Νέα μέτρα ζητά ο Τόμσεν από την Ελλάδα
Η ελληνική οικονομία σημείωσε «σημαντική πρόοδο» και επιστρέφει στην ανάπτυξη, αναφέρει η έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), που είχε υιοθετηθεί στις 30 Μαΐου από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου, το οποίο ενέκρινε την εκταμίευση 3,41 δισ. ευρώ προς την Ελλάδα.
Στην έκθεση του ΔΝΤ, στο πλαίσιο της 5ης αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος, καταγράφονται «μια σειρά από προκλήσεις που πρέπει να ξεπεραστούν» και «η αναγκαιότητα εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων».
Ο επικεφαλής της αποστολής του Ταμείου στην Ελλάδα, Πολ Τόμσεν, μιλώντας σε συνέντευξη Τύπου στην Ουάσιγκτον, μέσω τηλεδιάσκεψης, με αφορμή τη δημοσιοποίηση της έκθεσης, υπογράμμισε τα «σημαντικά βήματα» που έχουν γίνει, παραπέμποντας στην επόμενη αξιολόγηση αρκετά θέματα, όπως την ελάφρυνση του χρέους, το «χρηματοδοτικό κενό» 2015-2016, την «πιθανότητα νέου δανείου», τις κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών και άλλα.
Την ίδια στιγμή, ο κ. Τόμσεν εμφανίστηκε «ανοικτός» για τη «σταδιακή μείωση» των φόρων όταν δεν απειλούνται οι δημοσιονομικοί στόχοι. Συγκεκριμένα είπε: «Και βεβαίως συμφωνώ ότι οι βασικοί φορολογικοί συντελεστές στην Ελλάδα είναι υπερβολικά υψηλοί και θεωρώ σωστό τον μακροπρόθεσμο στόχο για τη μείωση τους. Επομένως, είναι κάτι που θα το υποστήριζα σθεναρά, αλλά βέβαια πρέπει να επιτευχθεί χωρίς να τεθεί σε κίνδυνο η επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων».
Ο επικεφαλής της αποστολής του ΔΝΤ στην Ελλάδα δεν θέλησε να σχολιάσει τον κυβερνητικό ανασχηματισμό και πολιτικές αναφορές, τονίζοντας ότι γνωρίζει από το παρελθόν τον νέο υπουργό Οικονομικών, Γκίκα Χαρδούβελη. «Ανυπομονώ να συνεργαστώ μαζί του» τόνισε, ενώ για τον Γιάννη Στουρνάρα ανέφερε ότι είχε μια πολύ καλή συνεργασία και δεν θέλησε να αναφέρει κάτι για το ενδεχόμενο διορισμό του ως επικεφαλής της Τράπεζα της Ελλάδας. Σε ό,τι αφορά τον Χάρη Θεοχάρη, επανέλαβε ότι δεν θέλει να κάνει σχόλιο για κάποια συγκεκριμένα πρόσωπα, σημειώνοντας την ανάγκη για συνέχιση της προσπάθειας προόδου στη λειτουργία του φοροεισπρακτικού συστήματος.
Για το τραπεζικό σύστημα της Ελλάδας υποστήριξε ότι «είναι ασφαλές», επισημαίνοντας παράλληλα ότι «υπάρχει μια διαφοροποίηση» στις εκτιμήσεις του ΔΝΤ για τις κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών.
Για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους επανέλαβε ότι θα εξεταστεί μέσα στο φθινόπωρο, προσθέτοντας ότι χρειάζονται «περαιτέρω ενέργειες» από την Ελλάδα και τους Ευρωπαίους, ενώ δεν απέκλεισε περαιτέρω επιμήκυνση και μείωση επιτοκίων.
Απαντώντας σε ερώτηση για την πιθανότητα «νέου δανείου» με σκοπό την κάλυψη του «χρηματοδοτικού κενού» των επόμενων χρόνων, ο κ. Τόμσεν διατύπωσε την άποψη ότι η χώρα μας έχει τις δυνατότητες να αποφύγει κάτι τέτοιο εάν παραμείνει στις αγορές και προχωρήσει η ανάπτυξη, ενώ δεν απέκλεισε και το ενδεχόμενο αξιοποίησης μέρους του χρηματικού ποσού από την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών μετά τα «stress test».
