Μεγάλη αστυνομική επιχείρηση από 8 χώρες της ΕΕ - 150 Έλληνες ύποπτοι για ξέπλυμα «μαύρου» χρήματος
Με επιτυχία ολοκληρώθηκε η πρώτη ευρείας κλίμακας αστυνομική επιχείρηση στην Ευρώπη για την καταπολέμηση της μεταφοράς παράνομου χρήματος, στην οποία συμμετείχαν υπηρεσίες και εμπειρογνώμονες της Ελληνικής Αστυνομίας, αναλαμβάνοντας επιμέρους αστυνομικές δράσεις για την καταστολή του φαινομένου.
Πιο συγκεκριμένα, η επιχείρηση πραγματοποιήθηκε κατά το χρονικό διάστημα από 22 έως 26/2/2016 με την υποστήριξη της Europol, της Eurojust και της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Ομοσπονδίας (European Banking Federation – EBF). Συμμετείχαν αστυνομικές υπηρεσίες του Βελγίου, της Δανίας, του Ηνωμένου Βασιλείου, της Ισπανίας, της Ολλανδίας, της Πορτογαλίας και της Ρουμανίας ενώ υποστηρίχθηκε και από άλλες χώρες, όπως η Μολδαβία.
Κατά τη διάρκεια της αστυνομικής επιχείρησης, το Ευρωπαϊκό Κέντρο για την Αντιμετώπιση των Εγκλημάτων στον Κυβερνοχώρο (EC3) της Europol, με την κοινή ειδική ομάδα δράσης κυβερνοεγκλήματος J-CAT (Joint Cybercrime Action Taskforce), σε συνεργασία με τη Eurojust και την Ευρωπαϊκή Τραπεζική Ομοσπονδία (EBF), παρείχαν επιχειρησιακή και αναλυτική υποστήριξη στις συμμετέχουσες χώρες.
Συνολικά, εντοπίστηκαν περίπου επτακόσιοι μεταφορείς παράνομου χρήματος (money mules), συνελήφθησαν ογδόντα ένα άτομα και εξετάστηκαν εκατόν ενενήντα οκτώ ύποπτοι. Επίσης, την επιχείρηση υποστήριξαν εβδομήντα πιστωτικά ιδρύματα.
Αξιοσημείωτα είναι τα χρηματικά ποσά που μεταφέρθηκαν με παράνομο τρόπο, καθώς και τα χρηματικά ποσά, των οποίων η μεταφορά απετράπη, με τον αριθμό των θυμάτων να ξεπερνά τα εννιακόσια άτομα.
Πάνω από το 90% των συναλλαγών που αναφέρθηκαν συνδέονται με το κυβερνοέγκλημα (phishing, malware, e-commerce fraud, payment card fraud, sophisticated on-line Nigerian on-line fraud, κ.ά.).
Σημειώνεται ότι κατά τη διάρκεια της ευρείας κλίμακας επιχείρησης είχε συσταθεί επιχειρησιακό κέντρο στη Europol σε συνεργασία με τη Eurojust, με σκοπό την υποβοήθηση των αστυνομικών Αρχών στη διασταύρωση πληροφοριών και τη συλλογή αυτών για περεταίρω ανάλυση.
Η Ελληνική Αστυνομία συμμετείχε ενεργά σε όλα τα σκέλη της κοινής αστυνομικής επιχείρησης, μέσω της Διεύθυνσης Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, υλοποιώντας δράσεις για την καταπολέμηση του φαινομένου της μεταφοράς παράνομου χρήματος.
Στο πλαίσιο αυτό και σε συνεργασία με τα εθνικά πιστωτικά ιδρύματα, εντόπισε εκατόν πενήντα μεταφορείς παράνομου χρήματος, με διακόσια είκοσι τέσσερα θύματα της παράνομης δράσης τους.
