H επόμενη ημέρα των ευρωρωσικών σχέσεων
Οι δύσκολες αποφάσεις που καλούνται να λάβουν οι Ευρωπαίοι απέναντι στη Ρωσία
H φράση του Νίκου Δένδια ότι δεν είναι «καθόλου ευχαριστημένος από τη διατάραξη των ελληνορωσικών σχέσεων» εντάσσεται σε έναν ευρύτερο προβληματισμό που αναπτύσσεται σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες που ενώ καταδικάζουν την εισβολή καλούνται να πάρουν δυσάρεστες αποφάσεις ενώ έχουν οικονομικές συναλλαγές με τη Ρωσία και τρέφουν συμπάθεια προς το ρώσικο λαό.
Δύσκολες αποφάσεις καλείται να λάβει η Γερμανία όσο ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται και ο καγκελάριος Σολτς έχει λάβει αποφάσεις που ουσιαστικά τινάζουν στον αέρα τις άριστες ρωσογερμανικές σχέσεις οι οποίες είχαν ως επίκεντρο την
ενεργειακή εξάρτηση της Γερμανίας από τη Ρωσία.
Οι εμπορικές σχέσεις είχαν αναπτυχθεί στο παρελθόν σε σημαντικό βαθμό, με πολλές γερμανικές επιχειρήσεις να δραστηριοποιούνται στη Ρωσία. Με βάση τα στοιχεία του έτους 2020 η Ρωσία είναι η 15η μεγαλύτερη αγορά για τις γερμανικές επιχειρήσεις. Η συνολική αξία των εξαγωγών προς τη Ρωσία δεν ξεπερνούσε πάντως τα 23 δισεκατομμύρια ευρώ, δηλαδή περίπου 2% του συνόλου.
Περιζήτητα παραμένουν τα γερμανικά αυτοκίνητα και εξαρτήματα αυτοκινήτων, τα προϊόντα μηχανικού και ηλεκτρολογικού εξοπλισμού, καθώς και τα χημικά προϊόντα.
Σήμερα τίποτα δεν έχει μείνει από την κληρονομιά της Ανγκελα Μερκελ και κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τι επιπτώσεις θα έχει στην οικονομία της Γερμανίας αυτές οι αποφάσεις και κυρίως ποιά πίεση θα ασκήσουν στις Βρυξέλλες μεσοπρόθεσμα τυχόν ενστάσεις από Γερμανούς πολίτες.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση παρακολουθεί τη στάση της Γερμανίας όπως επίσης παρατηρεί ότι και άλλες χώρες της Γηραιάς Ηπείρου διατηρουν αμφίθυμη στάση για τις εξελίξεις.
Η Ουγγαρία και η Σερβία για παράδειγμα είναι άλλες δύο χώρες που διατηρούν φιλικές σχέσεις με τη Ρωσία και δεν ακολούθησαν την κοινή ευρωπαική γραμμή των κυρώσεων στη Ρωσία για την εισβολή στην Ουκρανία.
Το μέγεθος της νίκης των δύο συμμάχων του Βλαντιμίρ Πούτιν του Βίκτορ Ορμπαν στην Ουγγαρία και του Αλεξάντερ Βούτσιτς στη Σερβίας είναι ένδειξη και πυξίδα για τις μελλοντικές εξελίξεις. Ο Όρμπαν κέρδισε μια τέταρτη θητεία στην πρωθυπουργία την
περασμένη Κυριακή με άνετη πλειοψηφία παρά το γεγονός ότι είχε απέναντι για πρώτη φορά συνασπισμένη την αντιπολίτευση.
Ο ίδιος έκανε λόγο για μια τόσο μεγάλη νίκη ώστε να είναι ορατή από το φεγγάρι και από τις Βρυξέλλες. Η στάση του Όρμπαν αποδείχτηκε μάλλον ευφυής αφού καταδίκασε μεν την εισβολή αλλά ταυτόχρονα δεν δέχτηκε οι αποστολές όπλων να διασχίσουν την Ουγγαρία.
Άνετα κέρδισε και ο Αλεξάντερ Βούτσις στη Σερβία με ένα ποσοστό του 55% υποσχόμενος ειρήνη και σταθερότητα. Ο Σέρβος πρόεδρος δέχτηκε πιέσεις να διαλέξει ανάμεσα στην ευρωπαΪκή προοπτική της χώρας του και τη Ρωσία. Η απάντηση που δίνει είναι ότι θέλει να ενταχθεί στην ΕΕ αλλά δεν θέλει να διακόψει τους δεσμούς ούτε με τη Μόσχα ούτε με το Πεκίνο, στάση που ασφαλώς δεν ικανοποιεί
πλήρως τις Βρυξέλλες.
Αλλά και η απόφαση της κυβέρνησης της Σλοβακίας να παραδώσει το σύστημα αντιαεροπορικής άμυνας S-300 της χώρας στην Ουκρανία προκειμένου το Κίεβο να μπορέσει να αντιμετωπίσει την εισβολή της Ρωσίας προκάλεσε πολιτική σύγκρουση στην Μπρατισλάβα.
Παρά το γεγονος ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ επαίνεσε την απόφαση και ανήγγειλε ότι θα στείλει σύστημα αντιπυραυλικής άμυνας Patriot προς αντικατάσταση των S-300, ηγέτες της αντιπολίτευσης εναντιώθηκαν στην απόφαση χθες, τονίζοντας ότι εκθέτει τη
Σλοβακία σε κινδύνους.
Η Ευρώπη έχει λοιπόν να αντιμετωπίσει ένα ακανθώδες ζήτημα: πώς θα αντιμετωπίσει τους εκατομμύρια Ευρωπαίους πολίτες που με την ψήφο τους δείχνουν ότι αποκλίνουν από μεγάλες γεωπολιτικές αποφάσεις και δεν επικροτούν τη στάση αυτή κατά
της Ρωσίας.