Όσον αφορά το «δημοσιονομικό κενό» της περιόδου 2015-2016, υποστήριξε ότι το ΔΝΤ θέλει να καλυφθεί «μέσω διαρθρωτικών παρεμβάσεων» στη φορολογική διοίκηση και στη δημόσια διοίκηση, και ότι στόχος είναι η αποφυγή οριζόντων μέτρων που θα οδηγούσαν σε περικοπές σε μισθούς και συντάξεις. Πρόσθεσε δε ότι το Ταμείο θεωρεί πως κάποια φορολογικά μέτρα «πρέπει να επεκταθούν» και ότι σχετική απόφαση θα ληφθεί το φθινόπωρο με τον νέο προϋπολογισμό. Το φθινόπωρο, όπως είπε, θα επιστρέψει και η αποστολή του ΔΝΤ στην Αθήνα.
Στην έκθεση του ΔΝΤ, σε γενικές γραμμές, καταγράφονται ενδεικτικά ως «καλοί οιωνοί» της προόδου που επιτεύχθηκε:
- Το πλεόνασμα στο εξωτερικό ισοζύγιο της χώρας και το πρωτογενές πλεόνασμα.
- Η βελτίωση της ψυχολογίας των επενδυτών.
- Και η ετοιμότητα της οικονομίας για ανάκαμψη το 2014, μετά από έξι χρόνια βαθιάς ύφεσης.
Σε ό,τι αφορά τις «προκλήσεις που πρέπει να ξεπεραστούν» και τις «αλλαγές» που πρέπει να επιτευχθούν, ώστε η Ελλάδα να συνεχίσει την επιστροφή της σε «μια πορεία βιώσιμης και ισορροπημένης ανάπτυξης», αναφέρονται:
- Η ανάγκη για λήψη πρόσθετων μέτρων ύψους 5,7 δισ. ευρώ, προκειμένου να κλείσει το «δημοσιονομικό κενό» της διετίας 2015-2016.
- Η λήψη μέτρων για το χρέος, το οποίο θα φτάσει στο 127,7% του ΑΕΠ το 2020 και στο 117,2% του ΑΕΠ το 2022, σημειώνοντας τη «δέσμευση» των Ευρωπαίων εταίρων.
- Η πορεία προσαρμογής για τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος που θα πρέπει να στοχεύει την επίτευξη γενικών πρωτογενών πλεονασμάτων τουλάχιστον 2,75 δισ. ευρώ (1,5% του ΑΕΠ) το 2014, 5,65 δισ. ευρώ (3% του ΑΕΠ) το 2015 και 8,9 δισ. ευρώ (4,5% του ΑΕΠ) το 2016.
- Η διασφάλιση πρωτογενούς πλεονάσματος, με έλεγχο των δαπανών για μισθούς, συντάξεις και επιδόματα στο Δημόσιο.
- Η άρση περιορισμών, στο πλαίσιο της επόμενης αναθεώρησης, για ομαδικές απολύσεις, με βάση τους στόχους που έχουν τεθεί. Μια τέτοια εξέλιξη «θα βελτιώσει σημαντικά» το επενδυτικό κλίμα, σύμφωνα με τους συντάκτες της έκθεσης.
- Η δραστική παρέμβαση στον φοροεισπρακτικό μηχανισμό.
- Η επανεξέταση του θέματος για «περαιτέρω μεταρρύθμιση» των συντάξεων για τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος. Οι δαπάνες συνταξιοδότησης παραμένουν σε πολύ υψηλά επίπεδα (17% του ΑΕΠ), όπως σημειώνεται.
- Οι αλλαγές στον κατώτατο μισθό και στο καθεστώς των «μισθολογικών ωριμάνσεων» για τους μακροχρόνια ανέργους, ώστε να έχουν οι επιχειρήσεις κίνητρο για προσλήψεις ανέργων.
