Προπονητής ιστιοπλοΐας: Έφεση για την απαλλαγή από το βιασμό άσκησε εισαγγελέας
Η εισαγγελική λειτουργός άσκησε έφεση κατά της απόφασης του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Αθήνας κατά το σκέλος που αφορά στην κατά πλειοψηφία αθώωση του κατηγορουμένου για το βιασμό της ανήλικης αθλήτριας του.
Σύμφωνα με πληροφορίες στην έφεση της η εισαγγελέας επικαλείται μια απόφαση του Αρείου Πάγου σύμφωνα με την οποία, για να στοιχειοθετηθεί βιασμός δεν απαιτείται το θύμα να αντιστάθηκε ενεργά, αλλά αρκεί η πράξη να έγινε παρά την αντίθετη βούληση του, με την άσκηση σωματικής βίας που εξουδετέρωσε την αντίσταση του.
Μάλιστα, στην ίδια απόφαση αναφέρεται πως ακόμη κι αν το θύμα δεν αντιστάθηκε καθόλου στη σωματική βία, στοιχειοθετείται βιασμός λόγω του φόβου να προβάλει αντίσταση ή λόγω του αιφνιδιασμου ή λόγω των ασθενών σωματικών δυνάμεων του ώστε θεώρησε ανέφικτη ή μάταια την αντίσταση.
«Ενώ η παθουσα ήταν παιδί την προσέγγισε λεκτικά και σωματικά και την κολάκευε. Από το 2010 ασκούσε βία σωματική και λεκτική και απειλούσε ότι θα σκοτώσει την ίδια ή την οικογένεια της εάν μιλούσε. Την έθεσε σε κατάσταση υπακοής και η παθουσα λειτουργούσε σε καθεστώς ψυχολογικής πίεσης, φόβου, σύγχυσης και άγχους. Δεν μπορούσε να του ασκήσει αντίσταση. Χειραγωγήθηκε από τον κατά πολύ μεγαλύτερο σε ηλικία προπονητή της» σημειώνει για τα πραγματικά περιστατικά η κα. Τσάλη.
Μάλιστα, όπως εξηγεί, η παθούσα δεν υπέπεσε σε αντιφάσεις και περιέγραψε πραγματικά γεγονότα. «Δεν προέκυψε ότι είχε κάποιο κίνητρο ή σκοπιμότητα ή όφελος να τον καταγγείλει μετά την πάροδο τόσων ετών. Ελάμβανε και πριν χορηγίες. Εάν ήταν ψευδή τα όσα κατήγγειλε, δεν θα προέβαινε σε εξιστόρηση περιστατικών που την εκθέτουν στο πανελλήνιο» καταλήγει η εισαγγελική λειτουργός.
Η απόφαση του ΜΟΔ
Με την οικογένεια της 21χρονης σήμερα Αμαλίας απούσα από τη δικαστική αίθουσα, ο κατηγορούμενος άκουσε το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο να του επιβάλλει ποινή 13 ετών για κατάχρηση σε ασέλγεια ανηλίκου. Λίγα λεπτά νωρίτερα, είχε κηρυχθεί αθώος κατά πλειοψηφία για το αδίκημα του βιασμού, προκαλώντας τα κλάματα της μητέρας της νεαρής αθλήτριας.
Το δικαστήριο δεν υιοθέτησε την εισαγγελική πρόταση και απάλλαξε από την κατηγορία του βιασμού κατ’ εξακολούθηση τον κατηγορούμενο κατά πλειοψηφία, καθώς μειοψήφισαν ο πρόεδρος του δικαστηρίου, μια σύνεδρος και ένας ένορκος που ψήφισαν υπέρ της ενοχής του. Ωστόσο, ο κατηγορούμενος καταδικάστηκε ομόφωνα για την κατάχρηση σε ασέλγεια κατ’ εξακολούθηση.
Σε μια πρόταση «φωτιά» για τον κατηγορούμενο προπονητή, ο εισαγγελέας της έδρας είχε ζητήσει την ενοχή του και για βιασμό κατ’ εξακολούθηση και κατάχρηση σε ασέλγεια κατ’ εξακολούθηση, ζητώντας την απαλλαγή του για την αποπλάνηση λόγω απορρόφησης από το βαρύτερο αδίκημα της κατάχρησης σε ασέλγεια.