Η αστυνομική επιχείρηση αποτελεί την πρώτη συντονισμένη επιχείρηση υπηρεσιών επιβολής του Νόμου στην Ευρώπη. Εντάσσεται στο πλαίσιο του «Ευρωπαϊκού Κύκλου Πολιτικής 2014-2017» και των «Επιχειρησιακών Προγραμμάτων EMPACT» (European Multi-disciplinary Platform Against Criminal Threats) και σχεδιάστηκε για την καταπολέμηση των διαδικτυακών απατών με κάρτες πληρωμής. Αποτελεί πρωτοβουλία των αστυνομικών Αρχών της Ολλανδίας και στηρίζεται στη στενή συνεργασία μεταξύ αστυνομικών Αρχών, εισαγγελικών Αρχών και πιστωτικών ιδρυμάτων.
Ο Διευθυντής της Europol, Rob Wainwright, δήλωσε: «Η εν λόγω αστυνομική επιχείρηση ανέδειξε τη σημασία της συνεργασίας δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, η οποία βασίζεται σε αμοιβαία εμπιστοσύνη ως το καλύτερο μέσο για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του οικονομικού εγκλήματος. Ωστόσο, η πρόληψη αποτελεί εξίσου σημαντικό παράγοντα μείωσης της συνέργειας στο ξέπλυμα μαύρου χρήματος. Τα άτομα που στρατολογούνται ως μεταφορείς παράνομου χρήματος (money mules) είναι οι ίδιοι θύματα παραπλάνησης από τους εγκληματίες, οι οποίοι τους υπόσχονται νόμιμες θέσεις εργασίες με εύκολο χρήμα. Ευθύνη μας αποτελεί η ενημέρωση των πολιτών για τον τρόπο δράσης των εγκληματιών, ώστε να αποτρέψουμε τους τελευταίους από την εκμετάλλευση ανυποψίαστων πολιτών».
Από την πλευρά του, ο Πρόεδρος της Eurojust και εθνικό μέλος του Βελγίου, Michèle Coninsx ανέφερε: «Για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του προβλήματος κρίνεται επιτακτική η στενή συνεργασία ανάμεσα στις αστυνομικές αρχές, στις εισαγγελικές αρχές και στον ιδιωτικό τομέα. Αξιοσημείωτο αποτελεί το γεγονός ότι το ξέπλυμα μαύρου χρήματος διαιωνίζει το έγκλημα. Ως εκ τούτου, η αστυνομική επιχείρηση κρίνεται υψίστης σημασίας. Ο φαύλος κύκλος, της εξαπάτησης ατόμων για τη διάπραξη σοβαρών μορφής αδικημάτων, πρέπει να σταματήσει. Οφείλουμε να είμαστε αυστηροί, όταν άτομα στρατολογούνται και δρουν ως μεταφορείς παράνομου χρήματος».
Ο Γενικός Διευθυντής της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Ομοσπονδίας, Wim Mijs δήλωσε χαρακτηριστικά: «Η επιχείρηση αυτή αποτελεί τον καρπό εντατικής συνεργασίας μεταξύ των Αρχών επιβολής του Νόμου και του τραπεζικού κλάδου. Η συνεργασία μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα επιφέρει επιτυχή αποτελέσματα όταν αυτή βασίζεται στην εμπιστοσύνη, στην ανταλλαγή πληροφοριών και στη παρακολούθηση των εξελίξεων. Οι εγκληματίες δεν γνωρίζουν σύνορα, με αποτέλεσμα η διεθνής συνεργασία ανάμεσα στις τράπεζες και στις αστυνομικές αρχές να θεωρείται επιβεβλημένη. Ως Ομοσπονδία δεσμευόμαστε να συνεργαστούμε πλήρως για την καταπολέμηση του ξεπλύματος μαύρου χρήματος».
Σημειώνεται ότι ως μεταφορείς παράνομου χρήματος (money mules) χαρακτηρίζονται τα άτομα, που «στρατολογούνται» από εγκληματικές ομάδες για τη λήψη παράνομα αποκτηθέντων χρημάτων και μεταφορά αυτών σε λογαριασμούς τρίτων, συνήθως σε άλλες χώρες.