Ελληνοτουρκικά: Η υποκριτική στάση της Τουρκίας για την Ε.Ε - Ζητά διάλογο εκτός ευρωπαϊκού πλαισίου
Η Τουρκία στην πορεία της προς την ένταξη, όπου σε κάθε στροφή του δρόμου της αξιολογείται, προκειμένου να μπορέσει να προχωρήσει στην επόμενη ευθεία, δεν μπορεί να κρύβει το κεφάλι στην άμμο και να μην βλεπει το αυτονόητο...
Είναι τουλάχιστον οξύμωρο η Τουρκία να ζητά απευθείας διάλογο με την Ελλάδα εκτός πλαισίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Διότι η Τουρκία είναι υποψήφιο μέλος και γνωρίζει πολύ καλά ότι η έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της, έφερε την Ελλάδα, αλλά και την Κύπρο, στην προνομιούχο θέση του κριτή και αξιολογητή της εσωτερικής και εξωτερικής συμπεριφοράς της Άγκυρας.
Υπάρχει πλέον ένα συνολικό και συγκεκριμένο διαπραγματευτικό πλαίσιο προϋποθέσεων και προαπαιτουμένων που καλείται η Τουρκία να εκπληρώσει, για να προχωρήσει στον δρόμο της προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η γείτονα, λοιπόν, έχει την ευθύνη να αποδείξει ότι μπορεί να προσαρμοστεί στα κριτήρια και προαπαιτούμενα που της έχουν τεθεί. Σε αυτή την πορεία της προς την ένταξη που σε κάθε στροφή του δρόμου της αξιολογείται, προκειμένου να μπορέσει να προχωρήσει στην επόμενη ευθεία, δεν μπορεί να κρύβει το κεφάλι στην άμμο και να μην βλεπει το αυτονόητο. Πώς λοιπόν επανέρχεται στο θέμα ο διπλωματικός σύμβουλος του προέδρου Ερντογάν, Ακίφ Τσαγατάι Κιλίτς και ζητά να γίνει η συζήτηση στα ελληνοτουρκικά σε διμερές επίπεδο, χωρίς την εμπλοκή της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
«Αν η Αθήνα προσεγγίζει τα πάντα στο πλαίσιο της αλληλεγγύης εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν θα μπορέσουμε να βρούμε λύση» είπε χαρακτηριστικά, σε συνέντευξή του, υποστηρίζοντας πώς «αν τα εξετάσουμε σε διμερές πλαίσιο, τότε ίσως να είναι δυνατόν να σημειωθεί πρόοδος σε ορισμένα σημεία. Εμείς αυτό προσπαθούμε να προωθήσουμε». Ο διπλωματικός σύμβουλος το προέδρου Ερντογάν, εκτός από το Διεθνές Δίκαιο, επικαλέστηκε και δικαιώματα που απορρέουν «από το μέγεθος της Τουρκίας». Δήλωσε χαρακτηριστικά: «Δεν θα εγκαταλείψουμε ποτέ τα δικαιώματά μας που απορρέουν από το διεθνές δίκαιο ή τα δικαιώματά μας σε σχέση με το μέγεθος της Τουρκίας, τα δικαιώματα και τα συμφέροντά μας στην Ανατολική Μεσόγειο, την κατάσταση που επικρατεί στο νησί της Κύπρου. Με λίγα λόγια, δεν είμαστε σε θέση να υποχωρήσουμε από τα δικαιώματα των πολιτών που ζουν στην Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου, ούτε αυτοί οι Τουρκοκύπριοι, ούτε εμείς. Ούτως ή άλλως είμαστε εγγυήτρια χώρα».
Παράλληλα επισήμανε πως «το γεγονός ότι συζητάμε, διαβουλευόμαστε και ανταλλάσσουμε ιδέες μεταξύ μας δεν σημαίνει ότι συμφωνούμε σε κάθε σημείο, ωστόσο η Ελλάδα είναι γείτονάς μας. Έχουμε σοβαρές διαφορές απόψεων στο Αιγαίο, στα νησιά, στην Ανατολική Μεσόγειο, αναφορικά με την κατάσταση που επικρατεί στο νησί της Κύπρου. Ωστόσο, υπάρχει μια ιστορία που μοιραζόμαστε, ζούμε μαζί στην ίδια γεωγραφία, ζούμε μαζί στην ίδια περιοχή».
Παρατήρησε επίσης ότι τόσο οι εκλογές στην Ελλάδα, όσο και οι προεδρικές εκλογές στην Τουρκία έχουν τελειώσει. «Υπάρχουν κυβερνήσεις που εξελέγησαν για 5 χρόνια. Η βούλησή τους είναι σαφής. Υπό αυτή την έννοια, είμαστε σε θέση να σημειώσουμε πρόοδο». «Κάποιοι στην Ελλάδα παρουσιάζουν την Τουρκία ως εχθρό για εσωτερικούς πολιτικούς λόγους. Υπάρχουν φυσικά κάποια θέματα στα οποία έχουμε διαφωνίες, στα οποία δεν συμφωνούμε, ως προς τα οποία δεν θα παραιτηθούμε από τα διεθνή μας δικαιώματα. Αλλά πέρα από αυτά, θα καθίσουμε και θα μιλήσουμε» κατέληξε.
Η ουσία είναι ότι αρέσει, δεν αρέσει η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι εκ των πραγμάτων μέρος του ελληνοτουρκικού διαλόγου. Ακόμη και αν τα συμπεράσματα των Συνόδων Κορυφής στο παρελθόν δεν ικανοποιούαν πλήρως την Ελλάδα ήταν προς τη σωστή κατεύθυνση.
Και το σεβόμαστε.
Διότι ετσι λειτουργούν οι χώρες που είναι δημοκρατικές.