Νέα δίκη στο ΣτΕ για τα αναδρομικά των συνταξιούχων - Τι συζητήθηκε σήμερα
Οι διεκδικήσεις αφορούν στην τετραετία 2012 εως 2016 και περιλαμβάνουν και την αποζημίωση από το Δημόσιο λόγω της μη καταβολής των ποσών αυτών.
Συνολικά 14.600 συνταξιούχοι, μεταξύ εκ των οποίων ορισμένοι έχουν βαριά αναπηρία ή μεγάλο ποσοστό αναπηρίας άνω του 80%, διεκδικούν μεταξύ άλλων
Από το Α΄ Τμήμα του ΣτΕ να τους καταβληθούν αναδρομικά από 1.1.2012 έως 31.10.2016 οι διαφορές από τις περικοπές των επικουρικών συντάξεων και των τριών επιδομάτων Χριστουγέννων, Πάσχα και θερινής άδειας, αλλά και τα ποσά που αναλογούν από την κατάργηση των εν λόγω επιδομάτων από 1.1.2013.
Το Διοικητικό Πρωτοδικείο της Αθήνας έθεσε προδικαστικό ερώτημα στο ΣτΕ, ρωτώντας εάν τα δώρα Χριστουγέννων και Πάσχα, όπως και το επίδομα αδείας των συνταξιούχων θεωρούνται μη καταργημένα υπό το κράτος του ασφαλιστικού συστήματος («νόμος Κατρούγκαλου» - νόμος 4387/2016, κ.λπ.).
Οι συνταξιούχοι υποστηρίζουν ότι οι περικοπές κ.λπ. είναι αντίθετες σε πλειάδα συνταγματικών διατάξεων και στο άρθρο 1 του πρόσθετου πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ). Ακόμη, υποστηρίζουν ότι τα τρία δώρα-επιδόματα δεν έχουν καταργηθεί και παράνομα έγιναν οι περικοπές των επικουρικών συντάξεων.
Στην αυξημένη (επταμελή) σύνθεση του Α΄ Τμήματος του ΣτΕ συζητήθηκε το επίμαχο θέμα και το δικαστήριο επιφυλάχθηκε να εκδώσει τις αποφάσεις του. Η πλευρά των συνταξιούχων εκπροσωπήθηκε από τους δικηγόρους Αλέξη Μητρόπουλο, Χαράλαμπο Μπρισκόλα, Δημήτρη Παπαφιλίππου, Αθηνά Πετρόγλου, Ιωάννη Κόρκα, Δημήτριο Κούτλα και Γεώργιο Κουφογιάννη.
Το ερώτημα του Διοικητικού Πρωτοδικείου
«Εάν οι πρόσθετες συνταξιοδοτικές παροχές του, τακτικώς μεν Χριστουγέννων (άρθρο 65 του ν. 2084/1992) και του επιδόματος αδείας (άρθρο 28 του ν. 4476/1965), που καταβάλλονταν από τα ταμεία επικουρικής ασφάλισης έως 31.12.2012, η δε κατάργησή τους, από 1.1.2013, με το άρθρο πρώτο παρ. ΙΑ υποπαρ. ΙΑ.6 περ. 3 του ν. 4093/2012 κρίθηκε αντισυνταγματική με την 2287/2015 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, πρέπει να θεωρούνται, στο πλαίσιο του νέου ασφαλιστικού συστήματος του ν. 4387/2016, ως μη κατηργημένες, κατά την αληθή έννοια του άρθρου 96 παρ. 5 του ν. 4387/2016, από 12.5.2016 και εφεξής, εφόσον θεωρηθεί ότι με τις συνταξιοδοτικές διατάξεις του νόμου αυτού ρυθμίστηκαν μόνο οι επικουρικές συντάξεις αυτές καθ’ εαυτές («stricto sensu») των παλαιών συνταξιούχων και, για το λόγο αυτό, υιοθετήθηκαν, κατ’ ουσίαν εκ νέου, νομίμως μόνον οι προηγουμένως κριθείσες ως αντισυνταγματικές (με την ως άνω απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας) περικοπές του άρθρου πρώτου παρ. ΙΑ υποπαρ. ΙΑ.5 του ν. 4093/2012, όχι δε και η κατά την υποπαρ. ΙΑ.6 περ. 3 της παρ. ΙΑ του ίδιου άρθρου και νόμου κατάργηση των ως άνω ένδικων, αυτοτελών (έναντι της επικουρικής σύνταξης) παροχών.
Περαιτέρω, και σε συνάρτηση προς το ανωτέρω ερώτημα, εφόσον κριθεί ότι υπό το καθεστώς του ν. 4387/2016, ο επανυπολογισμός των συντάξεων των παλαιών συνταξιούχων βαίνει παραλλήλως με την κατάργηση των πιο πάνω πρόσθετων συνταξιοδοτικών παροχών (ανεξαρτήτως του τυχόν αυτοτελούς χαρακτήρα των δεύτερων), (διατυπώνεται, επίσης, το προδικαστικό ερώτημα) εάν το ακυρωτικό αποτέλεσμα των αποφάσεων 1889, 1890 και 1891/2019 της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, ως αναγόμενο στη μεσοβραχυπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη ικανότητα του ασφαλιστικού συστήματος του ν. 4387/2016 να χορηγεί επαρκείς συνταξιοδοτικές παροχές, ανατρέπει τα θεμελιακά, νόμιμα, κατά τα κριθέντα με τις πιο πάνω αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, ερείσματα του συστήματος αυτού, με αποτέλεσμα, για όσο χρονικό διάστημα μεσολαβήσει έως την πλήρη αποκατάσταση της νομιμότητας σε σχέση με τον ανακαθορισμό των δικαιούμενων από 12.5.2016 επικουρικών συντάξεων των παλαιών συνταξιούχων, να αναβιώνουν οι προϊσχύουσες διατάξεις των άρθρων 65 του ν. 2084/1992 και 28 του ν. 4476/1965 και να καθίστανται αγώγιμες οι προβαλλόμενες, με αγωγές ασκηθείσες, εν προκειμένω, πριν από την 4.10.2019, αξιώσεις κατά του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. των συνταξιούχων αυτών για την καταβολή αποζημίωσης ισόποσης με το επίδομα αδείας και το δώρο Χριστουγέννων των ετών 2016 και εντεύθεν».