Ο ρόλος της Ελλάδας στη νέα γεωπολιτική σκακιέρα και το ταξίδι στις ΗΠΑ

Το κρίσιμο ταξίδι του Έλληνα πρωθυπουργού στις ΗΠΑ – Στη συνάντηση Μπάιντεν και Μητσοτάκη είναι βέβαιο ότι η ατζέντα θα κινηθεί γύρω από τα ενεργειακά ζητήματα αλλά και από τα ελληνοτουρκικά – Οι ΗΠΑ φαίνεται να στρέφουν ξανά το ενδιαφέρον τους στην Ανατολική Μεσόγειο, στην Ευρώπη και στην Ασία, θέλοντας να δημιουργήσουν ένα ανάχωμα απέναντι κυρίως στην Κίνα αλλά και σε άλλες χώρες όπως η Ρωσία και η Ινδία – Τι μπορεί να περιμένει η Ελλάδα;
Νέο πλέγμα στήριξης ετοιμάζει η κυβέρνηση για τα νοικοκυριά.
ΓτΠ ΠΑΠΑΜΗΤΣΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ
4'

Ένα από τα κρίσιμα ερωτήματα είναι «τι μπορεί να κερδίσει η ελληνική διπλωματία από τη συνάντηση με τον Αμερικανό Πρόεδρο;», αλλά και από τους πολιτικούς παράγοντες με τους οποίους θα έχει επαφές ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατά την διάρκεια του ταξιδιού του στις ΗΠΑ στις 15 Μάϊου (στις 16 Μαϊου έχει προγραμματιστεί η συνάντηση με τον πρόεδρο των ΗΠΑ).

Προφανώς, μόνο η συμπάθεια των ΗΠΑ για την Ελλάδα δεν αρκεί για να μπει ανάχωμα στον Τουρκικό αναθεωρητισμό που γίνεται ολοένα και πιο επιθετικός. Βεβαίως οι σχέσεις των ΗΠΑ με την Ελλάδα θα έλεγε κανείς ότι αυτή τη στιγμή είναι σαφέστατα στο καλύτερο σημείο, ενώ παράλληλα αξίζει να σημειωθεί ότι η επανεκλογή του Εμανουέλ Μακρόν στη Γαλλική Προεδρία ενισχύει ακόμα περισσότερο και τον άξονα της συμμαχίας Ελλάδας – Γαλλίας.

Συνεπώς ένα πρώτο συμπέρασμα είναι ότι η χώρα μας φαίνεται να βρίσκεται στη σωστή πλευρά της Ιστορίας την ώρα που οι γεωπολιτικές ισορροπίες και αλλαγές είναι συνταρακτικές σε όλη την υφήλιο. Ταυτόχρονα το ενδιαφέρον των Αμερικανών στην ευρύτερη περιοχή της Ευρασίας πρέπει να θεωρείται δεδομένο, παρά το γεγονός ότι η υπερδύναμη είχε εγκαταλείψει γεωπολιτικά την συγκεκριμένη περιοχή ήδη από την εποχή διακυβέρνησης Ομπάμα. Ο Μπάιντεν φαίνεται να «επιστρέφει» και δεν είναι καθόλου τυχαία η περιοδεία της Νο3 του State Department, της υφυπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Βικτόρια Νούλαντ, σε Ελλάδα – Κύπρο – Ισραήλ και Τουρκία προκειμένου να τσεκάρει τις προθέσεις των εμπλεκομένων για νέες έρευνες και νέους διαδρόμους του φυσικού αερίου μετά τον βίαιο «απογαλακτισμό» της Ευρώπης από το αέριο της Ρωσίας.

Καθόλου μα καθόλου τυχαία δεν πρέπει να θεωρείται και η τοποθέτηση του πρεσβευτή Τζέφρι Πάιατ στη θέση του υφυπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, αρμόδιου για θέματα Ενέργειας, η έγκριση της οποίας από το Κογκρέσο δεν αναμένεται να συναντήσει δυσκολίες, αποτυπώνει τη σημασία που αποδίδει η Ουάσιγκτον στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου για την ενεργειακή ασφάλεια του Δυτικού Κόσμου. Η τεράστια εμπειρία του Πάιατ σε ολόκληρο τον άξονα αστάθειας από την Ουκρανία μέχρι την Ανατολική Μεσόγειο, καθιστά την παρουσία του σημαντική. Ας μην ξεχνάμε ότι ο Τζέφρι Πάιατ πριν έρθει στην Ελλάδα ως πρέσβης, είχε υπηρετήσει στην Ουκρανία και μάλιστα σε εξίσου κρίσιμες και αιματηρές περιόδους όπως αυτή που βιώνουμε σήμερα.

Συνεπώς είναι κάτι παραπάνω από σίγουρο ότι αρκετές ελπίδες εναποτίθενται στο ταξίδι του Κυριάκου Μητσοτάκη στην Ουάσιγκτον, προκειμένου να εξασφαλίσει την παρουσία αμερικανικών κολοσσών όπως για παράδειγμα η ExxonMobil αλλά και η Chevron για την αξιοποίηση των ελληνικών κοιτασμάτων, μιας και όπως φαίνεται η Γαλλική Total φαίνεται να αποχωρεί από την περιοχή και να μην έχει διάθεση να επενδύσει σε φυσικό αέριο και πετρέλαιο, παρά το γεγονός ότι αρχικά είχε εκδηλώσει ενδιαφέρον για τη Νότια Κρήτη.

Από την άλλη πλευρά η ελληνική κυβέρνηση προφανώς θα θέσει στον πρόεδρο των ΗΠΑ τους προβληματισμούς της για την συνεχώς εντεινόμενη τουρκική προκλητικότητα. Απώτερος στόχος είναι βέβαια να μπορέσει η χώρα μας να αποσπάσει μετρήσιμα ανταλλάγματα επί των εθνικών μας συμφερόντων.

Οι φίλοι μας οι Αμερικανοί οφείλουν έμπρακτα να δείξουν την εκτίμηση τους έναντι των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων, βοηθώντας να θωρακιστεί η ελληνική άμυνα όπως πρέπει και οι ΗΠΑ να αποδείξουν ότι είναι σύμμαχοι χωρίς αστερίσκους και υποσημειώσεις.

Είναι απολύτως βέβαιο ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός στις ΗΠΑ θα κάνει και θα πει αυτά που πρέπει όχι μόνο στον Μπάιντεν, αλλά και στους υπόλοιπους. Θα πρέπει να εστιάσουμε το ενδιαφέρον μας στις απαντήσεις των Αμερικανών αξιωματούχων. Η Ελλάδα είναι ισχυρός παράγοντας σταθερότητας και αξιόπιστος συνομιλητής και αυτό πρέπει επιτέλους να γίνει αντιληπτό από τους συμμάχους μας.