- Η κάλυψη των κεφαλαιακών αναγκών από τις τράπεζες, μέχρι το τέλος Ιουνίου 2014, στο πλαίσιο του «βασικού σεναρίου».
- Η ετοιμότητα της κυβέρνησης να προχωρήσει στις αναγκαίες ενέργειες για τη «διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, διατηρώντας το μοντέλο των τεσσάρων τραπεζικών πυλώνων».
Στην έκθεση του ΔΝΤ καταγράφονται, επίσης, διαπιστώσεις-εισηγήσεις για την παρούσα και τη μελλοντική κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, όπως:
- Η ελληνική οικονομία θα αναπτυχθεί το 2014 με ρυθμό 0,6% του ΑΕΠ, μετά από έξι χρόνια βαθιάς ύφεσης και με ρυθμό 2,9% του ΑΕΠ το 2015.
- Ο τραπεζικός τομέας πιθανόν να χρειαστεί επιπρόσθετα κεφάλαια. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια αποτελούν σήμερα μια σοβαρή απειλή για την ικανότητα των ελληνικών τραπεζών να στηρίξουν την ανάκαμψη. Οι ανάγκες κεφαλαίου υπολογίζονται, σύμφωνα με τους συντάκτες της έκθεσης, στα 6,4 δισ. ευρώ και στα 9,4 δισ. ευρώ, με βάση το «χειρότερο σενάριο» και ότι «δεν υπάρχει άμεσος κίνδυνος για τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος».
- Το κεφαλαιακό απόθεμα του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας θα παραμείνει άθικτο μέχρι την ολοκλήρωση των πανευρωπαϊκών «stress tests», με βασική επιδίωξη, αν κριθεί αναγκαίο, την κάλυψη επιπρόσθετων κεφαλαιακών αναγκών.
- Η ανεργία αυξήθηκε από 18% το 2011 σε 27% το 2013.
- Οι «σημερινές προβλέψεις» φανερώνουν «δημοσιονομικό έλλειμμα» για το 2015 το οποίο οι Αρχές σκοπεύουν να καλύψουν αρχικά με την επέκταση μέτρων που εκπνέουν, συμπεριλαμβανομένης της «εισφοράς αλληλεγγύης».
- Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις «προχωρούν, αν και με «άνισο τρόπο».
- Η πτώση των τιμών κατοικιών αυξήθηκε από 22% το 2011 στο 49% το 2013.
- Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια αυξήθηκαν από 22% το 2011 στο 35% το 2013.
- Οι εξαγωγές δεν αποτελούν ακόμη ισχυρή κινητήρια δύναμη της ανάπτυξης, σε αντίθεση με άλλες χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας. Αυτό αποδεικνύει ότι οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις απέχουν πολύ μακριά από την ανάγκη επίτευξης μιας πιο σταθερής βελτίωσης του αισθήματος των επενδυτών.
- Για τις αποκρατικοποιήσεις, ο στόχος εσόδων για το 2014 έχει μειωθεί από τα 2,7 δισ. ευρώ στα 1,5 δισ. ευρώ και ότι το μεγαλύτερο μέρος αυτής της μείωσης αναμένεται να ανακτηθεί το διάστημα 2015-2016.
- Για τα έσοδα από τις ιδιωτικοποιήσεις μέχρι το 2022, προσδιορίζονται στα 22,4 δισ. ευρώ.
- Τα «σημερινά δεδομένα» δεν αφήνουν περιθώρια για «αξιοσημείωτη αύξηση» σε μισθούς και συντάξεις από τα σημερινά επίπεδα για την περίοδο μέχρι τις εθνικές εκλογές του 2016.
- Σημάδια βελτίωσης «υπάρχουν επιτέλους» για τη φορολογική διοίκηση και η πρόκληση εξακολουθεί να αποτελεί «ένα κρίσιμο κίνδυνο» για το πρόγραμμα.
Διαβάστε επίσης:
Έκθεση ΔΝΤ: Τσουνάμι νέων μέτρων και ανατροπές στα εργασιακά!