Απαντήσεις στον Ερντογάν και το νόημα της αποτρεπτικής στρατηγικής
Επί πολλά χρόνια το βασικότερο πρόβλημα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής υπήρξε η άνευ όρων και προϋποθέσεων υποχωρητικότητα και η άσκηση κατευναστικής στρατηγικής ιδιαιτέρως έναντι της Τουρκίας.
Του Ιωάννη Σαρακιώτη, δικηγόρου - βουλευτή Φθιώτιδας ΣΥΡΙΖΑ
Το αποτέλεσμα ήταν η διαρκής γιγάντωση των αξιώσεων της Άγκυρας εις βάρος της χώρας μας, εξέλιξη εξ ορισμού αποσταθεροποιητική και προβληματική για την ειρήνη στην περιοχή. Συνεπώς, ποιο είναι το αίτημα; Η εμπέδωση της πεποίθησης ότι παραμένουμε αμετακίνητοι στις θέσεις μας υπέρ της εδαφικής ακεραιότητας των κρατών, εφαρμόζοντας μια συντεταγμένη αποτρεπτική στρατηγική.
Ακριβώς αυτή τη στρατηγική συμπεριφορά έχει υιοθετήσει η Ελλάδα κατά τα τελευταία δύο έτη, πολιτική απόφαση η οποία πιστώνεται σαφώς στον Πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα και στον Υπουργό Εξωτερικών Νίκο Κοτζιά. Θα έλεγε κάποιος: «αφού πρόκειται για μια απλή απόφαση, γιατί δε λαμβανόταν παλαιότερα;» Η αποτελεσματική αποτρεπτική στρατηγική συνίσταται στα προπαρασκευαστικά μέτρα, τα οποία λαμβάνει ένα κράτος στο επίπεδο των διεθνών συμμαχιών αλλά και σε εκείνο της εσωτερικής κινητοποίησης των συντελεστών ισχύος του. Με απλά λόγια, η επιτυχής επαναφορά της Τουρκίας «στη θέση της» προϋποθέτει ότι η χώρα μας έχει καταστήσει πρότερα σαφές ότι τα λεγόμενά της έχουν βάση και δεν είναι κενά περιεχομένου.
Την παραπάνω προβληματική είδαμε να εκτυλίσσεται πλήρως κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του Τούρκου Προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Αθήνα. Τόσο ο Πρωθυπουργός όσο και νωρίτερα ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας απάντησαν με αποφασιστικότητα στον αναθεωρητισμό του κ. Ερντογάν. Υπενθυμίσθηκε η πέραν πάσης έννοιας διεθνούς δικαίου ανακήρυξη του casus belli στο Αιγαίο από πλευράς της Τουρκίας, η ανάγκη εύρεσης μιας δίκαιης και βιώσιμης λύσης όσον αφορά το Κυπριακό, ενώ υπογραμμίσθηκε το “pacta sunt servanda”, ότι δηλαδή οι συνθήκες και οι συμφωνίες πρέπει να τηρούνται.
Αναφορικά με το ζήτημα των τουρκικής υπηκοότητας στρατιωτικών, οι οποίοι κρατούνται στις ελληνικές φυλακές, ο Αλέξης Τσίπρας σημείωσε ότι «η Ελλάδα δεν μπορεί να υποστηρίζει πραξικοπηματίες. Αλλά η Ελλάδα είναι ευρωπαϊκή χώρα, κράτος δικαίου με βασική αρχή τη διάκριση των εξουσιών. Οι αποφάσεις της Δικαιοσύνης γίνονται απολύτως σεβαστές από όλους μας». Η εν λόγω απάντηση συμπύκνωσε τη συνολικότερη στάση της Ελληνικής Κυβέρνησης βάζοντας ένα τέλος στη λογική των «φιρμανιών». Η χώρα μας είναι ανεξάρτητο κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμμετέχει στο Συμβούλιο της Ευρώπης και ως εκ τούτου, έχει υιοθετήσει πλήρως την αρχή της διάκρισης των εξουσιών, όπως αυτή διατυπώθηκε από το Μοντεσκιέ περισσότερο από δύο αιώνες πριν.
Η «επόμενη μέρα» των δηλώσεων Τσίπρα και Ερντογάν αποδεικνύει το βαθμό επιτυχίας της ελληνικής στάσης. Το Αμερικανικό Υπουργείο Εξωτερικών απάντησε ότι «για τις ΗΠΑ είναι θέμα αρχής να υποστηρίζουν την κυριαρχία των χωρών της περιοχής συμπεριλαμβανομένων της Ελλάδος και της Τουρκίας», ενώ και Γερμανοί διπλωμάτες δήλωσαν ότι «δεν τίθεται ζήτημα αναθεώρησης της Συνθήκης της Λωζάνης, η οποία ισχύει εδώ και 100 χρόνια» προσθέτοντας ότι «δεν μπορούμε να κλείνουμε την πόρτα στην Τουρκία, αλλά ούτε και τα μάτια στις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων».
Το γεγονός ότι η Ελλάδα δεν έχει βρεθεί απομονωμένη, αλλά αντιθέτως έχει καταφέρει να υποστηρίζεται από ισχυρούς εταίρους, αποτελεί νίκη της διπλωματίας της και χαλύβδωση της αποτρεπτικής δυνατότητάς της. Η χώρα μας έχει γυρίσει σελίδα όσον αφορά την άσκηση της εξωτερικής πολιτικής της και οφείλουμε όλοι να το αναγνωρίσουμε αφήνοντας το συγκεκριμένο ευαίσθητο τομέα εκτός μικροπολιτικών αντιπαραθέσεων.