13 Ιουλίου 2015: Η ημέρα που Τσίπρας - Καμμένος πρόδωσαν τον ελληνικό λαό!
Στη χώρα μας επικράτησε να λέγεται «Συμφωνία της 12ης Ιουλίου 2015», από την ημερομηνία, κατά την οποία ξεκίνησε η κρισιμότερη ευρωπαϊκή Σύνοδος Κορυφής για το ελληνικό ζήτημα, ωστόσο οι Έλληνες τη θυμούνται ως τη «Μαύρη Δευτέρα» της 13ης Ιουλίου, οπότε η χώρα οδηγήθηκε στον χειρότερο οικονομικό συμβιβασμό.
«ΜΑΥΡΗ» ΕΠΕΤΕΙΟΣ: ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ Ο ΤΑΠΕΙΝΩΤΙΚΟΣ ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ ΠΟΥ ΟΔΗΓΗΣΕ ΣΤΟ «ΜΝΗΜΟΝΙΟ 3» - Η 17ΩΡΗ - ΔΗΘΕΝ - ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗ ΤΟΥ ΤΣΙΠΡΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΕΥΡΩΠΑΙΟΥΣ ΕΤΑΙΡΟΥΣ ΣΤΗ ΣΥΝΟΔΟ ΚΟΡΥΦΗΣ
Και ήταν αυτός, ακριβώς, ο συμβιβασμός που έθεσε τις βάσεις για την υπογραφή του «Μνημονίου 3» και μάλιστα από μια κυβέρνηση που υποσχόταν ότι «θα έσκιζε τα Μνημόνια» και τελικά πέταξε «λευκή πετσέτα» στους δανειστές.
Ας γυρίσουμε, λοιπόν, το χρόνο πίσω σε εκείνη την αποφράδα ημέρα: Ήταν λίγο μετά τις 10:00 το πρωί της 13ης Ιουλίου 2015, όταν ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, καταπονημένος από τις ολονύκτιες διαπραγματεύσεις με τους Ευρωπαίους εταίρους του, έβγαινε, ύστερα από 17 ολόκληρες ώρες από την αίθουσα, όπου διεξαγόταν η Σύνοδος Κορυφής στις Βρυξέλλες, έχοντας πλέον στις αποσκευές του τη χειρότερη έως τότε συμφωνία με τους δανειστές.
Η συμφωνία ήταν ένα κείμενο δεσμεύσεων από πλευράς της Αθήνας και μια σειρά από δηλώσεις προθέσεων των Ευρωπαίων, οι οποίες κατέληγαν σε έναν μακρύ κατάλογο προαπαιτούμενων μέτρων. Αυτά τα προαπαιτούμενα η ελληνική κυβέρνηση είχε διορία να τα «περάσει» από τη Βουλή, με τη μορφή του κατεπείγοντος έως τον Δεκαπενταύγουστο του 2015.
Ο συμβιβασμός της 13ης Ιουλίου αποτέλεσε την απαρχή για την αποδόμηση του «αριστερού ονείρου» της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, με τον ίδιο τον Αλέξη Τσίπρα να μιλά για «την οικοδόμηση μιας νέας σχέσης της Ελλάδας με τους πιστωτές της».
Όμως, τα όσα δεσμεύθηκε να τηρήσει ο πρωθυπουργός απέναντι στους δανειστές ήταν σαφώς ολέθρια για την καθημερινότητα των Ελλήνων πολιτών.
Κατά τα λοιπά, η κυβέρνηση δεσμευόταν για την υλοποίηση ενός μακρύ καταλόγου από προαπαιτούμενα.
Ειδικότερα, έως τις 15 Ιουλίου 2015 προβλέπονταν:
• αυξήσεις ΦΠΑ και κατάργηση των εξαιρέσεων (για νησιά του Αιγαίου κλπ). Στον συντελεστή ΦΠΑ 23% (πού ένα χρόνο αργότερα πήγε στο 24%) μεταφέρθηκαν μαζικά σωρεία προϊόντων και υπηρεσιών που φορολογούνταν με 6,5% και 13%.
