H Αγιά Σοφιά στην προεκλογική ατζέντα του Ερντογάν
Ο πρόεδρος της Τουρκίας Ταγίπ Ερντογάν από τη μια επενδύει στην στρατιωτική υπεροχή , όπως υποστηρίζει, για να κερδίσει ψήφους και από την άλλη στο θρησκευτικό συναίσθημα.
Έτσι λοιπόν οι αναφορές του στην Αγιά Σοφιά σε εκδήλωση για το δείπνο ιφτάρ και το τέλος της νηστείας στην πόλη Ντενίζλι δεν ήταν τυχαίες αφού την εντάσσει στην προεκλογική του ατζέντα λίγες μέρες πριν από τις κρίσιμες εκλογές στη χώρα του.
Η θέση της Τουρκίας είναι ότι η αλλαγή του καθεστώτος της Αγίας Σοφίας αποτελεί ζήτημα εθνικής κυριαρχίας και δεν αφορά τη διεθνή κοινότητα.
Η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε μουσείο το 1934 από τον Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, ήταν μια πράξη που αποσκοπούσε στην εξουδετέρωση της επιρροής των Ελλήνων εθνικιστών, οι οποίοι συνέδεαν το καθεστώς του μνημείου με την ανάκτηση της Κωνσταντινούπολης, καθώς επίσης και των Τούρκων εθνικιστών.
«Ακόμη και η αποκατάσταση της Αγίας Σοφίας στην αρχική της μορφή, σύμφωνα με την κληρονομιά του Μωάμεθ του Πορθητή, είναι αρκετή για να συμβολίσει τη διαδικασία επαναπροσέγγισης της χώρας μας με τις αξίες του πολιτισμού», τόνισε ο Ερντογάν.
«Τις ευχάριστες αυτές εξελίξεις θέλουμε να τις μετατρέψουμε στον θεμέλιο λίθο μίας νέας ανάπτυξης, που θα οδηγήσει τη χώρα και το έθνος μας στην κορυφή» σημείωσε και πρόσθεσε:
«Αναμφίβολα, θα επιτύχουμε την άνοδο της χώρας μας με τη δύναμη που παίρνουμε από το Ιερό Κοράνιο. Στο διάβα της Ιστορίας, το έχουμε επιτύχει αυτό σε διάφορες γεωγραφίες κι εδώ και χίλια χρόνια στην Ανατολία και, Θεού θέλοντος, θα το ξαναεπιτύχουμε».
Για τους Τούρκους ισλαμιστές η μετατροπή σε τζαμί αποτέλεσε την υλοποίηση ενός ονείρου και σηματοδότησε την αποκατάσταση ενός συμβόλου της οθωμανικής αίγλης. Για πολλούς άλλους σε όλο τον κόσμο η αλλαγή είναι μια απογοητευτική οπισθοδρόμηση για ένα από τα σημαντικότερα αρχιτεκτονικά και πολιτισμικά αξιοθέατα του κόσμου.
Το 2019 ήταν το μουσείο με τους περισσότερους επισκέπτες στην Τουρκία: 3,7 εκατ. Ανακηρύχθηκε Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO, ιδιαίτερης σημασίας για ολόκληρη την ανθρωπότητα, που αξίζει να συντηρηθεί.
Τη μέρα που εξέδωσε το προεδρικό διάταγμα για την μετατροπή σε τζαμί το 2020, είπε ότι ήταν αδύνατον να κοιμηθεί το βράδυ. Μόλις ένα χρόνο νωρίτερα είχε επιχειρηματολογήσει κατά της μετατροπής σε τζαμί. Αυτό που είναι ξεκάθαρο είναι πως παρά τις υπερεξουσίες που εξασφάλισε ο Ερντογάν σε αυτά τα 19 χρόνια παραμονής στην εξουσία, στους θώκους του πρωθυπουργού και του προέδρου, η σημερινή πολιτική του ισχύς είναι εύθραυστη και έχει ανάγκη να εδραιώσει την εθνικιστική του βάση.
Στο διάγγελμά του προς το έθνος το καλοκαίρι του 2020, όταν ανακοίνωσε τη μετατροπή, ο Ερντογάν δεν μνημόνευσε τον Ατατούρκ. Δεν υπήρχε ανάγκη, αφού της ομιλίας του προηγήθηκε απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, του ανώτατου διοικητικού δικαστηρίου της χώρας, που ακύρωνε το διάταγμα του Ατατούρκ. Και στην ομιλία του ο Ερντογάν επικαλέστηκε επανειλημμένως τη διαθήκη του Μωάμεθ του Πορθητή, που ζητούσε φρικτές κατάρες για όποιον άλλαζε το καθεστώς της Αγίας Σοφίας.
Σε παλαιότερη ομιλία του ο Ερντογάν ίχε πει ότι το τζαμί της Αγιάς – Σοφιάς είναι ανοιχτό στη διαδικασία λατρείας, όπως ήταν στην Κωνσταντινούπολη το 1453. «Γίναμε μάρτυρες για άλλη μια φορά ότι υπάρχουν άνθρωποι που δυσκολεύονται να χωνέψουν ότι η Κωνσταντινούπολη είναι τουρκικό έδαφος».
Το αν θα καταφέρει να συγκινήσει του ψηφοφόρους του, αυτό μόνο η κάλπη θα το δείξει στις 14 Μαΐου.