Ο εισαγγελικός λειτουργός έκανε λόγο για «θρασύτατες και απάνθρωπες πράξεις» από την πλευρά του κατηγορούμενου κάνοντας την οικογένεια της νεαρής Αμαλίας και τη Σοφία Μπεκατώρου που βρισκόταν στη αίθουσα να ξεσπάσουν σε κλάματα. «Η καταγγέλλουσα το 2009 είναι 10 ετών, τελειώνει δηλαδή την Τετάρτη δημοτικού. Το Σεπτέμβριο του ίδιου έτους προσλαμβάνεται από το ναυτικό όμιλο Ωρωπού ο κατηγορούμενος, που αναλαμβάνει την προπόνηση όλων των παιδιών του ομίλου. Ήταν υπεύθυνος για αυτά και όλα τα παιδιά τον έβλεπαν σαν ένα πρόσωπο εμπιστοσύνης. Και η καταγγέλλουσα και μια συναθλητριά της τον είχαν σαν προστάτη» εξήγησε ο εισαγγελέας.
Ο ίδιος έκανε λόγο για «εγκληματικό σχέδιο» του προπονητή, ο οποιος εκμεταλλεύτηκε την εμπιστοσύνη των γονέων. «Επιδιώκοντας να συνδεθεί μαζί της συναισθηματικά, απευθύνοντας της φτάσεις όπως «τι ωραίο κορμάκι έχεις», «μωρό μου» ο κατηγορούμενος φρόντισε να θεμελιώσει γερές σχέσεις με όλους του γονείς των παιδιών του ομίλου. Ειδικώς έχτισε σχέσεις με τους γονείς της καταγγέλλουσας, αφού ξημεροβραδιάζονταν στο κατάστημα των γονιών της», «έτρωγε μαζί τους», «κοιμήθηκε πολλές φορές στο κρεβάτι πίσω από το κατάστημα». Αυτά ειναι φράσεις που ακούστηκαν. Η σχέση που ανέπτυξε με τους γονείς ήταν κάτι περισσότερο. Ήταν ο «πατέρας» που αποκάλεσε τον πατέρα της καταγγέλλουσας και η «αδελφή» όπως αποκαλούσε τη μητέρα της».
Περιγράφοντας το πως διαμορφώθηκε η ψυχολογία της Αμαλίας μετά το φιλί που της έδωσε ο προπονητής το καλοκαίρι του 2010, όταν η ομάδα βρισκόταν στο Γαλαξείδι για αγώνες, ο εισαγγελέας υποστήριξε ότι το παιδί θορυβήθηκε και εκδήλωσε συναίσθημα άγχους. «Ο ίδιος με τρόπο που δεν προσδιορίστηκε ακριβώς από την ακροαματική διαδικασία, ανέβηκε στο δωμάτιο και εκμεταλλευόμενος το σκότος και το γεγονός ότι κοιμόντουσαν τα αλλά παιδιά, την έριξε στο πάτωμα και την ανάγκασε να ανοίξει το στόμα της και να εισχωρήσει τη γλώσσα του».
«Θα πουν που είναι οι προβληματισμοί που εκδήλωνε ο εισαγγελέας κατά τη διάρκεια του δικαστηρίου; Υπήρχαν λογικά κενά. Ο πιο καλός σεναριογράφος δε θα μπορούσε να φανταστεί το βιασμό στο ξενοδοχείο μέσα και στο αυτοκίνητο. Όμως η καταγγέλουσα όσες φορές και να επανέλαβε τα καταγγελλόμενα περιέγραψε ακριβώς τα ίδια πραγματικά περιστατικά και τις 3 φορές γεγονός που αποδεικνύει κατά την κρίση μου ότι την στιγμάτισαν». Αναφερόμενος στο γιατί η αθλήτρια αποκάλυψε όσα της συνέβησαν 3,5 χρόνια αργότερα στους γονείς της, σημείωσε:
«Δεν αντέδρασε λόγω της ψυχολογικής βίας. Λόγω φόβου και ντροπής. «Μου έλεγε πως είμαι χρησιμοποιημένη, τελευταία. Μετά με απειλούσε» έχει περιγράψει το θύμα. Φοβόταν ότι θα καταρρακώσει τους γονείς της».
Σχολιάζοντας τις καταθέσεις των ανθρώπων του αστυνομικού τμήματος αλλά και του ομίλου και των συναθλητριών της, ο εισαγγελέας ανέφερε: «Κανείς δεν αναφέρθηκε σε κάτι παραπάνω από μια προσκόλληση. Δεν αναφέρθηκαν σε φιλί, εναγκαλισμό. Οι μάρτυρες δεν είπαν κάτι για βιασμό γιατί δεν είδαν ποτέ. Το μόνο που έβλεπαν ήταν ότι η Αμαλία ήταν κοντά στον προπονητή; Γιατί την είχε χειραγωγήσει. Ο αστυνομικος διοικητής που δεν ανάφερε καν βιασμό γιατί να το πει; Στην αστυνομία καταφεύγουμε όταν έχουμε να καταγγείλουμε αξιόποινο γεγονός».