• άμεσα μέτρα για τη βιωσιμότητα του συνταξιοδοτικού συστήματος, ως μέρος ενός συνολικού προγράμματος μεταρρύθμισης των συντάξεων
• η διασφάλιση της πλήρους νομικής ανεξαρτησίας της ΕΛ.ΣΤΑΤ
• έναρξη λειτουργίας του Δημοσιονομικού Συμβουλίου και εισαγωγή ημιαυτόματων περικοπών δαπανών σε περίπτωση παρεκκλίσεων από τους στόχους πρωτογενούς πλεονάσματος
Όμως, ο συμβιβασμός αυτός περιλάμβανε και δεσμεύσεις που θα έπρεπε να τεθούν μέχρι και φέτος.
Έτσι, έως τις 22 Ιουλίου 2016 προβλέπεται:
• επιτάχυνση της εκδίκασης των υποθέσεων
• θέσπιση μέτρων για την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων (BRRD)
• δημοσιονομικά ισοδύναμα για να αντισταθμίσει πλήρως τον δημοσιονομικό αντίκτυπο της απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας που έκρινε άκυρες τις μειώσεις συντάξεων του 2012
• ρήτρα μηδενικού ελλείμματος στα Ταμεία
• φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις στην αγορά προϊόντων με υλοποίηση όλων των συστάσεων της εργαλειοθήκης του ΟΟΣΑ Ι
• υιοθέτηση και της εργαλειοθήκης ΟΟΣΑ ΙΙ, με προαπαιτούμενες δράσεις για την μεταποίηση, τις αγορές ενέργειας, (ιδιωτικοποίηση του Ανεξάρτητου Διαχειριστή Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας - ΑΔΜΗΕ) και τις αγορές εργασίας, δηλαδή «αυστηρή επανεξέταση» (όπως τονίστηκε στην ανακοίνωση της Συνόδου Κορυφής) «και εκσυγχρονισμό των συλλογικών διαπραγματεύσεων, των εργατικών κινητοποιήσεων και των ομαδικών απολύσεων ώστε οι πολιτικές για την αγορά εργασίας να ευθυγραμμιστούν με τις διεθνείς και ευρωπαϊκές βέλτιστες πρακτικές»
• αποφασιστική ανάληψη δράσης για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (σσ: που οδήγησε στην εκχώρηση όλων των δανείων, ακόμη και των εξυπηρετούμενων, στα funds)
• αλλαγές στην διοίκηση του ΤΧΣ και των ελληνικών τραπεζών
• νέο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων
• τα ελληνικά περιουσιακά στοιχεία μεγάλης αξίας θα μεταφερθούν σε ανεξάρτητο ταμείο, το οποίο θα τα ρευστοποιήσει με ιδιωτικοποιήσεις και άλλους τρόπους
• Η ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων θα αποφέρει κατά τη διάρκεια του νέου δανείου επιδιωκόμενο συνολικό ποσό 50 δισεκατομμύρια ευρώ, εκ των οποίων τα 25 δισ. ευρώ θα χρησιμοποιηθούν για την επιστροφή της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών και άλλων περιουσιακών στοιχείων και το 50% κάθε εναπομένοντος ευρώ (τουτέστιν, 50% των 25 δισ. ευρώ) θα χρησιμοποιηθεί για τη μείωση της αναλογίας χρέους/ΑΕΠ, το δε υπόλοιπο 50% θα χρησιμοποιηθεί για επενδύσεις. Το ταμείο αυτό θα συσταθεί στην Ελλάδα υπό τη διαχείριση των ελληνικών αρχών και την εποπτεία των οικείων ευρωπαϊκών θεσμών.
