφού οι ίδιες είχαν τη δυνατότητα μέσα σε ένα μήνα να επιστρέψουν με το ίδιο εισιτήριο στην πατρίδα, εφόσον κάτι πήγαινε στραβά με το γάμο ή μετάνιωναν οι ίδιες.
Σύμφωνα με μαρτυρίες, πολλά προξενιά της εποχής πέτυχαν, ενώ άλλα προξενιά δεν «ανέβηκαν» ποτέ τα σκαλιά της εκκλησίας. Πολλές νύφες κατέληξαν μόνες και απογοητευμένες, άλλες συντετριμμένες έβαζαν τα κλάματα και άλλες επαναστατούσαν ενάντια στα «πρέπει» της εποχής. Πολλές όμως -αν όχι οι περισσότερες- έσκυψαν σιωπηλά το κεφάλι και υπέμειναν τη μοίρα που άλλοι καθόρισαν για εκείνες.
«Δύσκολα τα πρώτα χρόνια. Ξένες σε ξένο τόπο, χωρίς γλώσσα, σε σκοτεινά μελαγχολικά σπίτια και όλα ανάποδα. Ιούνιος μήνας να βρέχει και να κάνει κρύο - πού ξανακούστηκε; Τα πρώτα είκοσι χρόνια είναι δύσκολα μας έλεγαν. Μετά συνηθίζεις. Τα είκοσι χρόνια έγιναν σαράντα και η μητριά Αυστραλία έγινε μάνα μας. Δόξα τω θεώ» είχε πει κάποτε μια από τις νύφες της εποχής, η κ. Χαρίκλεια.
«Η ιστορία των γυναικών αυτών αποτελεί, ουσιαστικά, ένα μεγάλο κεφάλαιο της μεταναστευτικής ιστορίας των Ελλήνων στην Αυστραλία γι' αυτό είναι ιδιαίτερη τιμή και χαρά για μας να τις έχουμε κοντά μας, να τις ακούμε να διηγούνται τις ιστορίες τους όπως οι ίδιες τις έζησαν ενώ πολλές από αυτές μας έχουν δώσει πολύτιμο υλικό για την έκθεση φωτογραφίας που θα παρουσιάσουμε το ίδιο βράδυ» λέει στο «Νέο Κόσμο» η συντονίστρια της εκδήλωσης και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Πολιτιστικού Μήνα, κ. Σαμπίνα Κελακιού.