• «κατάλληλος καθορισμός τιμών» για την εκποίηση των περιουσιακών στοιχείων, σύμφωνα με τις αρχές και τα πρότυπα του ΟΟΣΑ για τη διαχείριση κρατικών επιχειρήσεων
• πρόγραμμα, υπό την αιγίδα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, για την αποπολιτικοποίηση της ελληνικής διοίκησης.
• Η ελληνική κυβέρνηση δεσμεύεται να μειώσει περαιτέρω το κόστος της ελληνικής διοίκησης, βάσει χρονοδιαγράμματος σε συμφωνία με τους θεσμούς
• Η κυβέρνηση οφείλει να διαβουλεύεται και να συμφωνεί με τους θεσμούς όσον αφορά όλα τα νομοσχέδια
• εξαιρουμένου του νόμου για την ανθρωπιστική κρίση, η ελληνική κυβέρνηση θα πάρει πίσω, «τις θεσπισθείσες νομοθετικές πράξεις που δεν συνάδουν με τη συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου» (δηλαδή ευνοϊκές ρυθμίσεις χρεών κλπ).
Όπως τονιζόταν στην ανακοίνωση που εκδόθηκε σαν σήμερα «όλες οι αναφερόμενες ανωτέρω δεσμεύσεις αποτελούν ελάχιστες απαιτήσεις για την έναρξη των διαπραγματεύσεων με τις ελληνικές αρχές. Εντούτοις, η σύνοδος κορυφής για το Ευρώ κατέστησε σαφές ότι η έναρξη διαπραγματεύσεων δεν προδικάζει οποιαδήποτε ενδεχόμενη τελική συμφωνία επί νέου προγράμματος του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας».
Για πρώτη φορά τίθεται επί τάπητος το ζήτημα του ελληνικού χρέους
Το μοναδικό, ίσως, θετικό σημείο από τον επονείδιστο συμβιβασμό της 13ης Ιουλίου ήταν ότι για πρώτη φορά αναγνωριζόταν επισήμως από πλευράς ΕΕ το πρόβλημα της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους.
Στη σχετική ανακοίνωση αναφερόταν σχετικά: «Υπάρχουν σοβαρές ανησυχίες σχετικά με τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Αυτό οφείλεται στη χαλάρωση των πολιτικών που ακολουθήθηκαν κατά τη διάρκεια των τελευταίων δώδεκα μηνών, η οποία είχε ως αποτέλεσμα την πρόσφατη επιδείνωση του εσωτερικού μακροοικονομικού και χρηματοοικονομικού περιβάλλοντος.
Με αυτά τα δεδομένα και στο πλαίσιο του πιθανού μελλοντικού προγράμματος του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, καθώς και σύμφωνα με το πνεύμα της δήλωσης της Ευρωομάδας του Νοεμβρίου του 2012, η Ευρωομάδα παραμένει έτοιμη να εξετάσει, εάν χρειαστεί, πιθανά πρόσθετα μέτρα (πιθανή παράταση των περιόδων χάριτος και αποπληρωμής), για να εξασφαλιστεί ότι οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες παραμένουν σε βιώσιμο επίπεδο. Τα μέτρα αυτά θα εξαρτώνται από την πλήρη υλοποίηση των μέτρων τα οποία πρόκειται να συμφωνηθούν σε πιθανό νέο πρόγραμμα και θα εξεταστούν μετά την πρώτη θετική ολοκλήρωση επανεξέτασης».
Σε κάθε περίπτωση, ο ιστορικός του μέλλοντος θα καταγράψει τη συγκεκριμένη ημερομηνία ως μία από τις μελανότερες σελίδες στη σύγχρονη πολιτική και οικονομική ιστορία της Ελλάδας.
Και, δυστυχώς, οι πραγματικές συνέπειες του συμβιβασμού αυτού δεν έχουν ακόμη αποκαλυφθεί στην πλήρη έκτασή τους...